Pages

Tuesday, July 29, 2008

Δεν είμαι ελαφρύς

Τώρα τελευταία έχω τσακώσει τον εαυτό μου (κατά το νατοϊκό ‘I caught myself’) να αυτοσχεδιάζει και να φλυαρεί ασύστολα, να ακροβατεί και να ισορροπεί μεταξύ θεμάτων και ερωτημάτων σαν τυφλή γάτα (οι τυφλές έχουν καλύτερη ισορροπία – νομίζω). Όπως και να έχει ντρέπομαι για αυτό, δεν είναι του χαρακτήρα μου άλλωστε, εμένα εκ φύσεως με χαρακτηρίζει μια διακριτικότητα, ένα στυλ καθολικό, μα αιθέριο, ανεπαίσθητο, κούφιο σχεδόν. Θέλω να πω, πως η μετριοφροσύνη, η εγκράτεια και η σοβαρότητα του Ιάσονα είναι στοιχεία για τα οποία τον εκτιμούν οι φίλοι του και δεν θα έπρεπε να τα διακυβεύει αυτά τα προτερήματά του μονάχα επειδή φλυαρεί.


Σημείωση προς εαυτόν: Σταμάτα να αναφέρεσαι στον εαυτό σου στο τρίτο πρόσωπο. Δεύτερη σημείωση προς εαυτόν: Σταμάτα να γράφεις ψιθυριστές σημειώσεις. Τρίτη σημείωση προς εαυτόν: Σταμάτα απλά!


Όπως και να ‘χει, πρέπει να έχεις απορίες. Είναι σίγουρα μια καλύτερη αφετηρία από το να έχεις απόψεις. Βέβαια κι αυτό μια άποψη είναι. Ή μήπως είναι μια διαπίστωση; Τέλος πάντων, ήδη έχω αρχίσει να μπερδεύομαι, οπότε καλύτερα να παραθέσω τις πιο πρόσφατες απορίες μου:


Άμα νομίζω πως o Eddie Izzard είναι (ή καλύτερα ήταν) καλός κωμικός, αυτό με κάνει gay;


Φέτος, ποια δάση είναι πιο trendy για κάψιμο;


Δεν υπάρχει ένα τεράστιο κενό στην αγορά για χίπικα γηροκομεία;


Αλήθεια τώρα, άμα είμαστε γονείς, θα αφήναμε τα παιδιά μας να βλέπουνε Scooby Doo και Μπομπ ο Σφουγγαράκης;


Τι θα γινότανε αν οι πολιτικοί έπρεπε πρώτα να περάσουν ΑΣΕΠ πριν απολαύσουν τους θώκους τους;


Ο θώκος δεν είναι εκπληκτική λέξη;


Πόσα επεισόδια Law and Order υπάρχουν άραγε;


Άμα μια σουρεαλίστρια και ένας ιμπεριαλιστής παντρευόντουσαν, υπάρχει καμία ελπίδα τα παιδιά να γινόντουσαν σοσιαλιστές;


Γιατί στους Πειρατές της Καραϊβικής κανένας δεν παθαίνει σύφιλη;


Τα Star Wars 7,8 και 9 τι απέγιναν ακριβώς;


Μεταξύ μας τώρα, οι άνθρωποι στο νότιο ημισφαίριο δεν νιώθουν κάπως μειονεκτικά;


Γιατί κανένας στην Ελλάδα δε βάζει στις τηγανιτές του πατάτες μαγιονέζα;


Ο Σταμάτης Γαρδέλης που έχει χαθεί; (Το έχω ξαναρωτήσει αυτό αλλά κανένας δε λέει να απαντήσει! Προς τι όλη αυτή η συνομωσία ρε παιδιά;!)


Γιατί πολλές αφρικάνικες χώρες είναι χωρισμένες σε ορθές γωνίες;


Όλοι αυτοί που νομίζουν πως δεν έγινε η προσεδάφιση στη Σελήνη, έχουν άραγε δορυφορική τηλεόραση;


Γιατί οι ναυτιλιακές εταιρείες προσπαθούν να κάνουν τα πλοία το ίδιο δυσάρεστα με τα αεροπλάνα;


Αφού έχουμε ποδηλατόδρομους, δε θα έπρεπε να υπάρχει και Scrabble για δυσλεκτικούς;


Γιατί η προδοσία αναγνωρίζεται σαν έγκλημα μονάχα όταν πρόκειται για εθνικά ζητήματα;


Υπάρχει κανείς που να παίρνει τους ναυαγοσώστες στα σοβαρά;


Μήπως ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπισθεί η υπερθέρμανση του πλανήτη, είναι ένας δεύτερος Ψυχρός Πόλεμος; Όχι ε;


Γιατί οι μπύρες στην Ελλάδα μοιάζουν σαν μακρινές ξαδέρφες κάποιου ψηλού cheesecake;


Αν οι εφημερίδες ασχολούνται αποκλειστικά με τα εφήμερα, τα περιοδικά δεν θα έπρεπε να ασχολούνται αποκλειστικά με την περίοδο;


Δεν υπήρχε μια στήλη με τέτοιου είδους ηλίθιες ερωτήσεις σε ένα περιοδικό;


Μήπως θα ήταν καλύτερα να αρχίσω να μιλάω στον εαυτό μου πάλι;

Wednesday, July 23, 2008

Ευθείες και Δέντρα

Όταν κοιτάς προς τα πίσω, μπορεί να στραβώσει ο λαιμός σου. Το ίδιο βέβαια γίνεται και όταν κοιτάς προς τα πάνω, άσε που εκεί μπορεί και να μπατάρεις. Άλλα άμα κοιτάς προς τα πίσω, αυτό που συνήθως βλέπεις είναι μια ευθεία γραμμή, ή έτσι τουλάχιστον θα έπρεπε, ή έτσι τουλάχιστον νομίζω. Όσα μονοπάτια και αν συνάντησες, όσες στροφές και να πήρες, σαν από μαγικό κόλπο κάποιου αρχαίου γεωμέτρη, όλες οι αγκυλώσεις και οι καμπύλες, όλες οι γωνίες και οι στροφές, συνενώνονται σε μια τεράστια ευθεία, που από μακριά φαντάζει και σαν μια ουρά που κουβαλάς και σέρνεις.


Όσο γυρνάς πίσω, μπορεί να πιαστεί ο λαιμός σου. Για να κοιτάξεις, πρέπει να σταματήσεις, να ξαποστάσεις, να δροσιστείς, να στρέψεις το λαιμό, ακόμη και το σώμα σου ολόκληρο. Περίεργο πως μια ευθεία γραμμή μπορεί να περιέχει τόσα πολλά συναισθήματα, νοσταλγία, θυμό, λύπηση, χαρά, πως μια ευθεία μοναχή μπορεί να κουβαλά τόσα πολλά πάνω της. Ίσως και να μην είναι ευθεία τελικά, ναι, όσο και να κοιτάς δεν αλλάζει σχήμα, αλλά τα μάτια σου έχουν κολλήσει σε μια οφθαλμαπάτη, όπως όταν κοιτάς ένα ευθύγραμμο τμήμα από μπροστά και βλέπεις μονάχα μια τελεία, ή προσανατολίζεσαι με τέτοιο τρόπο σε ένα επίπεδο, ώστε να βλέπεις μονάχα μια ευθεία.


Όπως και να κοιτάξεις όμως, όπως και να εστιάζεις τα μάτια σου, δε νομίζω να υπάρχει γεωμέτρης ικανός να δώσει τόσο βάθος σε μια τέτοια ευθεία. Όσο κοιτάς προς τα πίσω, μπορεί να πιαστεί ο λαιμός σου, μα αλήθεια τώρα, ποιος δεν έχει σταματήσει στο διάβα του, από μια σκιά κάτω να καθίσει να νοσταλγήσει και να ονειροπολήσει; Όλες οι αισθήσεις, με πρώτη τη ματιά, γυρνάνε προς τα πίσω, ανιχνεύουν τα δρομάκια που πήρες, ανακαλύπτουν ξανά γεύσεις απαγορευμένες, ακούσματα ευχάριστα, φίλους παλιούς, ξεχασμένους, που σε διασταυρώσεις τυχαίες συνάντησες, κι όσο πιο πολύ ξεχνιέσαι σε αυτό το ανάστροφο ταξίδι, τόσο η ευθεία ξελυγίζει, απλώνεται, πάλλεται, χορεύει, ξεδιπλώνει σαν βεντάλια, ξαναγίνεται λαβύρινθος, και οι αισθήσεις, και ο νους μαζί, ξεχύνονται στις διευθύνσεις που δεν διάβηκες, μα κάπου μέσα σου ήθελες να εξερευνήσεις, φαντασιώνονται, ξεχνιούνται. Νοθεύονται και ναρκώνονται.


Άλλοι θα πρότειναν το ακριβώς αντίστροφο σχήμα, το παρελθόν σαν ένα τεράστιο ασκό με τις αναμνήσεις σαν αιθέρια αέρια να τον φουσκώνουν, και το μέλλον ένα προδιαγεγραμμένο, μοιραίο μέλλον, ένα αυλάκι στο οποίο το νερό κυλάει. Αλλά εγώ προτιμώ τη προηγούμενη εκδοχή, αυτή που αφήνει το μέλλον ελεύθερο, χαοτικό, απίθανο, και το παρελθόν ομιχλώδες, υπαρκτό μα και φαντασιακό, ανάλογα με το μυαλό του καθενός. Όπως μπορούμε να φανταζόμαστε για το εμπρός, έτσι μπορούμε να αλλοιώνουμε και το πίσω, να το θυμόμαστε λίγο διαφορετικά, με μικρές αλλαγές, όχι κάτι εκπληκτικά διαφορετικό, απλά με μια ή διό πινελιές πιο προσεκτικά περασμένες. Αλήθεια δεν είναι; Πάντα είναι χρήσιμο και ωραίο να γυρνάς το κεφάλι σου, ακόμη και με το φόβο να στραβώσει ο λαιμός σου, πρέπει κάθε τόσο και λιγάκι να σταματάς και αναλογίζεσαι. Μερικές φορές είναι απαραίτητο. Τις περισσότερες εύκολο, κι άλλες πιο δύσκολο, πάντα υπάρχει η πιθανότητα να πικραθείς.


Ακόμη όμως κι όταν είναι δύσκολο να κοιτάς προς τα πίσω, ακόμη και όταν παγιδεύεσαι μοναχός και μεθυσμένος σε ένα στενό που περπάτησες ή ακόμη ούτε καν ήξερες ότι υπάρχει και για μέρες γέρνεις το κεφάλι και αρνείσαι να κινηθείς, το να γυρνάς προς τα πίσω τελικά είναι πάντα εύκολο. Είναι όντως εύκολο. Πιο δύσκολο είναι να κοιτάς προς τα μπρος, και ακόμη πιο δύσκολο να διαλέγεις τα νέα σου μονοπάτια, τις νέες διαδρομές που κι αυτές με τη σειρά τους θα εναρμονιστούν με τις υπόλοιπες και θα γίνουν μια ευθεία, εκείνες που θα πληγώσουν τα πόδια σου, εκείνες που ένα άλλο δειλινό θα θυμηθείς. Ο καθένας με τον τρόπο του φυσικά, κάποιος μπορεί να ξεχύνεται ενστικτωδώς, σαν τρελός, μόλις που προλαβαίνει να πάρει αναπνοές όσο τα πόδια του με θόρυβο χτυπούν το πλακόστρωτο, ενώ άλλοι με φόβο, μυστήριο, με προσοχή βηματίζουν αργά και κοιτούν σε κάθε κατεύθυνση με προσοχή, υπολογίζοντας, μετρώντας και πάντα συγκρίνοντας με την ευθεία που έχουν πίσω τους. Αυτοί οι τελευταίοι παθαίνουν συχνά αυχενικά. Κι άλλοι είναι κάπου στη μέση, γεμάτοι αυτοπεποίθηση, περπατάνε άνετοι και με σίγουρο βήμα, σαν αν ξέρουν το δρόμο από πριν, σαν να τους ανήκει η διαδρομή.


