Όταν έσκασε η περίφημη επικοινωνιακή υγειονομική βόμβα του Λοβέρδου και του Χρυσοχοΐδη ήμουν από εκείνους που έβλεπαν ένα κέρδος στη ζημία, μια χρηστή αναγκαιότητα στη γνώριμη συμπεριφορά του κράτους, ο φιλήσυχος πολίτης μέσα μου δεχόταν το αίσχος ως ένα κακό για το καλό των πολλών, δεχόταν την αυτοδιάθεση των πολλών εις βάρος των ελαχίστων. Προσπαθούσα να μην είμαι υποκριτής, να μην ρίχνω δάκρυα κροκοδείλια, να μην επιδεικνύω φτηνά ανεύθυνα αντανακλαστικά, να μην πιστεύω αφηγήσεις με καλούς και κακούς, με άσπρο-μαύρο, να μην αφαιρώ την αυτότελεια και την ευθύνη που συνεπάγεται των πράξεων άλλων, να μην ορίζω από τα πάνω, να ψάχνω να βρω μια ισορροπία λειτουργική. Προφανώς και δεν είχα καμμία εμπιστοσύνη στους μπάτσους και στους ψηφολάγνους που άντλησαν επικοινωνιακές πολιτικές από τη δεξαμενή του φασισμού, αλλά με τρόπο χυδαίο απαιτούσα θυσίες από θύματα ανώνυμα στο όνομα του διαβόητου κοινού καλού, έβλεπα την σκοπιμότητα, μα όχι τον αποτρόπαιο χαρακτήρα της. Ηλιθιωδώς νόμιζα πως το δικαίωμα στην υγειονομική ενημέρωση και προστασία, πως το δικαίωμα στη ζωή και στην θεραπεία των πολλών υπερτερεί του δικαιώματος στη προσωπικότητα και την αξιοπρέπεια των λίγων, από μια ματιά προκατειλημμένη, από μια προκατάληψη που δεν συνειδητοποιούσα, από μια προκατάληψη που διέκρινε ανθρώπους σε τάξεις, πελάτες, καταναλωτές, προϊόντα, αντικείμενα, άντρες, γυναίκες. Θεωρούσα για ένα λόγο που τώρα ο νους μου δε μπορεί καν να συλλάβει, λογική και αιτιοκρατική ακόμα την διαπόμπευση των θυμάτων για τη προστασία των θυτών, των ψηφοφόρων, των γαμιάδων νοικοκυραίων, των αντρών τηλεθεατών, αδιαφορώντας για την δική τους τύχη, υποθέτοντας πως τους παρεχόταν η απαραίτητη ιατρική περίθαλψη. Θεωρούσα την κοινοποίηση των προσωπικών στοιχείων οροθετικών γυναικών ως αναγκαίο κακό για την πρόληψη της υγείας των πελατών τους χωρίς να αντιλαμβάνομαι την εγκληματική ειρωνία, χωρίς να αντιλαμβάνομαι την πλήρη αντιστροφή των όρων. Που εν τέλει δεν υπήρχαν καν πελάτες, αφού από το σύνολο των θυμάτων σχεδόν καμμία δεν ήταν εκδιδόμενη, παράνομα ή μη. Είχα καταπιεί την καραμέλα.
Παραμένω ένας γελοίος, προκατειλημμένος, ένας ανόητος καταναλωτής, ένας ψηφοφόρος, ενάς κυνικός λάτρης του λογικού μέσου ανθρώπου αλλά και θαυμαστής των αλληλέγγυων, της τυφλής τους ενσυναίσθησης, της αγιάτρευτης αναίρεσης του 'εγώ' και της αναγωγής του στο κοινωνικό 'εμείς'. Δε ξέρω άμα είμαι χειρότερος από τους πελάτες των όσων εκ των θυμάτων εκδίδονταν, ή χειρότερος από τους μπάτσους που τις μεταχειρίζονταν σαν ζώα, ή των γιατρών που έκαναν κωλόχαρτα την παιδεία και την δεοντολογία τους, ή των δημοσιογράφων που στο χορό της τηλεθέασης και της πολιτικής διαπλοκής πέταγαν στη πυρά αθώες γυναίκες, ή των εισαγγελέων και των δικαστών που όχι μόνο επέτρεψαν αλλά συμμετείχαν ενεργά σε αυτό το έγκλημα και ακόμη και τώρα το επιτρέπουν στη νομική διαδικασία, ή των αδίστακτων πολιτικών που επιθυμούν την επαναφορά της έωλης υγειονομικής διάταξης. Ξέρω μονάχα, πως στο βαθμό που μου αναλογεί, φέρω κι εγώ μερίδιο ευθύνης, πως υπήρξα ανάδελφος, πως επέτρεψα με άνεση άκριτη να αποδέχομαι, ακόμη και εν μέρη να δικαιολογώ μια φασίζουσα πολιτική.
Ευτυχώς - για εμένα - σε σύντομο διάστημα και προσπαθώντας να καταλάβω τι σκατά συμβαίνει, όταν ξετυλιγόταν μπροστά μου η ποινικοποίηση μιας ασθένειας, διαβάζοντας και ακούγοντας, αναθεώρησα άρδην, ευτυχώς - για εμένα - είχα φίλους με τους οποίους μίλησα, τσακώθηκα, φίλους χάρη στους οποίους ευαισθητοποιήθηκα, φίλους χάρη στους οποίους κατάλαβα, χάρη στους οποίους οι αντιφάσεις μου, πέρα από τα πραγματικά γεγονότα, αποκαλύφθηκαν, χάρη στους οποίους μορφώθηκα. Αυτά για εμένα και τις παντελώς αδιάφορες ενοχικές ανασκοπήσεις μου, αυτά για εμένα και τις ανέσεις που μου προσφέρει η ζωή.
Πολύ πιο σημαντικά, ευτυχώς για τα θύματα αυτού του κοινωνικού κανιβαλισμού, για αυτές τις γυναίκες που (σχεδόν) όλοι μας με τον έναν ή άλλο τρόπο επιτρέψαμε να βασανιστούν, να εξευτελιστούνε για την καθαρότητα της δικής μας συνείδησης, ευτυχώς για αυτές τις επιζήσαντες αυτού του εγκλήματος που επιτρέψαμε ελαφρά την καρδία, βρέθηκε κόσμος που τους συμπαραστάθηκε από τη πρώτη στιγμή, που επιχείρησε να τις προστατέψει και να αποκαταστήσει την αξιοπρέπειά τους. Ευτυχώς βρέθηκε και η Ζωή Μαυρουδή που με την ικανότητά της όχι μόνο έδωσε μια συγκλονιστική φωνή σε αυτήν την ιστορία μέσα στην οχλαγωγία του θεάματος, αλλά δίνει την ευκαιρία και στους πιο φιλήσυχους των φιλήσυχων να αποκτήσουν ακοή...Και συνείδηση.