Υπάρχουν διάφοροι
τρόποι εξάσκησης της επιστήμης της
τοκογλυφίας. Οι πιο γνωστές σε εμάς από
τη λογοτεχνία εμπεριέχουν τον χαρακτήρα
του αδίστακτου και σιχαμερού τοκογλύφου ο οποίος υπό
την απειλή βίας απαιτεί τρομερές
αποδόσεις σε ελάχιστο χρονικό διάστημα
από οφειλέτες που δεν έχουν πρόσβαση
στον 'νόμιμο' χρηματοπιστωτικό τομέα.
Μόνιμη επωδός αυτών των τύπων είναι πως
επ' ουδενί δεν θέλουν τον θάνατο του
οφειλέτη τους αφού από αυτών αποκομίζουν
την μοναδική πηγή εσόδων του, τα
τοκοχρεολύσια. Καταφεύγει φυσικά σε
ξυλοδαρμούς, εξευτελισμούς ακόμα και
φόνους συγγενικών και φιλικών προσώπων
των οφειλετών, ενώ μάλιστα δε διστάζει
να αναχρηματοδοτεί την πιστωτική σχέση
του οφειλέτη. Ο τοκογλύφος δε ψάχνει
τον φερέγγυο και ικανό πληρωτή, αλλά
τον αδύναμο, τον κακοπληρωτή. Για τον
τοκογλύφο το χρέος οφείλει πάντα να
είναι βιώσιμο αλλά όχι εξοφλήσιμο, ώστε
διαρκώς ο οφειλέτης του να προσπαθεί
να το αποπληρώσει με εξωφρενικά επιτόκια.
Για αυτό άλλωστε όπως προδίδει το όνομά
του, ο τοκογλύφος ζει από τα επιτόκια
και όχι από το κεφάλαιο.
Βασικό
χαρακτηριστικό αντιμετώπισης της
δημοσιονομικής κρίσης της Ελλάδας είναι
η αρχή πως τα δύο μείζονα χαρακτηριστικά
του έχουν επιμεριστεί σαν τομείς ευθύνης,
με το μεν χρέος να τον αναλαμβάνουν οι
πιστωτές (αναδιάρθρωση χρέους, PSI,
επαναγορές ομολόγων, ΕΤΧΣ) ώστε να
καταστεί βιώσιμο και το δε έλλειμμα η
Ελλάδα. Στόχος ουσιαστικά είναι το
δημόσιο χρέος να μην αποτελέσει μια
μαύρη τρύπα πιστωτικών κεφαλαίων, αλλά
η διάρθωσή του συνεργατικά με το όποιο
πιθανό έλλειμμα ή πλεόνασμα να το καθιστά
εξυπηρετικό στο διηνεκές. Σκοπός δεν
είναι η εξόφλησή του, η οποία μπορεί να
επιτευχθεί με μια απίθανη σωρεία
πρωτογενών πλεονασμάτων που μπορούν
να χρηματοδοτήσουν επαναγορές και
ευνοϊκότερους επαναδανεισμούς από θέση
ισχύος, αλλά η διαρκής εξόφληση των
επιτοκίων που γεννώνται από αυτό. Για
αυτό λοιπόν το ονομαστικό δημόσιο χρέος
δεν έχει αλλάξει ουσιαστικά καθόλου
καθ' όλη τη διάρκεια της δημοσιονομικής
κρίσης (α).