Όπως κι αν έχει, δεν κάνει διαφορά. Όλοι κουράζονται σε κάποιο σημείο και σε περισσότερα, κι ας μη το δείχνουν οι πιο πολλοί, όλοι ανησυχούν περισσότερο ή λιγότερο. Ανεξαρτήτως πόσο πονάει ο λαιμός, πόσο γρήγορα ή αργά διαβαίνεις τα δρομάκια, με χάρτη ή χωρίς, μονάχος ή και με παρέα ανα στιγμές, πόσες φορές θα αλλάξεις κατεύθυνση, πόσες φορές θα ξανασκεφτείς, πόσες φορές θα χαθείς, πόσες φορές θα αναπολήσεις, άμα κάνει κρύο ή ζέστη, άσχετα πόσες φορές θα κουραστείς και θα ήθελες να σταματήσεις, τα μονοπάτια είναι πάντα εκεί, άπειρα στο πλήθος τους, άγνωστα και μυστήρια στη φύση τους. Είναι χιλιοπερπατημένα, από άλλους πριν από σένα, και πολλά από αυτά θα τα περπατήσεις και εσύ, σε κάποια θα αφήσεις και εσύ το σημάδι σου.



Δεν είναι κούρσα, ένας περίπατος μονάχα.


Sunday, July 20, 2008

Blogs are...


... a nice way to make your point without an argument ever being involved.

Πέντε Προτάσεις

Είναι λογικό και αναμφισβήτητο πως τα τελευταία χρόνια η πλειοψηφία του δυτικού, βιομηχανοποιημένου κόσμου, έχει έγειρει εντονότατα τα θέματα του περιβάλλοντος και της ενέργειας και φυσικά ο καθένας έχει τις απόψεις του και τις ιδέες του. Γιατί όχι και εγώ λοιπόν;


Οι παρακάτω 5 προτάσεις (επηρρεασμένες βεβαίως βεβαίως από τα ΜΜΕ και το internet) αφορούν κυρίως στο συλλογικό, και όχι στο ατομικό, επίπεδο, και είναι σχετικά εύκολες στην υλοποίησή τους, αφού οι περισσότερες μπορούν να εκτελεσθούν μονάχα με μια κυβερνητική ή διοικητική απόφαση (αρκούντως φυσικά της ανάλογης πολιτικής βούλησης).


Και ξεκινάμε:


1. Κατάργηση του ΦΠΑ στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ)


Μπορεί να ακούγεται ακραίο, αλλά το ίδιο ακραία είναι και η υπάρχουσα κατάσταση στον ενεργειακό τομέα, ειδικά τους θερινούς μήνες όπου το φορτίο παραλύει την υπάρχουσα ενεργειακή παραγωγή. Επίσης, η πρόσφατη κρατική πρωτοβουλία, υπό τη μορφή επιδοτήσεων, με τα φωτοβολταϊκά χαρακτηρίστηκε από πολλά γραφειοκρατικά λάθη και κόστη, ατυχή σχεδιασμό, και εξυπηρέτηση ημέτερων. Για να αποκτήσει κάποιο νόημα η αγορά των ΑΠΕ στην Ελλάδα δεν χρειάζεται μονάχα ο κρατικός παρεμβατισμός σε μικρο-οικονομικό επίπεδο με μακροσκελείς επιδοτήσεις και σκοτεινές γραφειοκρατικές διαδικασίες, αλλά και πραγματικά οικονομικά κίνητρα για τον ιδιωτικό τομέα, αφού για το περιβάλλον και τη ψυχή της μάνας του κανείς δεν πρόκειται να φτιάξει μια ανεμογεννήτρια.


Μια πλήρης κατάργηση του ΦΠΑ για τις εγκαταστάσεις και τον εξοπλισμό ΑΠΕ, για 10 χρόνια, και ύστερα σταδιακή ή άμεση εναρμόνισή του με το 9% (τώρα, σε πολλές περιπτώσεις είναι 19%), θα μειώσει το αρχικό κόστος εγκατάστασης των έργων ΑΠΕ, κάνοντας τις αντίστοιχες επενδύσεις πολύ πιο ελκυστικές. Συγχρόνως δεν θα είναι απαραίτητο η τιμή της παραγόμενης από ΑΠΕ κιλοβατώρας να ξεκινά από δεκαπλάσιο ή οχταπλάσιο της προς πώλησης κιλοβατώρας από τη ΔΕΗ, αλλά θα μπορεί να ξεκινά από μια πιο λογική σχέση, αφού η διαρκώς αυξανόμενη τιμή του πετρελαίου ευνοεί ακόμη περισσότερο τις επενδύσεις στις ΑΠΕ.


2. Πρόγραμμα εξοπλισμού δημοσίων κτιρίων και χώρων με φωτοβολταϊκές μονάδες.


Αν και η πρώτη πρόταση αποσκοπεί κυρίως στη απελευθέρωση περιοριστικών όρων και συνθηκών στην αγορά των ΑΠΕ, στην Ελλάδα υπάρχει ένα πολύ μεγάλο δυναμικό από το ίδιο το δημόσιο, όπου εκατοντάδες δημόσια κτίρια (δημαρχεία, νομαρχίες, νοσοκομεία, στρατόπεδα, δημόσιες υπηρεσίες, σχολεία) πιθανώς να πληρούν τα κριτήρια για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών μονάδων μικρού και μεσαίου μεγέθους. Φυσικά χρειάζεται προσεκτικός σχεδιασμός και σωστός επιμερισμός των εργασιών. Επί παραδείγματι αρχικά είναι απαραίτητη μια καταγραφή και αξιολόγηση των προσφερόμενων χώρων, έργο το οποίο θα μπορούσε να αναλάβει ένας δημόσιος φορέας, όπως το ΚΑΠΕ, ή θα μπορούσε να ανατεθεί με διαγωνισμό σε ιδιωτική εταιρεία. Σε δεύτερη φάση, το δημόσιο, σε ένα βαθμό τουλάχιστον, θα έχει το πλεονέκτημα της οικονομίας κλίμακας όσο αναφορά τη προμήθεια των υλικών, ενώ προς αποφυγή νοσηρών και αδιαφανών φαινομένων θα μπορούσε από το διαγωνισμό εγκατάστασης (όπου θα δημοπρατούνται όλοι οι χώροι) να προκύπτουν τρεις ανάδοχοι, με το 60% να πηγαίνει στον πρώτο και το υπόλοιπο 40% να πηγαίνει κατά το ήμισυ στον δεύτερο και τρίτο διαγωνιζόμενο, ή κάτι αντίστοιχο.


Φυσικά μια τέτοια κίνηση απαιτεί διαφάνεια, ενδελεχή σχεδιασμό, στρατηγική βούληση και συντονισμό, όπως φυσικά και πρόνοια για τη συντήρηση των εγκατεστημένων μονάδων στο κάθε χώρο. Οι φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις σαφώς και δεν είναι η απάντηση στο ενεργειακό πρόβλημα της χώρας, αλλά όπου είναι εφικτή η χρήση τους, αυτή θα πρέπει να επιδιώκεται με απώτερο σκοπό τον εμπλουτισμό και την ποικιλία του ενεργειακού μίγματος της χώρας.


3. Κατάργηση της πλαστικής σακούλας


Οι γνωστές σε όλους μας πλαστικές σακούλες είναι πάμφθηνες, πανάκριβες στο να ανακυκλωθούν, και περιβαλλοντικά φοβερά επικίνδυνες. Για αυτό το λόγο ήδη αρκετές χώρες (Καναδάς, Κίνα, Ιρλανδία, Αυστραλία κι άλλες) έχουν απαγορεύσει την κλασσική πλαστική σακούλα του σουπερ-μάρκετ (η οποία στη χωματερή μπιορεί να χρειαστεί μέχρι και 1000 χρόνια μέχρι να βιοδιασπαστεί) και προωθούν τη χρήση εναλλακτικών μέσων όπως διχτάκια, πάνινες σακούλες, βιοδιασπώμενες σακούλες (βασισμένες κυρίως στο καλαμπόκι) ή ακόμα και χάρτινες. Κάτι αντίστοιχο μπορεί να γίνει και με τις σακούλες σκουπιδιών (ήδη υπάρχει τουλάχιστον μια εταιρεία που πουλάει βιοδιασπώμενες σακούλες), και το μόνο που έχει να κάνει το ελληνικό κράτος είναι να ορίσει μια ημερομηνία, πέραν της οποίας μια ολόκληρη κατηγορία από σακούλες θα είναι απαγορευμένες. Από εκεί και ύστερα είναι θέμα ελέγχων των κατά τόπους αρμόδιων αρχών και εναρμόνισης του ιδιωτικού τομέα με τους νέους κανονισμούς, όσο φυσικά και της στήριξης της νομοθεσίας από τους καταναλωτές.


4. ‘Πράσινα’ διόδια στα μεγάλα αστικά κέντρα (Αθήνα, Θεσσαλονίκη)


Υπάρχουν διάφορα παραδείγματα αντιμετώπισης της κυκλοφοριακής συμφόρισης και της ατμοσφαιρικής μόλυνσης στο εξωτερικό, με ίσως το πιο δημοφιλές αυτό του Λονδίνου, όπου εκεί το κίνητρο ήταν καθαρά συγκοινωνιακό, με τα ανταποδοτικά τέλη να προορίζονται για συγκοινωνιακά έργα τα οποία θα αποφορτίζουν την κίνηση. Στην Ελλάδα μπορεί να γίνει κάτι αντίστοιχο, όπου το όφελος όμως θα είναι διπλό, δηλαδή τόσο συγκοινωνιακό, όσο και περιβαλλοντικό. Για παράδειγμα, στην Αθήνα, δύναται ο δακτύλιος να γίνει ζώνη ελεγχόμενης πρόσβασης (με εξαίρεση τους μόνιμους κατοίκους), όπου το ανταποδοτικό τέλος πρόσβασης μπορεί να προορίζεται αποκλειστικά για συγκοινωνιακά έργα (επέκταση μετρό, λεωφορεία, δημοτικά πάρκινγκ, κλπ.) και περιβαλλοντικά έργα (ανάπλαση πλατειών, προγράμματα ταρατσόκηπων, κλπ.). Ένα τέτοιο μέτρο φυσικά φαντάζει αρκετά απότομο, και δεν είναι το ίδιο εύκολο στην υλοποίηση του όσο κάποια από τα προηγούμενα, ενώ μπορεί να εγείρονται και θέματα συνταγματικότητας. Από την άλλη όμως έχει ήδη αποδειχθεί πως όλες οι συγκοινωνιακές παρεμβάσεις στην Αθήνα (με τα όποια μικροπροβλήματα τους φυσικά), όπως οι λεωφορειόδρομοι, η ελεγχόμενη στάθμευση, η πεζοδρόμηση της Ερμού κι άλλων δρόμων, έχουν στεφθεί με αναγνωρισμένη από τους κατοίκους του κέντρου επιτυχία.


5. Απαγόρευση Λαμπτήρων Πυρακτώσεως


Αντίστοιχα με την απαγόρευση της πλαστικής σακούλας, η Ελλάδα μπορεί να απαγορεύσει τους κλασσικούς λαμπτήρες πυρακτώσεως (πάλι με μια οριοθετημένη ημερομηνία οριστικής απόσυρσης) και να προωθήσει τη χρήση εναλλακτικών όπως λαμπτήρες εξοικονόμησης ενέργειας (Compact Fluorescent Lightbulbs, CFLs) ή ακόμη και λαμπτήρες LED. Η Ιρλανδία και η Αυστραλία ήδη έχουν προωθήσει μια αντίστοιχη νομοθεσία, όπως και οι ΗΠΑ, αναγνωρίζοντας τη σπατάλη που προκαλούν οι κλασσικές λάμπες. Από την άλλη υπάρχουν ορισμένες αρνητικές πτυχές όπως η διαδικασία απόσυρσης και ανακύκλωσης των CFL λαμπτήρων (λόγω του ψευδάργυρου που περιέχουν), η υψηλή τιμή κτήσης, (περίπου 5 φορές πιο πολύ από μια κανονική λάμπα για τα ίδια κεριά) και η ακαταλληλότητα τους σε χρήση με dimmers, αλλά παρόλο τα όποια μειονεκτήματά τους, το σίγουρο είναι πως η ενεργειακή απόδοση των παραδοσιακών λαμπτήρων πυρακτώσεως είναι πλέον απαγορευτική, παρόλο που αρκετοί θα θεωρήσουν πως μια τέτοια κίνηση όχι μόνο περιορίζει τις επιλογές τους, αλλά ευνοεί και τις εταιρείες που παράγουν αυτούς τους λαμπτήρες προς μεγιστοποίηση των κερδών τους. Πάλι, όπως και στις προηγούμενες προτάσεις, ο δημόσιος τομέας μπορεί να παίξει καταλυτικό ρόλο ηγούμενος της προσπάθειας ξεκινώντας την αλλαγή με το πλούσιο κτιριακό χαρτοφυλάκειό του.


Κι μερικές ακόμη προτάσεις, όχι τόσο εύκολες ή εφικτές...:


6. Απαγόρευση ΙΧ άνω των 3000 κυβικών


Μεταξύ μας τώρα, αλήθεια, ποιός χρειάζεται ένα ΙΧ αυτοκίνητο μέσα στη πόλη με μηχανή παραπάνω από 3000 κυβικά; Δηλαδή, δεν υπάρχουν άλλα υποκατάστατα για ένα μικρό μόριο; Τώρα που το σκέφτομαι, είμαι σίγουρος πως μια διορθωτική χειρουργική επέμβαση στοιχίζει λιγότερο.


7. Ριζική αύξηση των τιμολογίων της ΔΕΗ


Αν και τα τιμολόγια της ΔΕΗ έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια (αδικώντας τα μικρά νοικοκυριά είναι η αλήθεια), συγκριτικά με την υπόλοιπη ευρώπη, ακόμη και αναπροσαρμοσμένο με τα ωρομίσθια, το ρεύμα στην Ελλάδα παραμένει αρκετά φθηνό και δεν αντιπροσωπεύει το πραγματικό κόστος (αφού το περιβαλλοντικό κόστος των μονάδων της ΔΕΗ δεν υπολογίζεται ρεαλιστικά). Μάλιστα ένας από τους λόγους που τα περισσότερα έργα ΑΠΕ στη χώρα μας δεν ευνοούνται οικονομικά είναι ακριβώς λόγου του πολύ φθηνού ρεύματος. Μια αναπροσαρμογή των τιμολογίων της ΔΕΗ συνδεδεμένη με την διεθνή τιμή του πετρελαίου, αλλά και αυστηρή στους υψηλούς καταναλωτές και ανταποδοτική σε αυτούς που εξοικονομούν ενέργεια, θα επιβάλλει τα απαραίτητα δεσμά ώστε το καταναλωτικό κοινό (σε όλα τα επίπεδά του, από το μέσο καταναλωτή μέχρι τη μεγαλύτερη βιομηχανική μονάδα) να ενεργήσει μόνο του στον περιορισμό της κατανάλωσης. Πολλοί θα επισημάνουν, και σωστά, πως μια τέτοια κίνηση είναι καταδυναστευτική και άδικη, αλλά δύσκολα μπορεί κάποιος να αρνηθεί πως είναι αποτελεσματική. Τα κυριότερα φυσικά εμπόδια στην εφαρμογή ενός τέτοιου μέτρου είναι η απουσία πολιτικής βούλησης και αντίστοιχα τα ποσοστά αντίδρασης του κοινού.


8. Δημιουργία εθνικού ταμείου ΑΠΕ


Στατιστικά μπορεί να πει κανείς πως η περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση συνδυάζεται με ένα σχετικά υψηλό μορφωτικό επίπεδο και κατά συνέπεια με ένα ανώτερο του μέσου όρου ετήσιο εισόδημα. Επίσης, συγκεκριμένα στην Ελλάδα από τη μια αμφισβητούμε (δικαίως) τη φερεγγυότητα του ελληνικού κράτους, και από την άλλη παρά τη δυσμενή οικονομική κατάσταση του μέσου νοικοκυριού, πάντα υπάρχει ικανοποιητική συμμετοχή σε κοινωφελείς σκοπούς όπως αποδείχθηκε στους εράνους για το τσουνάμι του 2004 στον Ινδικό Ωκεανό, και στις συνεισφορές του ταμείου πυρόπληκτων το 2007.


Έτσι λοιπόν δίνοντας την επιλογή στους πολίτες να τοποθετήσουν ένα μικρό μέρος του εισοδήματός τους (με την αντίστοιχη φοροαπαλλαγή φυσικά) σε ένα ταμείο το οποίο θα χρηματοδοτεί αποκλειστικά έργα ΑΠΕ φαντάζει εφικτή. Μια τέτοια ιδέα μπορεί κάλλιστα να αποκτήσει και ανταποδοτικό χαρακτήρα, υπό τη μορφή ενός ενεργειακού ομολόγου. Από την άλλη φυσικά, τέτοια σχήματα είναι δύσκολο να επιβιώσουν, λόγω της εξάρτησής τους από άτακτες συνεισφορές, ενώ χαρακτηρίζονται από βραδυκινησία, ειδικά άμα διαχειρίζονται από δημόσιους φορείς.


Βέβαια, όλα τα παραπάνω, τα ρεαλιστικά κια τα λιγότερα ρεαλιστικά υπόκεινται σε έλεγχο, αφού απαιτούνται πάντα χρονοβόρες συμπληρωματικές ενέργειες όπως η ενημέρωση και επιμόρφωση του κοινού, αλλαγή και απλοποίηση πολλών υπαρχόντων νομοθεσιών, αρκετές θυσίες στους προϋπολογισμούς τόσο των νοικοκυριών όσο και γενικότερα του κράτους, αλλαγή νοοτροπίας και φυσικά απομάκρυνση από μικροπολιτικές σκοπιμότητες με την αντίστοιχη θεμελίωση μιας ορθολογικής πολιτικής στρατηγικής για το περιβάλλον και την ενέργεια. Τέλος, πολλοί θα αντιπροτείνουν, και ορθώς, προτάσεις και δράσεις σε ατομικό επίπεδο, αλλά προτίμησα να διατηρήσω το post αυτό στο συλλογικό και πολιτειακό, αφού αντίστοιχες ενέργειες έχουν σημαντικότερο αντίκτυπο και συγχρόνως έχουν τη δυνατότητα να ενισχύσουν τις προσωπικές πρωτοβουλείες του καθενός σε σημαντικό βαθμό.


Όπως και να έχει είναι πάντα απαραίτητο να αλλάζουμε τον τρόπο σκέψης μας και να αναγνωρίσουμε τα λάθη του παρελθόντος, και ελπίζω τα παραπάνω να συνεισφέρουν τα ελάχιστα σε αυτό το σκοπό.

Friday, July 18, 2008

Happy Shinny People

Υπάρχει κάτι κοινό μεταξύ των βρώμικων και στενών δρόμων, σαν εκείνους που συναντάς σε πόλεις σαν την Αθήνα, με έναν θαμνώδη αγρό με άγρια χόρτα, σαν αυτούς που βρίσκεις στην Αττική λίγο πριν καούν. Υπάρχει αυτή η ανοιχτή πρόσκληση για να προχωρήσεις, να περπατήσεις το στενό, να διασχίσεις τη χαμηλή βλάστηση και να κοιτάξεις γύρω σου πινακίδες, να ακουμπήσεις με τα δάκτυλά σου τα ψηλά χόρτα, να μετρήσεις τις καμένες λάμπες, να νιώσουν τα πόδια σου το λεπτό χώμα, να δεις την αχνή αντανάκλασή σου στις τζαμαρίες, να μυρίσεις τον αέρα, να παρατηρήσεις τους σκασμένους σοβάδες, πως ξεφλουδίζουν. Είναι μάλλον εκείνες οι λίγες στιγμές κυνικής αδιαφορίας, γαλήνης και ηρεμίας που σου προσφέρουν αυτά τα μέρη, μέχρι να σε οδηγήσουν σε άλλα, πιο θορυβώδη, πιο υπαρκτά μέρη, μέρη που μπορείς να συναντήσεις άλλους σαν κι εσένα, που πιο πριν διέσχισαν τους ίδιους δρόμους και αγρούς όπως κι εσύ.


Πιο πολύ όμως θα πρέπει να είναι οι εναλλακτικές, οι διαφορετικοί κόσμοι, πολύ φαντασιακοί, άλλοι πιθανοί, κι άλλοι απλά πραγματικοί που σου προσφέρονται, που υπάρχουν γύρω σου, που ανοίγονται σε τόσο κοντινή απόσταση. Όσο είσαι στο στενό και περπατάς πιο αργά, ή ξεκουράζεσαι στη σκιά ενός μεγάλου δέντρου, ή απλά κάθεσαι και πίνεις τον καφέ σου περιμένοντας μια παρέα κοιτώντας τον κόσμο να περπατά, στη πραγματικότητα περισσότερο προσπαθείς να αναστείλεις τον χρόνο, χωρίς καν να προσπαθείς. Είναι κάτι ανάλογο με τη γνωστή τεχνική του Douglas Adams για να πετάς, όπου απλά πρέπει να ρίχνεις τον εαυτό σου στο έδαφος και να αστοχείς. Το θέμα είναι όμως πως εκείνες τις στιγμές δεν συμβαίνει τίποτα, δεν κάνεις τις επιλογές που κάποια στιγμή πρέπει να κάνεις, απλά χαζεύεις αφηρημένος, αδιάφορος με το τι θα γίνει. Αφήνοντας το χρόνο να περνά, τον παγιδεύεις, τον νικάς έστω και για λίγο.


Και μετά. Και μετά μπαίνεις στη ροή, βγαίνεις στον ήλιο, γίνεσαι αριθμός, βάζεις το ένα πόδι μετά το άλλο, γίνεσαι κίνηση, γίνεσαι χρόνος. Είναι άραγε όμως άπληστο, επικίνδυνο και αχάριστο να στέκεσαι και να μετράς τα σταυροδρόμια όταν έχεις τόσα πολλά ή είναι λογικό και απαραίτητο να στέκεσαι, να παύεις, να αναπνέεις, να τρέμεις τη μετριότητα, την ισοπέδωση; Δε γνωρίζω, πολύ σπάνια τολμώ να ρωτήσω έτσι κι αλλιώς. Κι όμως πρέπει να ρωτάς. Είναι τόσο εύκολο να ναρκώνεσαι, να βαλτώνεις και να μισείς τους γύρω σου για τα ελλείμματα τους, την προσαρμοσμένα βαρετή ζωή τους, τις άθλιες αστικές τους νευρώσεις, τις μαλακισμένες απόψεις τους, τις ακόμη πιο μαλακισμένες φιλοδοξίες τους, ακόμη πιο εύκολο κι από το να μισείς τον εαυτό σου για τους ίδιους ακριβώς λόγους.


