Προς τι ο πανικός και η τρικυμμία, προς τι ο όλεθρος και η απελπισία. Η μαζική μας ψυχολογία θυμίζει αναβρασμό πατέρα από τα παλιά που μαθαίνει πως η κόρη του δεν είναι πια παρθένα και πως να το κρύψει από τη γειτονιά τώρα τρέμει.
Η υποβάθμιση του βιωτικού επιπέδου(1) για τη μαζική πλειοψηφία των πολιτών της Ελλάδας, συνεχίζεται όπως και τα τελευταία τέσσερα χρόνια (τουλάχιστον), με μόνη διαφορά την απότομη αλλαγή που βιώνουμε αυτούς τους καιρούς. Μια αλλαγή απότομη και προκλητική βεβαιώς, η οποία αναπόφευκτα όμως γίνεται συμπαθής σε κάθε λογής τρομολάγνους, θιασάρχες του εντυπωσιαμού και οραματιστές ιστορικούς του μέλλοντος. Σιωπηλά, και με ματιές κλεφτές, η υποκρισία της ελληνικής κοινωνίας αναδύεται από τη χαρτοσαβούρα των χρεωλυσίων μας και το 'χει βάλει στοίχημα να βάλει σε λίγη τάξη το τι διαδραματίζεται.
Μα κάθε ανάλυση είναι περιττή και κάθε ψυχολογικός απεγκλωβισμός είναι μάταιος όταν δεν υπάρχουν καν οι κατάλληλες λέξεις. Ας πάρουμε το επίθετο 'ελεύθερος' ή καλύτερα 'ελέυθερη', κι ακόμα καλύτερα ας κολλήσουμε το ουσιαστικό 'οικονομία΄από δίπλα, κι άμα θες να είσαι ακριβολόγος, βάζεις σφήνα και το ΄παγκόσμια' από μπροστά. Και οι τρεις λοιπόν αυτές έννοιες μας είναι παντελώς άγνωστες μα και απαραίτητες.
Το 'παγκόσμια' αντιπροσωπεύει όλους τους άλλους, αυτούς που μας φθονούν, τους ΄μή Έλληνες', τους βάρβαρους. Δεν μας απασχολεί και δεν μας νοιάζει, γιατί όποια πέτρα και να σηκώσεις πάντα έναν Έλληνα θα βρεις, και εμείς τους δώσαμε τα φώτα του πολιτισμού και αυτοί τώρα μας ζητάνε το λογαριασμό του ηλεκτρικού κι άλλα τέτοια χαριτωμένα. Από την άλλη η έννοια της ελευθερίας είναι μια με την οποία είμαστε τελείως άσχετοι αφού δεν ξέρουμε καν που να βρούμε τις λέξεις 'σεβασμός' και 'ισονομία' στο λεξικό, πόσο μάλλον στη κοινωνία μας. Έχουμε μάθει πως ελευθερία είναι να κάνουμε ότι θέλουμε μέχρι να μας σταματήσουνε και ύστερα να πουλάμε συγνώμες για μεταμέλειες. 'Εχουμε μάθει πως η ελευθερία είναι ένα διαπραγματεύσιμο αγαθό και όχι ένα αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα. Η τρίτη έννοια είναι ίσως η μόνη για την οποία ξέρουμε κάτι, αφού και καλοί κλέφτες και κομπιναδόροι είμαστε και τέλος πάντως ξέρουμε πως βγαίνει το χρήμα κι ας μην παράγουμε σχεδόν τίποτα (2). Αλλά κι από αυτή στα αλήθεια λίγα ξέρουμε, άμα αναλογιστούμε πως κύριος χρηματοδότης άπειρων οικονομικών δραστηριοτήτων (από μια απλή μισθοδοσία ενός δημοσίου υπαλλήλου που προσλήφθηκε με μέσο μέχρι ένα υπερκοστολογημένο δημόσιο έργο υποδομής) είναι το κράτος το οποίο εξ' ορισμού δε παράγει τίποτα.
Άντε τώρα λοιπόν με τα παραπάνω κενά να ερμηνεύσεις και να καταλάβεις. Όμως μια ψύχραιμη και λούμπεν ματιά, μπορεί να διαγνώσει πως τίποτα ουσιαστικό δεν άλλαξε. Εκτός κι αν αύριο (Πρωτομαγιά γαρ) το ροζάκι της βουλής γίνει μαύρο από κάποια εξέγερση ή κόκκινο από κάποιο αιματοκύλισμα, θα εξακολουθούμε να έχουμε καπιταλισμό (απλά ακόμη πιο απάνθρωπο και άδικο), θα εξακολουθούμε να έχουμε ανέργους (απλά περισσότερους), θα εξακολουθούμε να έχουμε ανίκανους και πουλημένους πολιτικούς (τους ίδιους ή τα παιδιά τους), ο τριτοβάθμιος συνδικαλισμός θα διατηρήσει το θηριοδαμαστικό του χαρακτήρα (απλά σε ακόμα πιο γελοίο επίπεδο) και οι κοινωνικοί και ταξικοί συσχετισμοί θα παραμείνουν οι ίδιοι, αλλά πολύ πιο αιχμηροί και επώδυνοι.