|
Γρ. 1 |
Αντιθέτως
έχει αλλάξει η κατανομή λήξης του σε
βάθος χρόνου (γρ. 1) όπως και η μέση
διάρκειά του (γρ. 2), όπως φαίνεται από τα
δύο σχετικά γραφήματα του ΟΔΔΗΧ. Το
γράφημα 1 δείχνει το ύψος των ονομαστικών
ομολόγων που λήγουν σε κάθε έτος (δλδ
τις ονομαστικές εξοφλητικές υποχρεώσεις)
και όχι τις συνολικές ταμειακές υποχρεώσεις του κράτους (δλδ πιθανή
εξόφληση κάποιων δανείων και αποπληρωμές
επιτοκίων). Είναι επίσης σαφές λόγου
χάρη, ότι το 2014 η Ελλάδα δε θα έχει
ταμειακό πλεόνασμα της τάξης των 25
δισεκατομμυρίων ώστε να εξοφλήσει τις
λήξεις του 2014 και οπότε αυτή η δανειακή
της υποχρέωση θα πρέπει να αναχρηματοδοτηθεί
(http://www.naftemporiki.gr/finance/story/732454
) με
έναν νέο δανεισμό (για αυτό άλλωστε και
στόχος του προγράμματος είναι η επιστροφή
στις αγορές το 2014) ο οποίος θα ευελπιστούμε
να είναι ονομαστικά μικρότερος (εφόσον
το επιτρέπει ένα πιθανό πρωτογενές
πλεόνασμα) και με καλύτερους όρους (β).
Με άλλα λόγια, πολλές
ληξιπρόθεσμες οφειλές της Ελλάδας
έτυχαν χρονικής επιμήκυνσης διατηρώντας
όμως με συνέπεια την εξυπηρέτηση των
επιτοκίων τους (τα οποία ομολογουμένως
αναπροσαρμόστηκαν σε χαμηλότερα επίπεδα
για την εξυπηρέτηση της βιωσιμότητας
με το μεσοσταθμικό επιτόκιο να είναι
της τάξης του 2.3%), καθιστώντας πιο βιώσιμο
το χρέος το ίδιο, αλλά όχι φυσικά τους
πολίτες της χώρας.
|
Γρ. 2 |
Όμως πέραν των
παραπάνω, η Ελλάδα ουσιαστικά δεν βγήκε
ποτέ από τις αγορές, αλλά αντίθετα από
τη στιγμή που τα επιτόκια των αγορών
στα 5ετή, 10ετή και 20ετή ομόλογα εκτοξεύθηκαν
καθιστώντας τα ανέφικτα και τοκογλυφικά,
περιορίστηκε στην μικρότερη (σε συμμετέχοντες, όχι σε ονομαστικές αξίες) αλλά πιο χειραγωγήσιμη αγορά των έντοκων
γραμματίων παράλληλα με το πρόγραμμα
της τρόικας. Ένα απλό παράδειγμα γιατί
και πως κατέστη αυτό δυνατό, είναι ο
νέος δανεισμός του 2013, και η παρακολούθηση
εξυπηρέτησης των εκδιδόμενων έντοκων
γραμματίων. Μια πρόχειρη φυσικά ανάλυση
η οποία αποτελεί όμως μικρογραφία της
ουσίας όλων των χρηματοπιστωτικών
αγορών και της αποδεδειγμένης αδυναμίας
του ελληνικού τραπεζικού κλάδου.
Παίρνοντας
ως σημείο μηδέν την 1η Ιανουαρίου του
2013, βλέπουμε πως το νέο χρέος είναι
μηδενικό, αφού ακόμα δεν έχει εκδώσει
ο ΟΔΔΗΧ κάποιο έντοκο γραμμάτιο μέσα
στο 2013. Στη συνέχεια βλέπουμε πως εκδίδει
παράλληλα έντοκα γραμμάτια 13 και 26
εβδομάδων με περίπου ίδιο επιτόκιο και
στα δύο, καθώς και ένα έντοκο γραμμάτιο
4 εβδομάδων το οποίο δεν ανανεώνει (http://www.pdma.gr/index.php/el/debt-instruments-gr/2012-02-24-17-12-01)
.
Παρατηρώντας την χρονική αλληλουχία
των εκδόσεων και των αντίστοιχων
εξοφλήσεων παρατηρούμε πως εν τέλει
ανά πάσα στιγμή κυκλοφορεί ένα συνολικό
χρέος της τάξης των 15 δισ. ευρώ σε έντοκα
γραμμάτια του ελληνικού δημοσίου. Για
να λέμε και τα θετικά, υπάρχει γενικά
μια μειωτική τάση στην έκθεση σε
βραχυπρόθεσμους τίτλους (μείωση 3,4 δισ.