Στο τέλος της ημέρας, ή της νύχτας, είμαστε όλοι μόνοι. Κατά κάποιο τρόπο δηλαδή. Ίσως να μην έχει και μεγάλη σημασία, ίσως να μετράει πιο πολύ να διαλέγεις ένα πρίσμα. Άλλη μια επιλογή από τις πολλές που υπάρχουν, ένας από τους δρόμους που υπάρχουν για σένα να διαλέξεις, όπως πως θα ξυπνήσεις το επόμενο πρωινό, πόσες φορές θα ζητήσεις συγνώμη, ποια όνειρα θα κρατήσεις, και ποια θα κάψεις, πόσα ψέματα θα πεις στον εαυτό σου για να συνεχίσεις, πως θα πηγαίνεις ένα βήμα την κάθε φορά. Φυσικά μπορείς να επιλέξεις και να μην επιλέξεις, ακόμα και το κρυφτούλι γύρω από τον εαυτό σου είναι μια επιλογή, μια απόφαση τρόπο τινά. Ίσως να είναι σημαντικό να γνωρίζεις τον εαυτό σου καλά, ίσως και να μην είναι. Ίσως να είναι προτιμότερο να κρύβεσαι πίσω από μια ιδανική, ονειρική εικόνα που έχεις σχηματίσεις μονάχος σου, ή την εικόνα που έχουν για σένα οι γύρω σου, δύο εικόνες που ποτέ δεν συμπίπτουν και ποτέ δεν ανταποκρίνονται στη πραγματικότητα. Όλα αυτά δεν έχουν σημασία. Όπως κι να έχει, ο χρόνος περνά, ανεξάρτητα, κι εσύ πρέπει να συνεχίσεις, όπως μπορείς και θέλεις. Κι άμα είσαι τυχερός, μερικές φορές θα επιβραβεύεσαι με έναν ήσυχο θερινό αγρό.

Monday, July 14, 2008

Διακόπτες

Κλείσε το διακόπτη, άναψε το διακόπτη, κλείσε το διακόπτη, άναψε το διακόπτη. Μην σκέφτεσαι και πολλά, εξυπηρέτησε τη ρουτίνα που δημιούργησες μοναχός σου ακριβώς για να μπορείς να είσαι οκνηρός, για να κοιτάς τον εαυτό σου στον καθρέφτη και να μην τρέχεις να κρυφτείς με φόβο και έκπληξη. Η περίπτωσή σου δεν είναι μοναδική, μοιράζεσαι την ίδια αρρώστια με τα κτήνη που μισείς και τους αγγέλους που θαυμάζεις, την ίδια λύσσα να χαράξεις το πρόσωπο σου με ψεύδη, μικρές διαστρεβλώσεις, ψίθυρους, παραδοχές, ενοχές για να κρύψεις τους φόβους σου, τα λάθη σου. Κλείσε το διακόπτη, άναψε το διακόπτη, κλείσε το διακόπτη, άναψε το διακόπτη.

Οι μέρες φεύγουν αδιάφορα σαν ένα διάστημα νεκρού χρόνου σε μια μακρόσυρτη αφήγησης μιας μέτριας κινηματογραφικής παραγωγής. Μέχρι να τις μετρήσεις, έχουν πληθύνει παραπάνω, μέχρι να τις αντιστρέψεις, έχεις χάσει κι άλλες. Η αγωνία σου δεν είναι αυτή της επιβίωσης, της δίψας, της πείνας, είναι περισσότερο το σύγχρονο και αδιάφορο angst, η γη που πατάς μα ποτέ δεν έσπειρες, ο αέρας που δεν σου ανήκει, το νερό που τρέχει από απύθμενες πηγές, οι άλλοι σαν κι εσένα γύρω σου, οι περαστικοί, οι φίλοι σου, άλλοι αξεσουάρ, άλλοι υπαρκτοί -ανύπαρκτοι, οι συγγενείς σου. Είναι τα κτίρια γύρω σου, οι δρόμοι, φλέβες μολυσμένες μα πίσσα, πληγωμένες σε κάθε σημείο, είναι τα γρήγορα και αδιάφορα αμάξια, είναι οι διάφορες ταχύτητες γύρω. Θέλεις να σταθείς ακίνητος και να ανιχνεύσεις τα πάντα γύρω σου σε αργή κίνηση, σαν σε ταινία, ξανά, αλλά η ζωή δεν είναι ταινία, ξανά. Όσο και να ήθελες εσύ να έχεις την πένα και να γράφεις την ιστορία σου, δεν υπάρχει ούτε πένα ούτε χαρτί.

Σκέφτεσαι λοιπόν παράξενα και αναλογίζεσαι τι δεν είπες στον άνθρωπο που έχεις να του μιλήσεις ένα λεπτό, στον άλλον που έχεις να του μιλήσεις μια ώρα, σε κάποιον που έχεις να του μιλήσεις μια μέρα, σε άλλον που έχεις να τους ακούσεις μια εβδομάδα, και πιο παραπέρα, ένα χρόνο, δέκα χρόνια, τι λέξεις, φράσεις, σκέψεις, αισθήματα έχουνε μείνει αγκιστρωμένα στο κεφάλι του σαν αναμνήσεις, χαμένες ευκαιρίες και απογοητευτικές μετάνοιες. Έτσι έχεις ένα θλιβερό κολάζ, ένα άλμπουμ αναμνησιακό να σου θυμίζει τη μετριότητά σου. Όχι πως δεν υπάρχουν και στιγμές που δεν χαμογελάς, όχι πως τα στήθια σου δεν ζεσταίνονται σε κάποιες παλιές ιστορίες και φωτογραφίες, αλλά το ξέρεις, όταν βγαίνεις το πρωί από τη πόρτα σου, όταν μπαίνεις σε ένα ασανσέρ, όταν ανεβαίνεις κάποια σκαλιά, όταν παραγγέλνεις το ποτό σου, όταν κάθεσαι και ανοίγεις την τηλεόραση, όταν περιμένεις το λεωφορείο στη στάση, το ξέρεις, απλά το ξέρεις.

Κλείσε το διακόπτη, άναψε το διακόπτη, κλείσε το διακόπτη, άναψε το διακόπτη. Η ρουτίνα, με τις ευκολίες και τις δυσκολίες της σε έχει κάνει καλό μαθητή, από εκείνους που δε ρωτάνε, από εκείνους που γράφουν στα Stag τετραδιάκια ότι τους λέει ο πίνακας. Γυρνάς σελίδα και γράφεις νέα πράματα, πάντα όμως με τον ίδιο γνώριμο τρόπο, με τον ασφαλή τρόπο, με τα ίδια σχεδόν καλλιγραφικά γράμματα. Ένας κόσμος όχι γυάλινος, μα χάρτινος, αποτυπωμένος, ισοπεδωμένος, μουτζουρωμένος. Ένας κόσμος δικός σου, μα και ξένος, ένας κόσμος που σε έχει αφομοιώσει, που σου έχει χαρίσει όσα χρειάζεσαι για να αγαπάς τον εαυτό σου και τα πολλαπλά είδωλά σου και για να ανέχεσαι τις υπόλοιπες και ελαττωματικές κόπιες γύρω σου. Έχεις ανάγκη από ανθρώπους γύρω σου, στον κόσμο σου, γύρω από το φωτεινό σου άξονα να περιστρέφονται σαν πλανήτες, σαν τον Κρόνο, τον Ερμή, την Αφροδίτη, να περιστρέφονται γύρω σου ανά περιόδους και σταθερά, να τους φωτίζεις και να σε αναζητούν, να τους ελκύεις και να σε ελκύουν. Βλέπεις περίεργα ανησυχητικά όνειρα, βλέπεις τους πλανήτες να αλλάζουν τροχιές ή μακρινά αστέρια να πέφτουν, βλέπεις τον ήλιο σου να δύει και να ανατέλλει και τον εαυτό σου να σηκώνεται ράθυμα, ταπεινωτικά. Νιώθεις τον εαυτό σου να γερνά κι ας μην είναι αλήθεια.

Κλείσε το διακόπτη, άναψε το διακόπτη, κλείσε το διακόπτη, άναψε το διακόπτη. Σταμάτα.

Τρίτη και Καταλληλότερη

Τη πρώτη φοράς που ακούς το Third των Portishead δεν καταλαβαίνεις και πολλά. Περιμένεις να παρασυρθείς σε σκοτεινά και υγρά μονοπάτια, στα γνώριμα μα και συνάμα απόκοσμα μουσικά τοπία της ιστορικής μπάντας από το Bristol που μαζί με τους Massive Attack όχι μόνο δημιούργησαν ένα νέο ήχο, αλλά και επαναπροσδιόρισαν τα όρια της μουσικής παραγωγής σαν διαδικασία και μέθοδο δημιουργίας και σύνθεσης όσο πομπώδες και αν ακούγεται αυτό. Η αλήθεια; Στο πρώτο άκουσμα απογοητεύεσαι. Τα samples και το scratching έχουν εξορισθεί, η φωνή της Gibbons περνάει χωρίς καμία ή με ελάχιστες παραμορφώσεις, ενώ τα καθαρά ηλεκτρονικά στοιχεία είναι εντονότερα καταδικάζοντας τα ρετρό μοτίφ και το lo-fi στο μουσικό χρονοντούλαπο της φοβερής επιτυχίας που είχε το συγκρότημα στη δεκαετία του '90. Ακόμη και από το πρώτο άκουσμα ξέρεις πως πρόκειται για μια πολύ καλή δουλειά, πως σχήματα όπως οι Chemical Brothers και οι Archive θα ήταν κάτι παραπάνω από περήφανα άμα υπογράφανε μια τέτοια παραγωγή, αλλά συγχρόνως η πρώτη φράση που σου έρχεται στο μυαλό είναι πως 'αυτό δεν είναι Portishead'. Κάτι αντίστοιχο δηλαδή με το 'Kid A' των Radiohead δηλαδή.


Όπως όταν το 2000 οι Radiohead είχαν ένα διπλό στοίχημα να κερδίσουν με το 'Kid A', έτσι και o Barrow και η παρέα του μετά από 10 ολόκληρα χρόνια επιχειρούν να επανατοποθετήσουν τη μουσική τους ταυτότητα σε ένα καινούριο περιβάλλον, το οποίο εν μέρει έχει ορισθεί από το δικό τους παρελθόν. Άμα το πετυχαίνουν ή όχι είναι σχετικό και εν τέλει αδιάφορο. Σίγουρα θα χάσουν τιμητές και θα κερδίσουν νέους, αλλά η επιτυχία δεν είναι το ζήτημα εδώ, όσο η μουσική ολοκλήρωση και συνέπεια, το προσωπικό τους στοίχημα αν θέλετε, να ανεγερθούν από τη λήθη και τη κούραση των τελευταίων 10 ετών και να δημιουργήσουν κάτι αντάξιο των ικανοτήτων τους. Κι αυτό το πετυχαίνουν σίγουρα.


Όσο συνεχίζεις και ακούς το άλμπουμ, και αρχίζεις να ξεκολλάς λίγο από το πιο εύπεπτο και πιασάρικο 'We Carry On', τόσο πιο κοντά πλησιάζεις στο αλλόκοτο, εξαιρετικό και συνάμα επιβλητικό 'Machine Gun', ένα κομμάτι που μονάχα ως tour de force της ηλεκτρονικής μουσικής των τελευταίων 20 ετών μπορεί να περιγραφεί, ενώ την ίδια στιγμή αναρωτιέσαι πόσο πιο πολύ μπορούν οι Portishead να αποσυνθέσουν το ιερό trip hop beat γύρω από το οποίο χτίστηκαν δύο πρώτοι δίσκοι στο 'Silence' και στο 'Magic Doors'. Την ίδια στιγμή, ο Utley ξεπερνάει τα πριν δέκα χρόνια αξεπέραστα blues ακόρντα του και ταξιδεύει με την άνεση ενός ταραγμένου ανθρώπου από απλές συνοδείες σε ψυχεδελικά ξεσπάσματα όπως αυτό στα μεθυστικά 'Small' και 'Threads'. Κι αν στην αρχή παραξενεύεσαι που τραγούδια όπως 'The Rip' και το 'Deep Water' βρίσκονται σε αυτό το album (και όχι σε κάποιες από τις προσωπικές και σχετικά μέτριες δουλειές της Gibbons) κάπου στα 20 με 30 play αρχίζεις και αφομοιώνεις πως το Third δεν είναι απλά ένα συνονθύλευμα ανολοκλήρωτων κομματιών που είχαν στο μυαλουδάκι τους τα τελευταία 10 χρόνια η τριάδα των Burrows, Utley και Gibbons, αλλά ένα πολύ-επίπεδο και το ίδιο βασανιστικό όπως οι 2 προηγούμενοι δίσκοι, απόσταγμα προσωπικοτήτων, εμπειριών, σκέψης και δουλειάς.