Είμαστε φτωχοί λοιπόν, όχι σε λεφτά, αλλά σε παιδεία και σκέψη. Όμορφη λέξη κι αυτή, και συνώνυμο της η 'κρίση'. Και το εκπληκτικό είναι πως ακόμα έχουμε τη δυνατότητα να περισώσουμε τη σκέψη μας από την συνολική κατηφόρα στην οποία κατρακυλάμε. Διότι όπως και ο έρωτας, η σκέψη είναι δωρεάν, και όσο κι αν τη βομβαρδίζουν και να την τρομοκρατούν μπορεί πάντα να μείνει αλώβητη, αρκεί να προσπαθήσουμε. Από την άλλη όμως όσο επιμένουμε να τρέφουμε την αιθέρια υποκρισία μας με ευχολόγια και σωβινιστικές προκαταλήψεις τόσο θα ακρωτηριάζουμε το μέλλον μας.
Διότι αυτό είναι που δεν μας επιτρέπει να παραδεχθούμε πως είμαστε χειρότεροι και από τις τριτοκοσμικές χώρες τις οποίες κοροϊδεύουμε αλλά και στις οποίες ανήκαμε από καιρό. Αυτή η ψευδαίσθηση που συντηρούμε είναι που μας βάφει κομματικά και από πολιτικά όντα μας μετατρέπει σε υπόδουλους ενός πελατειακού πολιτικού συστήματος. Είναι αυτό το θέατρο του παραλόγου το οποίο γρήγορα ξετυλίσεται σε φιάσκο και μετατρέπει την πραγματικότητα μιας συστημικά αδύναμης κρατικοδίαιτης οικονομίας με σαθρές βάσεις σε παραγνωρισμένο θαύμα της παραγωγικότητας και ταυτόχρονα θύμα των 'κακών κερδοσκόπων'. Είναι το απατηλό όνειρο μιας λειτουργικής δημοκρατίας και ενός κράτους υπηρέτη που στα αλήθεια είναι ένας υπαρκτός εφιάλτης αναδιανομής του πλούτου και της εξουσίας από τα χαμηλά προς τα υψηλά. Είναι το παράδοξο της δαιμονοποίησης της διαφθοράς όσο φοροαποφεύγουμε και φοροδιαφεύγουμε. Επειδή είναι το βόλεμα της απόλυτης και μονολιθικής σκέψης που δεν μας αφήνει να συνθέσουμε μια συνολική εικόνα από τις πολλές συμπληρωματικές εκδοχές της αλήθειας. Επειδή αρνούμαστε να είμαστε σκληροί εκεί που πρέπει και πάντα περιμένουμε οι άλλοι να είναι μαλακοί μαζί μας.
Να λοιπόν μια ακόμη ευκαιρία όσο οι τραπεζικοί μας λογαριασμοί αδειάζουν να γεμίσουμε με σκέψεις. Διότι μπορεί οι πράξεις και οι δράσεις να είναι απαραίτητες και αναγκαίες, διότι μπορεί ο συναισθηματισμός και το θυμικό να είναι το καύσιμο της αντίδρασης μα χωρίς σκέψη και κριτκή, χωρίς λογική κατεύθυνση μονάχα πιο γρήγορα και πιο βαθειά θα βρεθούμε να σκάβουμε τους λάκους μας.
(1) Μια τελείως κυνική φράση, που πιο κατανοητά σημαίνει λιγότερη κατανάλωση, λιγότερη θέρμανση, λιγότερες δαπάνες και φάρμακα, σημαίνει άστεγους και επαίτες, σημαίνει κρύο και πόνος, σημαίνει κόπος χωρίς αντίτιμο, σημαίνε ακόμη και θάνατος.
(2) Η ναυτιλία και ο τουρισμός είναι μια ανεπανόρθωτη καραμέλα. Τα κεφάλαια της ναυτιλίας είναι όλα στο εξωτερικό και έτσι δεν συνεισφέρουν σχεδόν καθόλου στην ελληνική οικονομία, ενώ ο τουρισμός είναι υπηρεσία και όχι παραγωγή, διαφορά πάρα πολύ ουσιαστική όταν μιλάμε για οικονομική κρίση.