Σε σχέση με αντίστοιχο διάστημα του
2012, http://www.naftemporiki.gr/finance/story/732454
), των οποίων το κόστος, αν και
ελάχιστα, επίσης μειώνεται, χωρίς αυτό
να μην σημαίνει πως δε διατηρείται σε
τοκογλυφικά επίπεδα (μέχρι και την
τελευταία έκδοση της 15ης Νοεμβρίου οι
συσσωρευμένοι τόκοι του νέου δανεισμού
εντόκων γραμματίων του 2013 ανέρχονται
σε περίπου 370
εκατομμύρια Ευρώ), ειδικά αν αναλογιστεί
κανείς πως πρόκειται για καθαρά εσωτερική
υπόθεση (οι ελληνικές συστημικές τράπεζες
συμμετέχουν και αγοράζουν, βλέπε
παρακάτω).
|
Γρ. 3 |
Ως προς τη
σύνθεση του χρέους, σύμφωνα με τον ΟΔΔΗΧ
(στις 30/6/2013) τα έντοκα γραμμάτια αποτελούν
το 43,8% του συνολικού χρέους, το 10,3% είναι
δάνεια του ΔΝΤ και το υπόλοιπο 45,9% είναι
δάνεια που προορίζονται για το ΕΤΧΣ. Το
τελευταίο φυσικά έχει εξαιρετική
σημασία, αφού οι κάτοχοι των εντόκων
γραμματίων είναι οι ίδιες οι συστημικές
τράπεζες που είχαν υπαχθεί τόσο στον
νόμο 3723/2008 και φυσικά στο ίδιο το ΕΤΧΣ.
Δεν είναι συμπτωματικό που το ποσοστό
του χρέους που αντιστοιχεί στα έντοκα
γραμμάτια είναι σχεδόν ίδιο με αυτό που
αντιστοιχεί στο ΕΤΧΣ, αφού στη
πραγματικότητα πρόκειται για το ίδιο
κεφάλαιο: τα κεφάλαια του ΕΤΧΣ χρηματοδοτούν
την αγορά εντόκων γραμματίων τα οποία
χρησιμοποιούνται σαν ενέχυρο
(http://www.reuters.com/article/2013/08/09/greece-tbills-idUSA8N0FA01R20130809
) για ρευστότητα της ΕΚΤ προς
τις συστημικές τράπεζες. Ένας δανεισμός
του δημοσίου (προς το ΕΤΧΣ) χρηματοδοτεί
έναν άλλο δανεισμό (προς τις τράπεζες
μέσω των εντόκων γραμματίων).
Το ελληνικό
δημόσιο λοιπόν δανείζεται για να αυξήσει
την κεφαλαιακή επάρκεια των συστημικών
τραπεζών ώστε με τη σειρά τους να μπορούν
να αγοράζουν έντοκα γραμμάτια του
ελληνικού δημοσίου τα οποία εν συνεχεία
θα μπορούν να χρησιμοποιούν ως ενέχυρο
για ρευστότητα από την ΕΚΤ. Πιο απλά, το
δημόσιο δανείζει χρήματα στις τράπεζες (μέσω ΕΤΧΣ) ώστε να μπορούν να δανείζουν στο δημόσιο
(μέσω των γραμματίων) με σκοπό να
φουσκώνουν το ενεργητικό τους και να
έχουν πρόσβαση στη ρευστότητα της ΕΚΤ,
σημείο όπου παρατηρείται ελαφρά μείωση
της εξάρτησης (http://www.efsyn.gr/?p=151940
). Ακόμη πιο απλά, το ελληνικό
δημόσιο όχι μόνο έχει χρεωθεί τη
ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών μέσω
του ΕΤΧΣ αλλά έχει στήσει έναν ολόκληρο
μηχανισμό πρόσβασης των τραπεζών στη
ρευστότητα της ΕΚΤ χάρη στα έντοκα
γραμμάτια. Βρισκόμαστε στην πιο τρανταχτή
περίπτωση της βασικής και συστημικής αντίφασης του
εγγυητή (ελληνικό δημόσιο) να δανείζεται
από τον εγγυώμενο (συστημικές τράπεζες).