Γρήγορα καταλαβαίνεις φυσικά πως δεν είναι δυνατόν μετά από 10 χρόνια ένας συγκρότημα αυτής της ποιότητας να ακούγεται το ίδιο, και καλείσαι να ξεφύγεις διανοητικά από τη παγίδα που είχαν στήσει οι ίδιοι οι
Portishead με τη μανιώδη επιμονή τους στο πως ακούγεται ο ήχος τους [1], και να συνειδητοποιήσεις πως ασχέτως ενορχήστρωσης, τότε και τώρα, οι Portishead σκέπτονται και συνθέτουν με τον ίδιο ξεχωριστό, και απλά γαμάτο τρόπο που λίγα σύγχρονα μουσικά σχήματα μοιράζονται. Δίσκοι όπως το 'Dummy' και το 'Portishead' δεν θα ξαναβγούνε, αλλά τουλάχιστον μπορούμε να ευχηθούμε πως δεν θα γίνει το ίδιο και με το 'The Third'. Μετά από τόσο καιρό λοιπόν αναμονής, οι Portishead επωμίζονται τη μουσική κληρονομιά μιας ολόκληρης γενιάς και πιάνοντάς μας από το χεράκι μας πάνε ένα βήμα παραπέρα.


Το ταξίδι συνεχίζεται και είναι το ίδιο συναρπαστικό.



[1] Για το '
Portishead', ο Barrow ηχογράφησε ζωντανά τα samples, ύστερα τα έκαψε σε βινύλιο και τότε τα σάμπλαρε αργότερα στη παραγωγή των κομματιών για να πετύχει την απόλυτη lo-fi πιστότητα.

[2] Ξαναδιαβάζοντας τα παραπάνω, αρχίζω και καταλαβαίνω γιατί επέλεξα τη Μηχανολογία και όχι οτιδήποτε άλλο που απαιτεί παραγράφους, προτάσεις, σημεία στίξης και τα λοιπά.

Tuesday, July 08, 2008

Δεν έχω ζωή και θέλω παιχταράδες

Ο καιρός δεν είναι ούτε βάσανο, ούτε η ρουλέτα της φύσης. Είναι περισσότερο ένας διανοητικός βασανιστής σμιλεμένος από τις σκοτεινές και απαίδευτες πτυχές του μυαλού μας αλλά προφανώς και από τα φυσικά φαινόμενα των οποίων τα αίτια και τις διεργασίες δεν έχουμε καταφέρει να καταλάβουμε, να επεξηγήσουμε και να αναπαράγουμε με ακρίβεια και σαφήνεια. Για παράδειγμα πολύς κόσμος αυτές τις μέρες έχει φοβερές δυσκολίες στο να συγκεντρωθεί και να σκεφτεί λόγω της ζέστης και της υγρασίας. Λες και είναι η πρώτη φορά που το ανθρώπινο είδος έχει συναντήσει τέτοιες καιρικές συνθήκες. Η αλήθεια βέβαια είναι πως αυτά τα μετεωρολογικά φαινόμενα στο αστικό περιβάλλον είναι κάπως απίθανα, αλλά φυσικά ποτέ δεν πρόκειται να ξεκινήσω μια πρόταση με κάτι που θέλω να πω, αλλά συνήθως ούτε την τελειώνω με αυτό που θέλω να πω. Όχι βέβαια πως αυτό που θέλω να πω είναι στη μέση βέβαια.


Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική, πάντα πιο κυνική και κοφτερή από οτιδήποτε άλλο, υπαγορεύει την αδυναμία μας να τιθασεύσουμε τα προγραμματισμένα από τη φύση νεύρα μας, αλλά και υπενθυμίζει τη φαιδρότητα του πολιτισμού μας, την ελάχιστη πνευματική μας διαύγεια και αυτοσυγκράτηση, όπως φυσικά και την παντελής απουσία ντροπής και συναίσθησης. Πως γίνεται εμείς, που μπορούμε και στέλνουμε σκυλιά στο διάστημα, ανθρώπους στη Σελήνη, αργοκίνητα ρομπότ στον Άρη και επίμονα κυκλώματα στις άκρες του ηλιακού μας συστήματος, πως είναι δυνατόν οι ορέξεις μας, οι διαθέσεις μας και οι ενέργειες μας να καθορίζονται από κάτι τόσο ασήμαντο όσο ο καιρός; Δεν ξέρω. Αλλά για αυτό το θέμα δεν θα ασχοληθώ τώρα, χρειάζομαι πραγματικά πολύ χρόνο για να ξεδιπλώσω το μένος μου απέναντι στα πολλαπλά ολισθήματα της ανθρωπότητας και της ελλειπτικά καταρρέουσας πνευματικής μου υπόστασης.


Όπως και να έχει, τέτοιες εποχές το μυαλό πολλών ζαλίζεται και στριφογυρίζει γύρω από φαντασιώσεις και ανέλπιδα όνειρα για πάντα χαμένους όμορφους τόπους και γαλήνιων μελωδιών. Το δικό μου σκέφτεται συστήματα ποδοσφαίρου. Ψέματα. Πάντα σκέφτομαι συστήματα ποδοσφαίρου. Ψέματα. Δεν σκέφτομαι συστήματα. Περισσότερο σκέπτομαι φάσεις, ντρίπλες, σέντρες, σουτ, τέτοια πράματα. Το κάνω κάθε φορά που βαριέμαι ή όταν η πραγματικότητά γύρω μου είναι πέραν του δεόντως, ρεαλιστική και υπαρκτή. Άλλες φορές βέβαια σκέφτομαι βυζάκια και κωλαράκια, αλλά τώρα τελευταία σκέφτομαι ποδοσφαιρικές φάσεις. Ίσως να φταίει το Euro που δεν παρακολούθησα με πίστη και αφοσίωση. Πάλι καλά που φέτος δεν είχαμε το αναθεματισμένο το Κύπελλο Συνομοσπονδιών. Ασχέτως των πολτοποιημένων σκέψεων μου, φέτος έχω μια ελαφρά ψύχωση με τις μεταγραφικές περιπέτειες της ομαδάρας.


Τώρα που το σκέφτομαι δεν φταίω εγώ. Είμαι ένας από τους πολλούς που επιβιώσαν την οχλογενή (νομίζω πως δικαιούμαι 10 Ευρώ για τη νέα λέξη) διοικητική οδύσσεια που σαν σίφουνας παρέσυρε την ομάδα την αγωνιστική σαιζόν που πέρασε. Φυσικά δεν πολυασχολήθηκα. Περισσότερο με ενδιέφεραν οι παίχτες. Αν μπορεί ο Ιβ να παίξει πίσω από τους επιθετικούς και όχι στα άκρα, πόσο ακόμα θα ξεφτιλίζει το ταλέντο του ο Έκι ή πότε ο Παπαδόπουλος θα βρει τον καλό του εαυτό. Ήταν φυσικά κι άλλοι.


Είδα να ντύνονται στα πράσινα μια πρώην παιχτούρα (Postiga, aka πουτίνγκα ή πουστίγκα ή thumbs up but no goals guy), μια δανεική πιθανή παιχτούρα (Μανούτσο, aka Μαπούτσο), διάφορα μαύρα διαμάντια (Σιμάο άνευ σχολίου και NNτόι με του οποίου το όνομα δεν μπορείς να κάνεις κανένα σύνθημα). Είδα ακόμη το Ρομέρο με κοντό μαλλί (αποκάλυψη), τον Νίλσον με κοντό μαλλί (ο οποίος φημολογείται πως θα κυκλοφορήσει βιβλίο με τον τίτλο 'Πως από δεξί χαφ να γίνεται αριστερό μπακ στην εθνική σας ομάδα χάρη σε μια τρελή ελληνική ομάδα), τον Μάλαρτζ με μοϊκάνα και την σχεδόν μεταφυσική του πίστη πως θα τον καλέσουν στην εθνική Πολωνίας και τον Δημούτσο να ξεχνιέται … από όλους. Είδα φυσικά και τον τυπάρα, τον natural born leader της ομαδάρας να βασανίζει την μπάλα, τους διαιτητές, τη μεσαία γραμμή και κυρίως τον εαυτό του σε κορυφαίες στιγμές μαζοχισμού, όπως και τον Μόρις, που αν δεν έπαιζε ποδόσφαιρο θα ήταν πρωταθλητής στο άλμα είς μήκος, καθώς φυσικά και τον τρελλό πεπαλαίουρα πλέον της ομάδας Λουκά Βύντρα να κρατά με νύχια, δόντια και μπεκατσο-σέντρες την αγάπη μου για αυτή την ομάδα.


Όμως, από φέτος τα πράματα υποτίθεται πως αλλάζουν. Ο looser σωφερίνος έχει πλέον παραγκωνιστεί διοικητικά, ο νέος coach είναι οξύθυμος και έμπειρος, ενώ με βαριά καρδιά ο Αντωνίου εγκατέλειψε τα τηλεοπτικά πλατώ για να γίνει τεχνικός διευθυντής, δηλαδή αρχι-σκάουτερ. Το αρχι- ερμηνεύστε το όπως θέλετε. Η ουσία είναι πως με νέα πρόσωπα και πλούσιο budget οι ποδοσφαιρικές ονειρώξεις αυξήθηκαν εκθετικά.


Η αρχή έγινε με το νέο προπονητή. Όλοι οι απανταχού βάζελοι με μια φωνή ξεστόμισαν τον όνομα του πρίγκιπα και το φλέρτ ξεκίνησε με τα συνήθη, για τρίτη φορά, αποτελέσματα. Ο έρωτας έμεινε άκαρπος, μονάχα για να φύγει ο Ντούσαν από τον Άρη ένα μήνα μετά. Καταραμένο timing, και όχι τίποτα άλλο, αλλά και αυτό για το τίποτα έγινε. Αλλά θα φτάσουμε εκεί λίγο πιο μετά. Τέλος πάντων, η ουσία είναι πως για μια ακόμη φορά ο Μπάγεβιτς δεν κατέληξε να είναι προπονητής του Παναθηναϊκού, και έτσι ξεκίνησε ο πρώτος γύρος ονομάτων, των προπονητών. Δεν θυμάμαι και πολλά από εκείνη την εποχή, αλλά θυμάμαι που ακούστηκε το όνομα του Ράϊκαρντ, και ένιωθα τον κρύο ιδρώτα στο μέτωπό μου. Κάποια στιγμή ακούστηκε και το όνομα του Τεν Κάτε, χωρίς όμως να δείχνω ιδιαίτερη προτίμηση. Προϊστορία σε μεγάλους συλλόγους, πολύ μικρή όμως θητεία σαν πρώτος coach, πολλά νεύρα. Η ομαδάρα θα είναι το στοιχημά του και δεν με αρέσει να χρησιμοποιούν την ομαδάρα μου για πειράματα. Όπως και να έχει είναι άλλου επιπέδου, αλλά του ίδιου επιπέδου με τον Πεσέϊρο εδώ που τα λέμε.
Αφού οριστικοποιήθηκε το θέμα του προπονητή, μπήκαμε στο ψητό.