Η υποβάθμιση του βιωτικού επιπέδου(1) για τη μαζική πλειοψηφία των πολιτών της Ελλάδας, συνεχίζεται όπως και τα τελευταία τέσσερα χρόνια (τουλάχιστον), με μόνη διαφορά την απότομη αλλαγή που βιώνουμε αυτούς τους καιρούς. Μια αλλαγή απότομη και προκλητική βεβαιώς, η οποία αναπόφευκτα όμως γίνεται συμπαθής σε κάθε λογής τρομολάγνους, θιασάρχες του εντυπωσιαμού και οραματιστές ιστορικούς του μέλλοντος. Σιωπηλά, και με ματιές κλεφτές, η υποκρισία της ελληνικής κοινωνίας αναδύεται από τη χαρτοσαβούρα των χρεωλυσίων μας και το 'χει βάλει στοίχημα να βάλει σε λίγη τάξη το τι διαδραματίζεται.
Μα κάθε ανάλυση είναι περιττή και κάθε ψυχολογικός απεγκλωβισμός είναι μάταιος όταν δεν υπάρχουν καν οι κατάλληλες λέξεις. Ας πάρουμε το επίθετο 'ελεύθερος' ή καλύτερα 'ελέυθερη', κι ακόμα καλύτερα ας κολλήσουμε το ουσιαστικό 'οικονομία΄από δίπλα, κι άμα θες να είσαι ακριβολόγος, βάζεις σφήνα και το ΄παγκόσμια' από μπροστά. Και οι τρεις λοιπόν αυτές έννοιες μας είναι παντελώς άγνωστες μα και απαραίτητες.
Το 'παγκόσμια' αντιπροσωπεύει όλους τους άλλους, αυτούς που μας φθονούν, τους ΄μή Έλληνες', τους βάρβαρους. Δεν μας απασχολεί και δεν μας νοιάζει, γιατί όποια πέτρα και να σηκώσεις πάντα έναν Έλληνα θα βρεις, και εμείς τους δώσαμε τα φώτα του πολιτισμού και αυτοί τώρα μας ζητάνε το λογαριασμό του ηλεκτρικού κι άλλα τέτοια χαριτωμένα. Από την άλλη η έννοια της ελευθερίας είναι μια με την οποία είμαστε τελείως άσχετοι αφού δεν ξέρουμε καν που να βρούμε τις λέξεις 'σεβασμός' και 'ισονομία' στο λεξικό, πόσο μάλλον στη κοινωνία μας. Έχουμε μάθει πως ελευθερία είναι να κάνουμε ότι θέλουμε μέχρι να μας σταματήσουνε και ύστερα να πουλάμε συγνώμες για μεταμέλειες. 'Εχουμε μάθει πως η ελευθερία είναι ένα διαπραγματεύσιμο αγαθό και όχι ένα αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα. Η τρίτη έννοια είναι ίσως η μόνη για την οποία ξέρουμε κάτι, αφού και καλοί κλέφτες και κομπιναδόροι είμαστε και τέλος πάντως ξέρουμε πως βγαίνει το χρήμα κι ας μην παράγουμε σχεδόν τίποτα (2). Αλλά κι από αυτή στα αλήθεια λίγα ξέρουμε, άμα αναλογιστούμε πως κύριος χρηματοδότης άπειρων οικονομικών δραστηριοτήτων (από μια απλή μισθοδοσία ενός δημοσίου υπαλλήλου που προσλήφθηκε με μέσο μέχρι ένα υπερκοστολογημένο δημόσιο έργο υποδομής) είναι το κράτος το οποίο εξ' ορισμού δε παράγει τίποτα.
Άντε τώρα λοιπόν με τα παραπάνω κενά να ερμηνεύσεις και να καταλάβεις. Όμως μια ψύχραιμη και λούμπεν ματιά, μπορεί να διαγνώσει πως τίποτα ουσιαστικό δεν άλλαξε. Εκτός κι αν αύριο (Πρωτομαγιά γαρ) το ροζάκι της βουλής γίνει μαύρο από κάποια εξέγερση ή κόκκινο από κάποιο αιματοκύλισμα, θα εξακολουθούμε να έχουμε καπιταλισμό (απλά ακόμη πιο απάνθρωπο και άδικο), θα εξακολουθούμε να έχουμε ανέργους (απλά περισσότερους), θα εξακολουθούμε να έχουμε ανίκανους και πουλημένους πολιτικούς (τους ίδιους ή τα παιδιά τους), ο τριτοβάθμιος συνδικαλισμός θα διατηρήσει το θηριοδαμαστικό του χαρακτήρα (απλά σε ακόμα πιο γελοίο επίπεδο) και οι κοινωνικοί και ταξικοί συσχετισμοί θα παραμείνουν οι ίδιοι, αλλά πολύ πιο αιχμηροί και επώδυνοι.
Είμαστε φτωχοί λοιπόν, όχι σε λεφτά, αλλά σε παιδεία και σκέψη. Όμορφη λέξη κι αυτή, και συνώνυμο της η 'κρίση'. Και το εκπληκτικό είναι πως ακόμα έχουμε τη δυνατότητα να περισώσουμε τη σκέψη μας από την συνολική κατηφόρα στην οποία κατρακυλάμε. Διότι όπως και ο έρωτας, η σκέψη είναι δωρεάν, και όσο κι αν τη βομβαρδίζουν και να την τρομοκρατούν μπορεί πάντα να μείνει αλώβητη, αρκεί να προσπαθήσουμε. Από την άλλη όμως όσο επιμένουμε να τρέφουμε την αιθέρια υποκρισία μας με ευχολόγια και σωβινιστικές προκαταλήψεις τόσο θα ακρωτηριάζουμε το μέλλον μας.
Διότι αυτό είναι που δεν μας επιτρέπει να παραδεχθούμε πως είμαστε χειρότεροι και από τις τριτοκοσμικές χώρες τις οποίες κοροϊδεύουμε αλλά και στις οποίες ανήκαμε από καιρό. Αυτή η ψευδαίσθηση που συντηρούμε είναι που μας βάφει κομματικά και από πολιτικά όντα μας μετατρέπει σε υπόδουλους ενός πελατειακού πολιτικού συστήματος. Είναι αυτό το θέατρο του παραλόγου το οποίο γρήγορα ξετυλίσεται σε φιάσκο και μετατρέπει την πραγματικότητα μιας συστημικά αδύναμης κρατικοδίαιτης οικονομίας με σαθρές βάσεις σε παραγνωρισμένο θαύμα της παραγωγικότητας και ταυτόχρονα θύμα των 'κακών κερδοσκόπων'. Είναι το απατηλό όνειρο μιας λειτουργικής δημοκρατίας και ενός κράτους υπηρέτη που στα αλήθεια είναι ένας υπαρκτός εφιάλτης αναδιανομής του πλούτου και της εξουσίας από τα χαμηλά προς τα υψηλά. Είναι το παράδοξο της δαιμονοποίησης της διαφθοράς όσο φοροαποφεύγουμε και φοροδιαφεύγουμε. Επειδή είναι το βόλεμα της απόλυτης και μονολιθικής σκέψης που δεν μας αφήνει να συνθέσουμε μια συνολική εικόνα από τις πολλές συμπληρωματικές εκδοχές της αλήθειας. Επειδή αρνούμαστε να είμαστε σκληροί εκεί που πρέπει και πάντα περιμένουμε οι άλλοι να είναι μαλακοί μαζί μας.
Να λοιπόν μια ακόμη ευκαιρία όσο οι τραπεζικοί μας λογαριασμοί αδειάζουν να γεμίσουμε με σκέψεις. Διότι μπορεί οι πράξεις και οι δράσεις να είναι απαραίτητες και αναγκαίες, διότι μπορεί ο συναισθηματισμός και το θυμικό να είναι το καύσιμο της αντίδρασης μα χωρίς σκέψη και κριτκή, χωρίς λογική κατεύθυνση μονάχα πιο γρήγορα και πιο βαθειά θα βρεθούμε να σκάβουμε τους λάκους μας.
(1) Μια τελείως κυνική φράση, που πιο κατανοητά σημαίνει λιγότερη κατανάλωση, λιγότερη θέρμανση, λιγότερες δαπάνες και φάρμακα, σημαίνει άστεγους και επαίτες, σημαίνει κρύο και πόνος, σημαίνει κόπος χωρίς αντίτιμο, σημαίνε ακόμη και θάνατος.
(2) Η ναυτιλία και ο τουρισμός είναι μια ανεπανόρθωτη καραμέλα. Τα κεφάλαια της ναυτιλίας είναι όλα στο εξωτερικό και έτσι δεν συνεισφέρουν σχεδόν καθόλου στην ελληνική οικονομία, ενώ ο τουρισμός είναι υπηρεσία και όχι παραγωγή, διαφορά πάρα πολύ ουσιαστική όταν μιλάμε για οικονομική κρίση.
No comments:
Post a Comment