Pages

Saturday, January 09, 2010

Με τη δική της φωνή

Πρόσφατα, ένας φίλος μου χάρισε το «Louise Michel - ‘‘σας γράφω από τη νύχτα μου’’ – γράμματα από τις φυλακές των Βερσαλλιών 1870-1871 », μια φιλότιμη εκδοτική προσπάθεια από τη συντεχνίαπλην (http://www.disobey.net/syntexniaplhn/), με επιλεγμένες επιστολές της Louise Michel (και ορισμένων ανταποκρίσεων σε αυτές) από την περίοδο λίγο πριν την παρισινή κομούνα και τον εγκλεισμό της, μέχρι και λίγο μετά την εκτέλεση των Ferré, Bourgeois και Rossel. Ενδιαφέρον βιβλίο είπα, μα το πρώτο πράμα που σκέφτηκα όταν άρχισα να το ξεφυλλίζω και να μυρίζω τις σελίδες του, ήταν πως όταν με το καλό θα το τελείωνα θα το έδινα και εγώ με τη σειρά του σε κάποιον άλλο, για κάποιο λόγο ταίριαζε πολύ.

Ανεξαρτήτως πολιτικών προκαταλήψεων και τοποθετήσεων, η συγκεκριμένη έκδοση έχει ξεχωριστή σημασία, διότι δίνει την δυνατότητα της προσωπικής και απόλυτα υποκειμενικής ματιάς σε ένα ιστορικό γεγονός ξεχασμένο μα συνάμα ιδιαιτέρως σημαντικό για την προϊστορία των εργατικών κινημάτων του τέλους των 19ου αιώνα και της αρχής του 20ου. Άλλωστε η επιστολογραφία της δεν είχε κάποιο ανεκδοτολογικό χαρακτήρα, αλλά αποτελούσε και αποτελεί ακόμα πηγή έμπνευσης και εμψύχωσης εκατομμυρίων. Πέρα όμως από τις περιβάλλουσες ιστορικές συγκυρίες και την πολιτική δράση, οι προσωπικές της μαρτυρίες μπορούν να αντιμετωπισθούν ως πραγματικά έχουν, δηλαδή αμέτρητα ανθρώπινες, με ότι αυτό συνεπάγεται.

Λογικά λοιπόν, διαβάζοντάς το, πολύ γρήγορα έρχεσαι αντιμέτωπος με μια αμηχανία απέναντι στις προσωπικές εκμυστηρεύσεις της Louise Michel, αγχώνεσαι καθώς κρυφοκοιτάς παρά μόνο ελάχιστα ψήγματα της ζωής της. Πολύ γρήγορα όμως, εξοικειώνεσαι με το αδιάκριτό σου βλέμμα και πλέον δε σε απασχολεί η κινηματική της δράση ή οι κατά σημεία ακραίες παροτρύνσεις της, αλλά γοητεύεσαι και μαλακώνεις από το ρομαντισμό, στα όρια της παιδικής αφέλειας, τον ενθουσιασμό και εν τέλει τον πλούτο των συναισθημάτων που μετά βίας προσπαθεί να μην περιορίσει (‘Δεν ξαναδιαβάζω το γράμμα μου γιατί χωρίς αμφιβολία δεν πρόκειται να το στείλω…’), συγκινείσαι με τα λόγια που με κόπο βγάζει στο χαρτί προσπαθώντας να κρατήσει την αξιοπρέπειά της. Μέσα από την αγωνία της να σώσει τους συντρόφους της και να διατηρήσει την ακεραιότητά της, γινόμαστε μάρτυρες όχι τόσο των σωματικών της δοκιμασιών (οι οποίες δεν ήταν και λίγες), όσο φυσικά των ψυχικών της κυκεώνων τις ώρες εκείνες που προσπαθεί σε μικρές δύσκολα γραμμένες λέξεις να αποτυπώσει τις ανάγκες της και να σκιαγραφήσει τον ψυχισμό της, ενώ πάντα ελλοχεύει και ο κίνδυνος της δικής της καταδίκης και εκτέλεσης που με τόσο θάρρος αποζητούσε.

Πέρα όμως από τις προσωπικές της μαρτυρίες, προκύπτει και μια γενικότερη, ίσως και σπουδαιότερη ανάγνωση. Χάρη στην ειλικρίνειά της, προσφέρεται στον αναγνώστη μια σπάνια ευκαιρία, και πιο συγκεκριμένα, η αποκαλυπτική για αυτόν συμπάθεια προς τον φυλακισμένο, ανεξαρτήτως του εγκλήματός του και της ποινής του. Ανά στιγμές πιάνεις τον εαυτό σου να προσπαθήσει να ταυτιστεί όχι τόσο με την ίδια (που είναι και πολύ δύσκολο άλλωστε), αλλά με τους κύριους αποδέκτες των επιστολών της, σαν να είναι ένας από αυτούς. Όπως με την πατρική φιγούρα του Victor Hugo που αποδέχεται τον θαυμασμό της και νοιάζεται για την τύχη της, ή με τον ιερέα των φυλακών των Βερσαλλιών που με στωική συντροφικότητα και καλοσύνη λειτουργεί σαν έμπιστος αγγελιοφόρος και παρηγορητής της μητέρας της, ή τελικά με τον Théophile Ferré, που με νεανικό θράσος και άξια υπευθυνότητα κοιτάζει την ιστορία στα μάτια, και παράλληλα προσπαθεί να προετοιμάσει την Louise Michel για το αναπόφευκτο. Μέσα από τις διάφορες ανταποκρίσεις, ο αναγνώστης καλείται να εγκαταλείψει την τυπική και απομακρυσμένη αντιμετώπιση που μπορεί να έχει απέναντι στους έγκλειστους ανθρώπους, και να αναγνωρίσει ή ακόμα και να συμπάσχει με τα βασικότερες των αναγκών. Όπως λέει και η ίδια ‘εάν ο φυλακισμένος διατηρεί ένα δικαίωμα, τότε αυτό είναι να κρατάει την τιμή του ανέπαφη.’ Και ο τρόπος που το επιτυγχάνει είναι το ίδιο θαυμαστός.

Βέβαια όσο κι αν προσπαθώ να συμμαζέψω τούτες τις γραμμές σε μερικές κατανοητές προτάσεις τις εντυπώσεις μου, μου είναι ακόμη δύσκολο να μεταφέρω το αίσθημα της φιλοξενίας που μου προσέφερε η Louise Michel, λίγο ντρέπομαι που δεν έχω τον αυθορμητισμό, την απλότητα και την ειλικρίνειά της.

Κατά κάποιο τρόπο, η επιστολογραφική αυτή συλλογή, θυμίζει πως πίσω από οποιοδήποτε γεγονός κρύβονται άνθρωποι, μικροί ή μεγάλοι, αλλά σίγουρα πάντα τεράστιοι στη πραγματικότητά τους, και όχι ονόματα – υποσημειώσεις σε μια σύντομη αφήγηση ενός ιστορικού γεγονότος. Θυμίζει πως η απόσταση μεταξύ κριτών και κρινόμενων είναι ευτυχώς πολύ μικρή, και πως ακόμη και στις χειρότερες στιγμές μας, δεν είμαστε μόνοι. Είναι εν τέλει, η διαπίστωση πως ο άνθρωπος σαν ιδέα και σαν μετουσίωση αυτής, είναι ένα αέναο αχαρτογράφητο τοπίο το οποίο ευτυχώς ακόμα και στις πιο δυσπρόσιτες πλαγιές του βρίσκει τη δύναμη και μας εκπλήσσει ευχάριστα.

No comments: