Όταν
κάποτε -όπως και τώρα- ο λαός διψούσε
για αίμα, αυτό δεν ήταν εγκληματικό.
Άλλωστε, όπως λέει και η ρήση, 'φωνή
λαού, οργή Θεού' και 'θρύλε θεέ μου,
Ολυμπιακέ μου', και τέλος πάντων το
να ζητάς τη θανατική ποινή κάποιου για
ένα αδίκημα δεν είναι το ίδιο με το
να επιθυμείς το θανατό του. Εν προκειμένω
στη δεύτερη περίπτωση είσαι μνησίκακος,
ενώ στη πρώτη προτάσσεις το φυσικό
δίκαιο ή ακόμη και το θυμικό στα
πλαίσια μιας κοινωνικής εναρμόνισης.
Όταν λοιπόν το 1922, αμέσως μετά την
Μικρασιατική Καταστροφή και ενώ η Ελλάδα
κατακλυζόταν από πλήθος μεταναστών
-'τουρκόσπορους' τους έλεγαν οι τότε
πατριώτες- ο παππούς
σου Θεόδωρε, ο συνονόματος σου Πάγκαλος
μαζί με τους Γονατά, Πλαστήρα
και Φωκά, έστειλε στο
θάνατο έξι μέλη του πολιτικού και
στρατιωτικού προσωπικού της εποχής,
αποδιοπομπαίους τράγους του
ελληνικού ιμπεριαλισμού προς
κατευνασμό του πλήθους. Η
κατηγορία 'εσχάτη προδοσία' αν και
δύσκολα μπορεί να φαντασθεί κανείς πως
συνειδητά και οικειοθελώς προκάλεσαν
οι συγκεκριμένοι έξι την Μικρασιατική
Καταστροφή (κάτι το οποίο παραδέχθηκε
και ο ίδιος ο παππούς σου αργότερα), εν
αντιθέσει ίσως ιστορικά με την οικονομική
καταστροφή που βιώνουμε τα τελευταία
τρία χρόνια.
Ανάξιε
Θεόδωρε, έχοντας αντιληφθεί φαίνεται
το κενό σου -πνευματικό,
συνειδησιακό, ψυχολογικό,
υπαρξιακό- εκτός από το να παίζεις τη
ζωή σου κορώνα-γράμματα
με την αρτηριοσκλήρωση, επιπλέεις στην
επιφάνεια της παρακμάζουσας
ελληνικής κοινωνίας του θεάματος χάρη
στη πρόκληση και τίποτε άλλο, κάτι σαν
τα πουτανάκια στις ΗΠΑ που πλακώνονται
σαν τα σκυλιά ή ανεβάζουν στο twitter
φωτογραφία του συφιλιακού
τους μουνιού μπας και
τους θυμηθούν οι άρρωστοι
ηδονοβλεψίες τους. Κάπως έτσι κι εσύ.
Μήνες
μετά το ισοπεδωτικό 'μαζί τα φάγαμε'
και αφού είδες και απόειδες με τις
εσωκομματικές σου γνωματεύσεις σαν
ιδρυτικό μέλος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. -τρομάρα σου-
αποφάσισες να προσελκύσεις τους πιο
αντιδραστικούς εξ' ημών, τους
μισητούς γιουτούμπερς και μπλόγκερς,
τους τριάντα-κάτι μαλάκες που δεν έχουν
κάτι καλύτερο να κάνουν από το να
βαυκαλίζονται αυξάνοντας τη μυωπία
τους ταυτόχρονα. Έφτιαξες λοιπόν ένα
site ζητώντας
από τους θαυμαστές σου, τα ανθρωπάκια
που ακόμα ασχολούνται περισσότερο με
εσένα περισσότερο από ότι εσύ με την υγεία σου, τους
πελάτες σου που αντί να έχουν το θάρρος
της γνώμης τους και να ασκήσουν κοινωνικό
έλεγχο παθαίνουν διαδικτυακή καταγγελτική
παράκρουση, από αυτούς λοιπόν, να
καταθέσουν καθημερινές ιστορίες που
να υποστηρίζουν την απαξιωτική σου
εκείνη ρήση. Τους καλείς να σε συνδράμουν
στην ανυπόστατη κενολογία σου με
τρομακτικές εξιστορήσεις νεοελληνικής
δημόσιας διαφθοράς και τεμπελιάς, απλές
καθημερινές ιστορίες ανεκδοτολογικού
περιεχομένου που πιστοποιούν την
υπεξαίρεση που διαπράξαμε ενάντια στις
ευρωπαίες εταίρες μας, που επαληθεύουν
μια αυθαίρετη αξίωση συλλογικής ευθύνης.
Αυτές τις ιστορίες, λες, θα τις συγκεντρώσεις
και θα τις κάνεις βιβλίο, για να 'κονομήσεις δηλαδή στη πλάτη του κάθε μαλάκα που γράφει τη
παπαριά του στην ιστοσελίδα σου,
διαπράττοντας ακόμα και την ύστατη
στιγμή το έγκλημα της λογοκλοπής και
της απάτης αναζητώντας φθηνά λαϊκίστικα
άλλοθι για τις αυθαίρετες και προσβλητικές
σου κατηγορίες.
Ε
λοιπόν, τώρα το παράκανες κατάπτυστε
Θεόδωρε.