Θυμάμαι μια μέρα που έψαχνα με μανία μια εφημερίδα για να δω ονόματα. Δεν ξέρω γιατί εκείνη την συγκεκριμένη ημέρα με χτύπησε ο μεταγραφικός πυρετός, αλλά ήθελα οπωσδήποτε μια εφημερίδα. Βέβαια μου τη βάρεσε το μεσημέρι και τελικά αναγκάστηκα να συμβιβαστώ με την Εξέδρα η οποία είχε λίγα πράματα. Την ίδια μέρα, ένας φίλος μου ανέφερε το όνομα του Αϊμάρ. Δεν με πολυ-έψηνε η ιδέα, αφού αν και τεράστιο ταλέντο και ποιοτικός, έχει εξαφανιστεί στη μαύρη τρύπα της ποδοσφαιρικής καθημερινότητας της Primera Division, ενώ και τα λεφτά που κόστιζε ήταν καταδικαστικά για τις υπόλοιπες μεταγραφικές κινήσεις. Όπως ήταν λογικό, εμείς, αν και τον εξασφαλίσαμε, τελικά τον απορρίψαμε για τεχνικούς λόγους ότι διάολο κι αν σημαίνει αυτό. Εγώ την ίδια μέρα είχα άλλες ιδέες, ονόματα που είχα ψαρέψει από το manager. Πρώτο και καλύτερο τον Vanden Borre της Anderlecht, βέλγικο δεξί μπακ με τα όλα του. Έπειτα είχα κατά νου και τον Cavenaghi, έναν Αργεντίνο επιθετικό, ο οποίος όμως με απογοήτευσε στα video που είδα στο youtube. Βέβαια δεν σταμάτησα εκεί, αφού για το κέντρο της άμυνας είχα μεγάλες ιδέες με τον Αβράαμ Παπαδόπουλο και τον Στάθη Ταυλαρίδη για τρελούς τσαμπουκάδες. Ναι, τον Ταυλαρίδη ρε! Ψηλό παιδί, δυνατό και με εμπειρία σε πολύ καλό πρωτάθλημα. Τέλος πάντων. Μια φορά, για το κέντρο δεν είχα και πολλές καλές ιδέες, αλλά τι τα θες; Εδώ κοτζάμ υπεύθυνοι ποδοσφαιρικού τμήματος και δεν έχουν βρει τίποτα για το κέντρο.


Μέχρι τη πρώτη συγκέντρωση και στην μετά-Αϊμάρ εποχή παρέλασαν πολλά ονόματα με αυτά του Παπαδόπουλου και του Πεγεράνο να γεμίζουν στήλες ολόκληρες στις αθλητικές εφημερίδες, ενώ πολύ γρήγορα ο Κλέϊτον (διακαής πόθος του ιδίου φίλου) και ο διαστημικός (λόγω απαιτήσεων του ΠΑΟΚ) Χριστοδουλόπουλος (διακαής πόθος δικός μου) ντύθηκαν στα πράσινα (classic φράση). Με αυτά και με αυτά ήταν λογικό αρκετοί από τη περσινή περίοδο άρχισαν να ανησυχούν και δικαίως.


Στη πρώτη συγκέντρωση τα μαντάτα έσκασαν σαν κεραυνός. Καλά όχι ακριβώς, αλλά ο Παπαδόπουλος (ο Δημήτρης) και ο Νασίφ Μόρις ενημερώθηκαν πως πρέπει να βρουν νέα ομάδα (λες και δεν το ήξεραν νωρίτερα, αλλά τέλος πάντων), κίνηση η οποία προσωπικά μου γεννά ερωτηματικά. Ο Μόρις εν συνεχεία έκανε και δεν έκανε κάποιες δηλώσεις, με τα μέτωπα Πεγεράνο και Παπαδόπουλου να είναι ακόμα θολά και την ομάδα να έχει στο κέντρο της άμυνας ... κανένα (ο Σαριέγκι δε μετράει γιατί πάντα φοράει σορτσάκι δύο φορές μεγαλύτερο)! Μερικές μέρες μετά η σούπερ ομάδα έκανε τα απαραίτητα για να καλύψει αυτό το κενό και προχώρησε στην επόμενη μεταγραφή της, αυτή του Γκούμα, η οποία αν και εσωτερική μάλλον προσμετράται στο πακτωλό budget, όπως και οι υπόλοιπες ανανεώσεις. Όσο η ομαδάρα δεν έκλεινε παίχτες τόσο αυξάνονταν τα ονόματα με μόνη διαφορά πως το ενδιαφέρον μετακόμισε από την Αργεντινή στη διπλανή και πιο εξωτική Βραζιλία, αφού είδαν και απόειδαν με τις συστάσεις του Ρότσα. Νέι και Γκάμπριελ τα νέα παιχτάκια για την άμυνα χωρίς κάτι το σίγουρο, ενώ λίγο αργότερα κορυφώνεται το θρίλερ Παπαδόπουλου και ολοκληρώνεται με την χειρότερη δυνατή εξέλιξη, δηλαδή την μεταγραφή του στον Ολυμπιακό. Την ίδια στιγμή ο Πεγεράνο έχει, δεν έχει υπογράψει με την υπερ-ομάδα ίσα και με τρεις φορές. Ο Μουν (νοτιοαφρικάνος που δεν τον ξέρει ούτε ο θυρωρός της πολυκατοικίας του) δοκιμάζεται στις προπονήσεις, η Ρόμα θέλει κι αυτή τον Ζιλμπέρτο, και συγχρόνως εξετάζεται η περίπτωση του πολυτάλαντου Ααρόν Νίγκεθ ο οποίος μονάχα ως δανεικός μπορεί να δοθεί από τη Βαλένθια. Το τεχνικό team βλέποντας την κατάσταση να ολισθαίνει και την άμυνα να απουσιάζει, οριστικοποιεί και κλείνει ... τον Ρουκάβινα, προτείνοντας τις πολλαπλές επιλογές στην επίθεση ως την καλύτερη ίαση στις τρύπες στα μετόπισθεν. Τα τελευταία νέα αναφέρουν την παραμονή του Ίβανσιτς και την επέκταση συμβολαίου του Σιμάο. Αντιγράφοντας από το contra.gr η αποστολή για τη προετοιμασία στην Αυστρία:


Γκαλίνοβιτς, Μάλαρτζ, Καρνέζης, Σαριέγκι, Μόρις, Δάρλας, Γκούμας, Σιόντης, Σιμάο, Βύντρα, Σπυρόπουλος, Παντίδος, Μάτος, Ρομέρο, Λεοντίου, Καραγκούνης, Τζιόλης, Ν'Ντόι, Ίβανσιτς, Νίλσον, Κλέιτον, Χριστοδουλόπουλος, Δημούτσος, Παπαδόπουλος, Σαλπιγγίδης, Μάντζιος, Πετρόπουλος, Σάμιος, Βλάχος, Μουν και Ζουνίνιο. Νίνης και Μπούτζικος είναι με την Εθνική Νέων.


Από αυτούς, Ρομέρο, Παπαδόπουλος, και Μόρις δεν θα πρέπει να υπολογίζονται καθόλου. Επίσης οι Παντίδος, Δάρλας, Σιόντης, Βλάχος και Σάμιος δύσκολα θα φτάσουν τα 100 λεπτά συμμετοχών (αν και τον Σιόντη τον πιστεύω), παρόλο τα γούστα του Τεν Κάτε για τους μπόμπιρες, ο Λεοντίου άγνωστο σε τι κατάσταση βρίσκεται, ενώ μην με ρωτάτε καν για τους υπο δοκιμή και για τον Μάντζιο. Άρα μέχρι στιγμής η πιο λογική ενδεκάδα είναι η ακόλουθη:


4-4-2 με 2 αμυντικά χαφ:


Γκαλίνοβιτς, Σαριέγκι, Γκούμας, Σπυρόπουλος, Νίλσον, Μάτος, Τζιόλης, Καραγκούνης, Ίβανσιτς, Κλέιτον και Σαλπιγγίδης. Αναπληρωματικοί: Μάλαρτζ, Ν'Ντόι, Νίνης, Βύντρα, Σιμάο και Χριστοδουλόπουλος.


Σε περίπτωση που δεν το έχει προσέξει κανένας, άμυνα και κέντρο δεν έχουν αλλάξει! Βέβαια αυτή είναι η δική μου ενδεκάδα, και δεν έχω υπολογίσει τον Ρουκάβινα, οπότε εναλλακτικά:


4-4-2 με 2 αμυντικά χαφ:


Γκαλίνοβιτς, Σαριέγκι, Γκούμας, Σπυρόπουλος, Νίλσον, Μάτος, Τζιόλης, Καραγκούνης, Ίβανσιτς, Κλέιτον και Ρουκάβινα. Αναπληρωματικοί: Μάλαρτζ, Ν'Ντόι, Νίνης, Βύντρα, Σιμάο και Σαλπγγίδης.


Και πάλι η ενδεκάδα αλλάζει μονάχα σε δύο θέσεις. Μάλλον φταίει το σύστημα. Δύσκολα θα παίξει ο Τεν Κάτε 4-4-2 με δύο αμυντικά χαφ. Βαριέμαι να ψάξω το στυλ παιχνιδιού του Τεν Κάτε οπότε θα ποντάρω στο 4-4-2 με ρόμβο, 3-4-3 με 2 αμυντικά χαφ, το πολυδιαφημιζόμενο από του δημοσιογράφους και για εμένα δυσνόητο 4-3-3, και φυσικά το εν ελλάδι αγαπημένο 4-4-1-1 με ένα καθαρό και αξιόπιστο φορ.


4-4-2 σε ρόμβο:


Γκαλίνοβιτς, Σαριέγκι, Γκούμας, Σπυρόπουλος, Νίλσον, Μάτος, Νίνης και Ίβανσιτς στα άκρα (τολμηρό το ξέρω), Καραγκούνης στην κορυφή, Κλέιτον και Ρουκάβινα. Αναπληρωματικοί: Μάλαρτζ, Χριστοδουλόπουλος, Δημούτσος, Βύντρα, Τζιόλης και Σαλπγγίδης.


3-4-3 με 2 αμυντικά χαφ:


Γκαλίνοβιτς, Σαριέγκι, Σπυρόπουλος, Νίλσον, Μάτος, Τζιόλης, Καραγκούνης, Ίβαντσις, Κλέιτον, Ρουκάβινα και Σαλπιγγίδης. Αναπληρωματικοί: Μάλαρτζ, Ν'Ντόι, Νίνης, Βύντρα, Σιμάο και Χριστοδουλόπουλος


4-3-3:

Γκαλίνοβιτς, Σαριέγκι, Γκούμας, Σπυρόπουλος, Νίλσον, Μάτος, Τζιόλης, Καραγκούνης, Σαλπιγγίδης, Κλέιτον, Ρουκαβίνα. Αναπληρωματικοί: Μάλαρτζ, Ν'Ντόι, Νίνης, Βύντρα, Σιμάο, Ίβανσιτς


4-4-1-1:

Γκαλίνοβιτς, Σαριέγκι, Γκούμας, Σπυρόπουλος, Νίλσον, Μάτος, Τζιόλης, Καραγκούνης, Ίβανσιτς, Νίνης ελεύθερος μπροστά από τη περιοχή και Κλέιτον στη κορυφή. Αναπληρωματικοί: Μάλαρτζ, Ν'Ντόι, Νίνης, Βύντρα, Σιμάο και Σαλπγγίδης.

Δοκίμασα τα πάντα, αλλά δε γίνεται τίποτα. Η ομαδάρα προετοιμάζεται με παίχτες που δεν θα πάρουν λεπτά συμμετοχής και με τον ίδιο δοκιμασμένο (και άκαρπο;) κορμό στην άμυνα και το κέντρο, ενώ σε λίγες μέρες έχει τα προκριματικά για το Champions League. Παρόλο τη διαφαινόμενη ανατολή της νέας εποχής στον επόμενο αιώνα λειτουργίας της ομαδάρας, τα πρώτα σημάδια είναι ιδιαιτέρως αρνητικά τουλάχιστον για μένα, με το σφιγμένο πορτοφόλι να είναι πανταχού παρών την ίδια στιγμή που τα διαρκείας για το ΟΑΚΑ φεύγουν σαν κουτσουλιές σε δημόσιο πάρκο.


