Αρκετά κουρασμένο πια, αλλά στη βαρεμάρα μας διαρκώς ανακυκλώμενο, είναι το πολιτικό αστείο περί των συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ. Κι αν κάποτε μεταξύ τυρού και αχλαδιού γελάγαμε με την υπεραριθμία απόψεων και ρευμάτων μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, πλέον έχει καταντήσει εκνευριστική η στείρα κριτική ανθρώπων συνηθισμένων σε ηγεμονικά σε επίπεδο σκοταδισμού συστήματα λήψης σύνθεσης πολιτικής και λήψης αποφάσεων. Σίγουρα, η σύντομη ιστορία του πολιτικού μορφώματος της αριστεράς είναι γεμάτη από παλινωδίες και έριδες άσχετες με την κοινωνίας και τις αξίες που υποτίθεται πως αντιπροσωπεύει ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α., αλλά είναι αφελές να κατηγορείται η διαδικασία όταν τα μέλη της δεν την εξυπηρετούν ως προς τον σκοπό της.
Κάτι αντίστοιχο παρατηρείται και σε μερίδα της επικοινωνιακής αντιμετώπιση του κυβερνητικού μοντέλου του ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Η δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση υπό τη σκεπή του OpenGov χλευάζεται από το ΚΚΕ όσο οι αντιπολιτευτικές εφημερίδες αναζητούν ανώμαλες εκφράσεις όπως εκείνες που ήρθαν στην επιφάνεια με το νομοσχέδιο για την ιθαγένεια, τα ανοιχτά υπουργικά συμβούλια αντιμετωπίζονται ως τηλεοπτικές χαριτωμενιές επιπέδου Λαμπίρη, ενώ φυσικά όταν οι βουλευτές του ΠΑ.ΣΟ.Κ. κάνουν το τύποις αυτονόητο, δηλαδή να ασκήσουν κριτική και έλεγχο, Κασσάνδρες με περούκες μουχλιασμένες κάνουν λόγο για έλλειψη κεντρικής πολιτικής γραμμής και συντονισμού αποφεύγοντας επιμελώς να εμπλακούν σε πραγματικό πολιτικό διάλογο. Η νέα κυβέρνηση σίγουρα δεν διέπεται από αξίες και αρχές μιας ιδανικής και ανοιχτής αμεσοδημοκρατίας, ενώ παράλληλα τα παραπάνω ανοίγματα μπορούν πάντα να ερμηνευτούν ως κινήσεις εντυπωσιασμού προς ένα μικρό αφελές μερίδιο της ‘πληροφορημένης’ αστικής τάξης.
Από την άλλη, ο Παναθηναϊκός στο ποδόσφαιρο απολαμβάνει μια από τις καλύτερες χρονιές των τελευταίων ετών και από τις 24/1, το πρωτάθλημα έχει λάβει χαρακτήρα περιπάτου παρόλο που ορθώς ο προπονητής του Ν. Νιόπλιας ζητά σοβαρότητα και επαγγελματισμό. Επί του παρόντος επικρατεί ηρεμία και απόλυτη συνεννόηση στον πράσινο πάγκο. Το σύστημα είναι το 4-5-1 (κλειστό ή ανοιχτό, πάντως 4-3-3 δεν είναι), με κορυφή τον Σισέ και άγιος ο θεός, κρυφό φορ ο Κατσουράνης, κρυφό δεξί μπακ ο Σαλπιγγίδης, ότι να 'ναι αρκεί να έχει κωλοτούμπα το πρόγραμμα ο Καραγκούνης, και κρυφός κεντρικός αμυντικός ο Καντέ (γιατί φανερός σίγουρα δεν είναι). Φανταστείτε τώρα να κάνανε ότι θέλανε οι παίχτες του Παναθηναϊκού. Να στριμωχνόταν η νύμφη του Θερμαϊκού, ο Σαλπιγγίδης με τον ζωντανό καμβά περίεργων tribal tattoo Τζιμπρίλ στην κορυφή, ο Δάρλας να ήταν στην ενδεκάδα (απλά), ο Βύντρα να γύρναγε στο κέντρο της άμυνας και να κουνούσε περίλυπος μαντήλι στο Βάσκο σύντροφό του και ο Τζόρβας να έκανε εξόδους ανάλογες του Σούπερ Μάριο. Ούτε στους πέντε πρώτους δεν θα ήταν η Πανάθα, και ίσως για πρώτη φορά οι παίχτες της, ειδικά οι παλιοί, συνειδητοποιούν πως πρωταθλητισμός σημαίνει μεταξύ άλλων να υπάρχει πειθαρχία και σοβαρότητα. Και μια μεταγραφή 10 εκατομμυρίων στην κορυφή της επίθεσης, αλλά άλλη κουβέντα αυτή.
Όμως η πραγματικότητα είναι λίγο διαφορετική.
Παρόλο τις δυσκολίες και την αντικειμενική του αναποτελεσματικότητα, το μοντέλο εσωτερικής λειτουργίας του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. είναι παράδειγμα προς μίμηση δημοκρατικής οργάνωσης ενός κόμματος. Δεν υπάρχουν διευθυντήρια και γενικοί γραμματείς εν είδη τύραννων και λογοκριτών, αλλά όλες οι απόψεις, όπως και οι εκφραστές τους, λαμβάνονται υπόψη ισότιμα και δίκαια. Οι ιδεολογικοί χώροι δεν πολτοποιούνται σε μια κοινή τοποθέτηση, αλλά διατηρώντας την πολιτική τους ταυτότητα καλούνται να μορφώσουνε ένα κοινό πεδίο δράσης, ασχέτως άμα αυτό δυστυχώς δεν επιτυγχάνεται ποτέ. Το πρόβλημα εσωτερικής λειτουργίας του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. δεν προκύπτει από την απουσία μιας ισχυρής προσωπικότητας ή από ένα αδύναμο καταστατικό, αλλά από την έλλειψη σοβαρότητας και υπευθυνότητας όλων των μελών του. Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α., μπορεί να μην κάνει πρωταθλητισμό, αλλα αυτό επουδενί δεν μπορεί να σημαίνει πως μπορούν τα μέλη του να αναλώνονται σε εσωτερικές διαμάχες παιδικού επιπέδου οι οποίες τον αποπροσανατολίζουν από τα αντιπολιτευτικά του καθήκοντα και από την όποια πιθανότητα να αρχίσει να χτίζει προτάσεις και όχι ενστάσεις.
Από την άλλη, μπορεί ακόμη και κάποιος με την διανοητική ικανότητα ενός στραγαλιού και την πολιτική σκέψη ενός αστούλη, να καταλάβει πως τα μικρά δημοκρατικά βήματα της νέας κυβέρνησης είναι προς μια σωστή κατεύθυνση. Και όσο κι αν φαντάζει ανώριμο, η παραδοχή λαθών -εφόσον δεν είναι προϊόν αποπροσανατολισμού φυσικά όπως η διαβούλευση του Ζαππείου- είναι ένα ελάχιστον σημάδι πολιτικού πολιτισμού μπροστά στη ασυδοσία παρελθόντων κυβερνήσεων. Στον αντίποδα, αναμφίβολα όταν οι κουβέντες σταματάνε και οι διαφωνίες καταλαγιάζουν, όταν χρειάζονται ξεκάθαρα διαχωριστικά όρια, μια φωνή πρέπει να δίνει την πολιτική γραμμή, και αυτή δεν είναι άλλη από εκείνη του πρωθυπουργού. Όχι επειδή είναι συνετό να επιστρέψουμε σε εποχές 'αποφασίζω και διατάζω' όπου η προσωποπαγής εξουσία ήταν η χαρά του κάθε ραγιά, αλλά επειδή αυτό ακριβώς αρμόζει στο ρόλο του πρωθυπουργό. Ο ρόλος του δεν είναι αυτός του μαέστρου ο οποίος πρέπει να συντονίσει την ορχήστρα και να της δώσει τον τόνο, αλλά εκείνος του προπονητή ο οποίος όχι μόνο υποχρεούται να κρατάει τα μπόσικα στα αποδυτήρια, αλλά και να ορίζει το σύστημα και το βάθος των γραμμών, να βάζει τις φωνές και να επικροτεί τις καλές κινήσεις, να δίνει το σύνθημα για το στυλ παιχνιδιού και να κάνει όπου χρειάζεται και τις απαραίτητες αλλαγές.
Έτσι επιστρέφουμε στην Πανάθα, η οποία σίγουρα θα πάρει το πρωτάθλημα, αλλά όχι βέβαια με διαφορά μεγαλύτερη των 5 βαθμών, ελέω του δύσκολου προγράμματος που την περιμένει (μην ξεχνάμε και τις επικείμενες ψυχολογικές σφαλιάρες από Ρόμα) και του καλύτερου Σάντος της τελευταίας δεκαετίας. Όταν όμως το πάρει, καλά θα κάνουμε όλοι να ευχαριστήσουμε τον τόσο γρήγορα λησμονημένο και καθόλου αξιαγάπητο Τεν, ο οποίος ουσιαστικά έκανε όλη τη δουλειά για τον συμπαθή Νιόπλια. Η προπονητική αλλαγή του Παναθηναϊκού θυμίζει εκείνη ενός αρχιμάγειρα ο οποίος αφού παρήγγειλε όλα τα υλικά, τα καθάρισε, τα έκοψε και τα μαγείρεψε. Το μόνο που έκανε ο νέος προπονητής του τριφυλλιού, ήταν να βάλει λίγο παραπάνω μπαχάρια για να αρέσει το αποτέλεσμα στα παιδιά. Οι πειραματισμοί και οι εκκεντρικότητες σε βαθμό καλλιτεχνικού οίστρου (χωρίς αριστερό χαφ στη Μαδρίτη να θυμίσω...) σταμάτησαν, ενώ πλέον οι παίχτες μπορούν να ανασαίνουν λίγο παραπάνω στα αποδυτήρια από τη στιγμή που ο Ολλανδός νταής πήρε την άγουσα, ο οποίος από την άλλη σίγουρα άφησε ένα καλό στον Παναθηναϊκό. Την ιδέα πως την τελική κουβέντα την έχει ο κόουτς και κανείς άλλος, κι ας έφτανε σε υπερβολές.
Όλα τα παραπάνω έχουν βέβαια την απροσδιόριστη κατάληξη του πουθενά, όμως άμα θες να είσαι ψείρας, άλλο είναι το συμπέρασμα, κι αυτό δεν είναι άλλο παρά την αφέλεια των πρώτων εντυπώσεων και των εύκολων σχολιασμών. Λίγα πράματα μπορούν να συνδυαστούν στη μονοσήμαντη σχέση αιτίου και αιτιατού. Πάντα υπάρχουν μικρές ή μεγάλες συνεισφορές που απαιτούν την προσοχή μας, ειδικά στην διαμόρφωση άποψης. Όμως στην εποχή που υπάρχουν περισσότεροι αναλυτές και σχολιαστές από ότι κωλοτρυπίδες (παραποιώντας τη γνωστή αμερικάνικη ρήση), και το συμφέρον των υποκειμένων είναι πάντα ανώτερο των συνόλων τους, μάλλον κάτι τέτοιο ακροβατεί μεταξύ του δύσκολου και του ακατόρθωτου.