Το
παράκανες γιατί γνωρίζεις πολύ καλά
πως διατηρώντας το αίσθημα δικαίου και
την αρχή της αναλογικότητας δε φάγαμε
απολύτως τίποτα μαζί, γιατί έχεις πλήρη
επίγνωση πως για κάθε ένα αρχιδάκι που
εσύ Θεόδωρε διόρισες στο δημόσιο για
να εξασφαλίσεις 5 ψηφαλάκια, υπάρχουν
τέσσερις άνεργοι και άλλοι τέσσερις
ανασφάλιστοι που το μόνο που φάγανε
είναι μια μούντζα, διότι σαν ιδρυτικό
μέλος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. γνωρίζεις άριστα ποιοι
'σύντροφοί' σου φάγανε και σε ποιους
δώσανε τις χρυσές δουλειές του δημοσίου.
Το παράκανες Θεόδωρε, διότι στον βάρβαρο
πληθυντικό πρώτου προσώπου είσαι κι
εσύ μέσα, παρόλο που ποτέ δεν μας είπες
τι ακριβώς ήταν αυτό που έφαγες εσύ. Το
ξέχεσες που λέει ο λαουτζίκος που αναίμακτα προσβάλλεις, γιατί
ανέβασες το ψηφιακό σου πορνείο την
ίδια μέρα που ο οικονομικός εισαγγελέας
Πεπόνης εγκαλεί τον Ρουμελιώτη για τις
δηλώσεις του σε σχέση με την προσφυγή
στο ΔΝΤ, και λίγες μέρες μετά αφότου ο
Σάλλας έφαγε την Αγροτική. Το παράκανες
διότι εμμένεις στο 'μαζί
τα φάγαμε', αντί να
περάσεις στο 'αυτοί
φάγανε αυτά τότε'. Το
τράβηξες το σκοινί γιατί το βιβλιαράκι
σου δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια
αρπαχτή και όχι μια σοβαρή μελέτη για
τη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος,
γιατί ο 'τυφλός' της Ζακύνθου δεν είναι
το ίδιο με τους κατά την εφορία επαίτες
που φυγαδεύουν εκατομμύρια στην Ελβετία,
διότι υπάρχει ποιοτική και ποσοτική
διαφορά μεταξύ της μικροπαραβατικότητας
και της συστηματικής εγκληματικής
δραστηριότητας. Το τράβηξες το σχοινί,
γιατί όταν ο σύντροφος Τσοβόλας 'τα
'δινε όλα', όταν ο σύντροφος Τσουκάτος
έκανε εκλογική νοθεία, όταν ο σύντροφος
Παπαντωνίου φούσκωνε το χρηματιστήριο
και όταν ο σύντροφος Άκης τα έπαιρνε
από τους Γερμανούς εσύ ήσουνα δίπλα και
πετούσες τη σημαία των Ιμίων στον αέρα
και παρέδιδες στους τουρκικές μυστικές
υπηρεσίες τον Οτσαλάν. Το παράκανες
διότι ακόμη κι αν τα φάγατε ένα εκατομμύριο
Έλληνες, σας περισσεύουν 9 εκατομμύρια
από τους οποίους
τα φάγατε – εμάς
δηλαδή. Το παράκανες, διότι δεν είσαι
τίποτα πια παρά μια τραγική μεταμοντέρνα
εκδοχή του βρωμερού εαυτού σου,
περιφερόμενος θίασος πρόκλησης και
μένους, μικροπωλητής της έριδας, διότι
είσαι χειρότερος και από το Ζητιάνο του
Καρκαβίτσα.
Ευτυχώς
-ή δυστυχώς
σύμφωνα με πολλούς- δεν έχουμε την ίδια
πολιτειακή δυναμική που θα οδηγούσε σε
ένα νέο κίνημα του Γουδή. Άμα την είχαμε
όμως θλιβερέ Θεόδωρε, πιστεύεις πραγματικά
πως θα τη γλίτωνες, πιστεύεις όντως πως δε θα
γινόσουν ένα υπέροχο εξιλαστήριο θύμα
στο μένος του λαού, μια θυσία νέων κινηματικών σωτήρων; Μπορεί αντικειμενικά
να μη το άξιζες, παρόλο τη βρωμιά που σε
κατατρέχει από τότε που φόραγες σανδάλια
και δούλευες στο 'Αντί', αλλά είπαμε,
'φωνή λαού, οργή Θεού' – μια ρήση η οποία
δεν αντιβαίνει το αίσθημα δικαίου τόσο
όσο οι δικές σου ομολογειακές κορώνες. Το ειρωνικό βέβαια σε
όλον αυτόν τον ιστορικό παραλληλισμό
φυσικά είναι πως ουδέποτε ο παππούς σου
είπε 'μαζί εισβάλαμε
στα βάθη της ανατολής'.
Μην
ανησυχείς βέβαια, από φυσικά αίτια θα πας μικρέ
Θεόδωρε, όσο φυσική μπορεί να κριθεί η
καθημερινή σου διατροφική αυτοκτονία.
Μακάρι όμως η κηδεία σου να γίνει δημοσία
δαπάνη, ώστε να μπορούμε να λέμε όλοι
μας πως 'μαζί
σε θάψαμε'.