Όπως όλοι συμφωνούν, η ομάδα χρειάζεται τουλάχιστον 2 κεντρικούς αμυντικούς, ένα ηγετικό χαφ κλάσης (και ηγετικό και κλάσης φυσικά φυσικά), και δύο ακραίους, ένα δεξί μπακ και ένα επιθετικό και ένα εξτρέμ. Βέβαια ο κάθε τυχαίος και άσχετος προπονητής της εξέδρας, του καναπέ, της πολυθρόνας και της τουαλέτας έχει τις απόψεις του, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που το καλύτερο θα ήταν να καταργηθεί ολοκληρωτικά ο ρόλος του προπονητή και να καθιερωθεί ένα σύστημα λαϊκής συμμετοχής με τηλεφωνήματα, internet και εγώ δεν ξέρω τι άλλο. Φυσικά με τον ίδιο τρόπου που ο καθένας έχει τις απόψεις του για τα σχήματα και τους παίχτες, έτσι έχουμε όμως και απόψεις και για το υπεράνω του γηπέδου σχήμα. Με κάθε σεβασμό προς τον Αντωνίου και στους υπολοίπους, κάτι δεν πάει καλά με τον τρόπο που χτίζεται αυτή η ομάδα. Μπορεί βέβαια να κάνω και λάθος. Μπορεί αύριο να ανακοινωθούν ο Πεγεράνο και ο Γκάμπριελ (τον οποίο μάλλον όντως θα αποκτήσει η ομαδάρα) και μερικοί ακόμη, και στο τέλος να αποδειχθούν όλοι τους παιχταράδες. Ποιός ξέρει; Αλλά και πάλι, είπαμε. Τα πρώτα σημάδια δεν είναι καλά, δεν είναι τυχαίο που η ομαδάρα ανταγωνίζεται ομάδες για παίχτες όπως η Αλμέρια και η υποβιβασμένη στη Secunda Division Μούρθια (πρόσφατη περίπτωση Μεχία).


Βέβαια η αλήθεια είναι πως δε με πολύ-νοιάζει αυτό. Όχι πως δεν θέλω το καλύτερο για την ομάδα μου, αλλά αυτή τη στιγμή προτιμώ να συμμετέχω στην μέθη των ονομάτων, των πιθανοτήτων, να κοιτάω στο wikipedia βιογραφικά και στο youtube στιγμιότυπα πιθανών και απίθανων παιχτών, να ανοίγω το manager και να βλέπω πως έχει εξελιχθεί ο τάδε και ο δείνα παίχτης το 2012 (ναι, το 2012...) και που και που, να κάνω το μοιραίο λάθος και να αγοράζω αθλητική (ω ναι...) μετά από τόσα χρόνια. Για κάποιο λόγο φέτος δεν είναι μονάχα η αιώνια ενδοβαζελική διαμάχη για τις ικανότητες των Λεοντίου, Τζιόλη και Βύντρα ή στα πόσα γρονθοκοπήματα θα φύγει ο Έκι, ούτε στα πόσα παιχνίδια γίνεσαι μανιοκαταθλιπτικός ή αλκοολικός ή καρδιακός (ανάλογα την περίπτωση). Τρελαίνομαι είναι η αλήθεια, όλη αυτή η φαντασιακή πραγματικότητα, όσο την ακολουθείς, τόσο γιγαντώνεται, όσο πέρνανε οι μέρες τόσο περισσότερο αγχώνεσαι γιατί παρόλο που πλησιάζουν τα φιλικά (τα φιλικά, τα φιλικά, ω ναι, τα φιλικά) αυτό το οικοδόμημα θα καταρρεύσει κάποια στιγμή θα καταρρεύσει, κάπου κοντά στην πρώτη ή στην δεύτερη αγωνιστική.

Τέλος πάντων, καλή επιτυχία σε όλους και τρεμπλ στην Πανάθα. Εύκολα.

Thursday, July 03, 2008

Αναλήθειες

Ειδικά αυτό τον καιρό δεν μπορώ να απασχολούμαι με εισαγωγές και στυλ. Είμαι άσχετος και στα δύο.


Πρόσφατα, με κάθε καλή πρόθεση, έπεσα θύμα μιας παρουσίασης. Εντάξει, όχι ακριβώς θύμα, αλλά τέλος πάντων τον χρόνο μου μια φορά τον έχασα. Η παρουσίαση αφορούσε μια εταιρεία, την
Amway, και την πιθανότητα εγώ και φίλοι και μέλη της οικογένειας μου να γίνουμε 'μέλη' αυτής της εταιρείας. Πιο συγκεκριμένα, να γίνουμε αγοραστές-καταναλωτές του καταλόγου τους ή/και στην πορεία με το ανταποδοτικό σύστημα πόντων και το referral system που έχουν, να γίνουμε πράκτορες-πωλητές-παραγωγοί της εταιρείας. Ξεκίνησα να παρακολουθώ προκατειλημμένος και φυσιολογικά μετά από μια ώρα οι απόψεις μου επιβεβαιώθηκαν και ενισχύθηκαν.


Στο ζουμί λοιπόν.


Τι είναι η
Amway;


H Amway ανήκει στην πολυεθνική Alticor και ιδρύθηκε το 1959 (η εταιρεία προϋπήρχε το 1949 ως Ja-Ri από τα αρχικά των ιδρυτών της και πουλούσε συμπληρώματα διατροφής) και κύριος άξονας δραστηριότητας της είναι η πώληση υπηρεσιών και προϊόντων (καλλυντικά, κοσμήματα, ηλεκτρονικές συσκευές, ιονιστές, συμπληρώματα διατροφής και διαίτης) μέσω 'δικτυακού marketing' ή πολύ-επίπεδου (multi-level) marketing.

Τι είναι το δικτυακό marketing;


Το δικτυακό
marketing είναι μια μέθοδος προώθησης προϊόντων και υπηρεσιών μέσω απευθείας πωλήσεων και συστάσεων πώλησης μέσα σε ένα δίκτυο φίλων, συγγενών και γνωστών. Λίγο πιο απλά. Το δικτυακό marketing αποκηρύσσει τη μαζική διαφήμιση, και αντιθέτως συστηματοποιεί το λεγόμενο 'word of mouth', τις συστάσεις και προτάσεις φίλων και γνωστών μεταξύ τους, με μόνη διαφορά πως στο δικτυακό marketing η 'σύσταση' ή 'πρόταση' ανταποδίδεται με χρηματική (ή με άλλης μορφής χρηματικό ή εμπορικό αντίτιμο όπως κουπόνια ή εκπτώσεις) προμήθεια. Πιο συγκεκριμένα, η σύσταση κατηγοριοποιείται ως πώληση (προφανώς) ενώ οι 'φίλοι' και 'γνωστοί' είναι στην ουσία άμισθοι πράκτορες, ή 'παραγωγοί' όπως τους αναφέρουν οι εταιρείες τους.


Φυσικά οι φίλοι και γνωστοί, από τούθε και στο εξής πράκτορες, δεν κρύβουν την ιδιότητά τους. Αντιθέτως είναι πολύ ξεκάθαροι και επικοινωνιακοί ως προς τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που προωθούν. Ο λόγος είναι απλός. Το δικτυακό
marketing είναι ένα ευφυές και εξαιρετικό αυτο-αναπαραγώμενο επιχειρησιακό μοντέλο αντίστοιχο της μαφίας, της σαϊεντολογίας και άλλων πυραμιδοειδών δομών που βασίζονται στην ιεραρχική απόδοση ή είσπραξη προμηθειών ή/και χορηγιών.Οι πράκτορες δεν πρακτορεύουν μονάχα τις πωλήσεις αλλά και το ίδιο το εμπορικό μοντέλο. Μπορείς να είσαι και καταναλωτής και πωλητής.


Ένα παράδειγμα:
Amway


Ένας γνωστός σου ή φίλος φίλου σου σε πλησιάζει και σου λέει πως δουλεύει για την
Amway και σου εξηγεί την όχι ακριβώς ιδανική κατάσταση στην καταναλωτική αγορά (ακριβές τιμές, αδυναμία επιστροφών, κακή ποιότητα, αυθαίρετες ανατιμήσεις κλπ.) και σου προτείνει μια καλή εναλλακτική. Σου προτείνει έναν και μόνο αποκλειστικό προμηθευτή (την Amway) ο οποίος έχει μια πληθώρα προΐόντων και υπηρεσιών, με πλήθος από πατέντες, τρίμηνη εγγύηση επιστροφής, χαμηλές τιμές και αναπροσαρμογές τιμών, και δυνατότητα επιπλέον έκπτωσης ανάλογα με τον όγκο που καταναλώνεις - αγοράζεις. Ειδικά το τελευταίο μπορεί κάποιος να σκεφθεί πως είναι ιδιαίτερα δίκαιο και επικερδές. Και είναι. Όσο πιο πιστός παραμένεις στον προμηθευτή σου και όσο πιο πολύ αγοράζεις από αυτόν, τόσο πιο ανταποδοτική πρέπει να είναι η έκπτωση. Φυσικά δεν είναι θέμα δικαίου, αλλά κινήτρων. Έχεις κίνητρο να αγοράσεις περισσότερο, ώστε να εξασφαλίσεις μια καλύτερη έκπτωση, μια καλύτερη τιμή (1).


Στην
Amway συγκεκριμένα επιβραβεύεσαι με πόντους από όσο γνωρίζω. Για 150 Ευρώ αγορών επιβραβεύεσαι με 100 πόντους ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων (δεν θυμάμαι την ακριβής ισοτιμία). Ύστερα υπάρχουν σκαλοπάτια ανάλογα με τους πόντους που μαζεύεις, όπου σε κάθε σκαλοπάτι εξασφαλίζεις και ένα ποσοστό (ξεκινάς νομίζω από το 4%) επιστροφής επί του τζίρου που έκανες.


Άμα ενδιαφέρεσαι ακόμη περισσότερο, μπορείς να ακολουθήσεις τον γνωστό σου σε ένα σεμινάριο ή ακόμη να ακούσεις ένα
CD της εταιρείας για το πως μπορείς και εσύ να κερδίσεις χρόνο και χρήμα, πως μπορείς να γίνεις αυτόνομος επιχειρηματίας, ένας επενδυτής ακόμη. Πως μπορείς να πουλάς τα προϊόντα σου σε ένα κύκλο ή σε ένα δίκτυο γνωστών και φίλων. Όσο καιρό εξοικειώνεσαι με την ιδέα και σε ενδιαφέρει, ο γνωστός σου (ή κάποιος άλλος) γίνεται ο σπόνσοράς σου και εσύ μπαίνεις στην ομάδα. Φυσικά από την πρώτη αγορά που έχεις κάνει, οι πόντοι δεν μετράνε μονάχα υπέρ σου αλλά και υπέρ του σπόνσορά σου. Όπως είναι λογικό αυτή η αλυσίδα συνεχίζεται και οι πόντοι σου μετράνε υπέρ του σπόνσορα του σπόνσορα σου και ούτω καθεξής.


Το αποτέλεσμα είναι πως από ένα σημείο και πέρα δεν χρειάζεται να προσυλητίζεις άλλους υποψηφίους στην εταιρεία και μπορείς να αρκεστείς μονάχα στις προμήθειες που κερδίζεις από αυτούς που είναι από κάτω σου, από τους υφισταμένους σου. Δηλαδή, πλέον από 'παραγωγός', έχεις γίνει επενδυτής, έχεις ένα παθητικό εισόδημα, θεωρητικά για πάντα.


Τι είναι η πυραμίδα ;


Όσο αναφορά επενδυτικά σχήματα, μια πυραμίδα είναι ένα εμπορικό σύστημα στο οποίο πρέπει να πληρώσεις μια συνδρομή ώστε να συμμετάσχεις στο σύστημα και ύστερα έχεις ένα οικονομικό αντίτιμο (πολύ μικρότερο από την αρχική συνδρομή) για κάθε μέλος το οποίο στρατολογείς να συμμετέχει στο σύστημα χωρίς όμως να υπάρχει κάποια πραγματικό προϊόν ή υπηρεσία. Το μοντέλο καταρρέει όταν οι κορυφές της πυραμίδας αποχωρούν με το συσσωρευμένο κεφάλαιο ενώ οι υφιστάμενοι τους έχουν χάσει αν όχι ολόκληρη τη συνδρομή, ένα πολύ σημαντικό ποσοστό της. Στατιστικά το ποσοστό των χαμένων είναι κάτι παραπάνω από το 85%.


Η
Amway φυσικά αν και ακολουθεί την ίδια τοπολογική δομή, δεν είναι μια πυραμίδα, αφού ούτε συνδρομή χρειάζεται, ενώ και προϊόντα και υπηρεσίες υπάρχουν. Όμως τόσο σε επιχειρησιακό και οικονομικό επίπεδο, όσο και σε προσωπικό, η Amway και η κάθε Amway, είναι μια νοσηρή ιδέα και θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί.


Από τη πλευρά του καταναλωτή


Εξηγήθηκε ήδη πως εκ πρώτης όψεως ο απλός καταναλωτής κερδίζει από τη πίστη του στα προϊόντα της
Amway, αφού έχει κλιμακούμενες εκπτώσεις και επιστροφές χρημάτων. Κάτι αντίστοιχο με τις κάρτες και τα ανταποδοτικά συστήματα που έχουν τα super-market. Η διαφορά όμως έγκειται πως πλέον ο μεταπωλητής και ο εισαγωγέας ταυτίζονται σε μια οντότητα. Δυνητικά αυτό είναι καλό για τον καταναλωτή αφού απαλείφονται τα έξοδα διαφήμισης (σε μεγάλο βαθμό όντως) και διακίνησης (αμφίβολο αφού οι παραγγελίιες παραδίδονται σε κάθε πελάτη ξεχωριστά). Όμως στη πραγματικότητα ο καταναλωτής παγιδεύεται σε ένα μονοποπωλιακό καθεστώς για μια μεγάλη γκάμα προϊόντων, και όπως είναι γνωστό, σε οποιαδήποτε μονοπωλιακή σχέση, οι τιμές είναι υψηλότερες από όσο θα μπορούσαν να είναι. Πέραν όμως της τιμολογιακής πολιτικής, τίθονται ερωτήματα σε σχέση με την ποιότητα των προϊόντων. Κατά τη διάρκεια της παρουσίασης άκουσα πως 'η οδοντόπαστα της Αmway έχει ένα μοναδικό συστατικό, το silica ...' και κάπου εκεί άρχισα να σκέφτομαι για τα πιθανά συστήματα που μπορεί να εφαρμόσει ο Παναθηναϊκός στη νέα σεζόν. Παρεπιμπτόντως όλες οι οδοντόπαστες έχουν silica (SiO2). Ακόμη έμαθα πως τα καθαριστικά της Amway είναι συμπυκνωμένα. Όπως και όλα τα υπόλοιπα της αγοράς φυσικά.


Πέρα από οποιαδήποτε διάθεση ειρωνίας και ανεξαρτήτως αν τα προϊόντα της Amway υπερέχουν ποιοτικά ή όχι, λόγω της φύσης του συστήματος, εξαιρούνται της οικονομικής διαδικασίας (η οποία γενικόλογα μπορεί να περιγραφεί ως 'ανταγωνισμός') η οποία εξασφαλίζει (υπό φυσιολογικές και οικονικά υγιείς συνθήκες σε ένα ανεκτό βαθμό) την ορθολογική ροή πληροφοριών (ποιότητα, τιμή, χαρακτηριστικά κλπ.). Επιπλέον πρέπει να ληφθεί υπόψη πως η αλυσίδα των προμηθειών αναμεταξύ των πρακτόρων επιβαρύνει τον τελικό καταναλωτή με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που επιβαρύνεται από τα διαφημιστικά έξοδα ενός προϊόντος αλλά όχι απαραίτητα με το ίδιο ποσοστό. Άλλωστε οι υπερτιμολογήσεις πολλών προϊόντων και υπηρεσιών δεν οφείλονται αποκλειστικά στα διαφημιστικά έξοδα, ενώ πάρα πολλά προϊόντα, όπως τα no-brand βασικά είδη που έχουν τα super-market, έχουν ελάχιστα αν όχι μηδαμινά έξοδα διαφήμισης και προώθησης.


Από την πλευρά του πράκτορα


Έχει ήδη εξηγηθεί πως σε μια πυραμίδα το ποσοστό των χαμένων είναι αρκετά συγκεκριμένο και προβλέψιμο. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στη περίπτωση του δικτυακού
marketing. Για να εξελιχθεί κάποιος από απλός καταναλωτής σε πράκτορα χρειάζεται να αφιερώσει πολύ από το προσωπικό του χρόνο, να προσελκύσει σε μια εμπορική διαδικασία φίλους και συγγενείς (εκμεταλλευόμενος άθελα ή μή μια γνήσια σχέση εμπιστοσύνης), να αγοράσει ο ίδιος τα προϊόντα χωρίς απαραίτητα να τα χρειάζεται, και το κυριότερο να εμπλακεί σε μια διαδικασία άμεσων πωλήσεων, όπου όλες οι πιθανές προσωπικές σχέσεις θα περιστρέφονται γύρω από την εμπορική κίνηση, και σε μια τυφλή αναπαραγωγή των διδαγμάτων του συστήματος. Όσο αναφορά το οικονομικό κομμάτι, είναι λογικό να αντιληφθεί κανείς πως δεν πρόκειται όλοι να πετύχουν σε αυτό το σύστημα. Μάλιστα, η επιτυχία του συστήματος βασίζεται στο συγκεκριμένο ποσοστό των ανθρώπων που δεν θα πετύχουν. Ο λόγος είναι απλός. Για να πετύχεις, πρέπει να έχεις υφιστάμενους, ανθρώπους από κάτω σου, τους οποίους έχεις σπονσοράρει και οι οποίοι παράγουν αρκετό τζίρο, ώστε η προμήθεια σου επί αυτού του τζίρου να έχει κάποια αξία. Ακόμη και ολόκληρος ο κόσμος να ήταν ενταγμενος στη Amway, πάλι ένα μεγάλο ποσοστό δεν θα είχε κάποιο οικονομικό αντίκρισμα άξιο του επενδυόμενου χρόνου, αφού δεν θα υπάρχουν άλλοι από κάτω τους να τους παράγουν τζίρο και να τους αποδίδουν προμήθεια. Άρα, ένα σημαντικό ποσοστό του τζίρου προκύπτει από ανθρώπους που ξεκίνησαν με φιλοδοξίες και επιθυμίες, ξόδεψαν χρήματα και πόρους και κάπου στη πορεία εγκατέλειψαν.


Είναι αντιληπτό πως τα ποσοστά και τα νούμερα - όλα, τα ποσοστά έκπτωσης, οι αποδιδόμενες προμήθειες, ο απαιτούμενος αιρθμός υφισταμένων ανά σπόνσορα, οι απαιτούμενοι τζίροι - έχουν υπολογιστεί με ακρίβεια και προσοχή ώστε και η ευκαιρία να φαντάζει επικερδής και άξια προσοχής στον καθένα, αλλά και φυσικά να κερδίζει η εταιρεία τα απαιτούμενα, όπως αντίστοιχα και οι υψηλά ιστάμενοι της πυραμίδας. Το μεδούλι της υπόθεσης είναι πως όντως κάποιος μπορεί να αναρριχθεί υψηλά και να πετύχει τα υποσχόμενα κέρδη. Όμως οι πιθανότητες για να το πετύχει αυτό είναι ιδιαίτερα χαμηλές και προφανώς όχι ελκυστικές. Ένα μεγάλο ποσοστό συμμετεχόντων θα τα παρατήσουν, αλλά στη πορεία θα έχουν πληρώσει με το χρόνο τους, τη φιλοδοξία τους, τα χρηματά τους και την αξιοπρέπεια τους.


Είναι βασικό να καταλαβεί κανείς πως η
Amway και οι υπόλοιπες εταιρείες που δραστηριοποιούνται με αυτό τον τρόπο δεν είναι παράνομες, τουλάχιστον όχι στην Ελλάδα και στις περισσότερες περιοχές όπου δραστηριοποιούνται. Μάλιστα, η Amway έχει προσέξει με ιδιαίτερο ενδιαφέρον το νομικό της προφίλ, πάντα ερχόμενη σε συμβιβασμό με τις δικαστικές αρχές (του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ) όποτε έχουν προκύψει ζητήματα με τις πρακτικές και τις διαδικασίες της. Το επιχειρησιακό της οργανόγραμμα δεν μπορεί να καταταχθεί ως πυραμίδα, αν και έχει ορισμένες ομοιότητες.


Εκεί που θέλω να καταλήξω είναι πως αν και μια εταιρεία αυτού του είδους δεν κάνει κάτι παράνομο ή δεν σε αναγκάζει να κάνεις εσύ κάτι παράνομο, αυτό δεν σημαίνει αυτόματα πως είναι κάτι σωστό ή άξιο ενασχόλησης και πως δεν υπάρχουν άλλες καλύτερες εναλλακτικές. Κάποια από τα παραπάνω μπορεί να είναι λάθος, ή ακόμη τα περισσότερα μπορεί να είναι αδιασταύρωτα, και σίγουρα άλλοι θα έχουν τελείως διαφορετικές απόψεις, αλλά για μένα η ουσία παραμένει η ίδια.


Αλλά τι σκατά ξέρω εγώ;



(1) Διάβαζα πρόσφατα για τις συνδρομές του
Economist. Η τιμή μονάχα για την έντυπη συνδρομή ήταν Α, για την ηλεκτρονική μορφή Β και για τις δύο μαζί Γ, όπου η σχέση μεταξύ των τιμών ήταν Β μικρότερο του Α και Α ίσον Γ. Το ΜΙΤ σε μια έρευνα του πρότεινε σε ένα ερευνητικό ερωτηματολόγιο τις 3 παραπάνω επιλογές, και οι περισσότεροι (λογικά άραγε;) επιλέξανε τη διπλή συνδρομή. Όταν όμως τους προτάθηκαν μονάχα δύο επιλογές, η αποκλειστικά έντυπη συνδρομή και η αποκλειστικά ηλεκτρονική συνδρομή, η μαζική πλειοψηφία διάλεξε την (φθηνότερη) ηλεκτρονική συνδρομή. Όταν ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να εξηγήσουν τα κίνητρά τους πίσω από κάθε επιλογή, στην πρώτη περίπτωση ήταν επειδή η προσφορά είχε παραπάνω αξία από τις υπόλοιπες, ενώ στη δεύτερη επειδή αυτό προτιμούσαν (ήθελαν), κυρίως λόγο κόστους. Το δίδαγμα είναι πως πολλές φορές είμαστε υπερβολικά εκπαιδευμένοι από τον καταναλωτισμό μας, σε τέτοιο βαθμό που αγοράζουμε και καταναλώνουμε όχι λόγω θεωρητικών οικονομικών κινήτρων, αλλά επειδή πιστεύουμε πως ξεγελάμε το σύστημα, πως είμαστε έξυπνοι, πως κάνουμε τη σωστή οικονομική κίνηση.