Το τραγικό της υπόθεσης; Η συνολική
έκθεση του ελληνικού δημοσίου σε νέο
δανεισμό εξαιτίας της πρόχειρης και
ασύδοτης χρηματοδότησης του τραπεζικού
συστήματος με τον νόμο 3723/2008 ανέρχεται
σε 13 δις. ευρώ, με τις εγγυήσεις του
ελληνικού δημοσίου να ανέρχονται σε
επιπλέον 15 δις. ευρώ, ποσά εφάμιλλα
σχεδόν του 90% του νέου δανεισμού (γ). Άρα
η βασική αντίφαση εμπλουτίζεται με την
ποινικού χαρακτήρα διάσταση του
εγγυώμενου να δανείζει τον εγγυητή με
κεφάλαια του ίδιου του εγγυητή! Το
δημόσιο χρηματοδοτεί την ίδια του τη
χρέωση.
Το σύνολο αυτών
των δανειοληπτικών συσχετισμών, σε
συνδυασμό με την τραγελαφική εφαρμογή
του νόμου 3723/2008 (δ) ξεκαθαρίζουν το
μέγεθος της πολιτικής επιρροής των
αποτυχημένων ελληνικών τραπεζών (
http://www.tovima.gr/finance/article/?aid=472858).
Είναι σαφές πως η Ελλάδα έχει περιέλθει
σε μια κρίση χρέους όχι αποκλειστικά λόγω των
υπαρκτών συστημικών της προβλημάτων
(ε) και του εσωτερικού ανταγωνισμού της
ευρωζώνης, αλλά κυριότερα λόγω της επιτακτικής
ανάγκης διάσωσης και αναδιάρθρωσης του
τραπεζικού συστήματος το οποίο θα
αποτελέσει την αιχμή του δόρατος για
το νεοφιλελεύθερο οικονομικό χάρτη που
απλώνεται στην ελληνική οικονομία. Αν
ο νόμος 3723/2008 είχε εφαρμοστεί στο ακέραιο,
ή ακόμα πιο ορθά αν το ελληνικό δημόσιο
δεν είχε επιλέξει την οδό της γιγάντωσης
του χρέους (και κατ' επέκταση του
δημοσιονομικού ελλείμματος) για να
διασώσει τις τράπεζες, αλλά είχε επιβάλλει
μια βίαια αναδιάρθρωσή τους προς το
συμφέρον τού (δλδ. αν είχε ενεργήσει ως
πραγματικός εγγυητής και δανειστής),
μια διαδικασία η οποία φυσικά θα
συμπεριλάμβανε και κρατικοποιήσεις
(ζ), είναι πολύ πιθανό η κρίση χρέους να
μην ήταν τόσο δραματική και ανελέητη
για την ελληνική κοινωνία και τη συνοχή
της. Είναι φανερό πως
οι έλληνες τραπεζίτες
εκμεταλλεύτηκαν την δεινή θέση στην
οποία οι ίδιοι περιήλθαν για να παρασύρουν την
ελληνική οικονομία σε μια γενικευμένη
κρίση από την οποία μόνο οι ίδιοι θα
μπορούσαν να επιβιώσουν ανατρέποντας
οποιαδήποτε δημόσια, οικονομική και
κοινωνική λογική.
Αγνοώντας κάθε
έννοια ηθικού κινδύνου η νεοφιλελεύθερη
σκέψη βρίσκει στο πρόσωπο του αποτυχημένου,
κλεπτομανούς και κρατικοδίαιτου
τραπεζικού κλάδου το διαχειριστικό
όργανο που θα εκποιήσει στο τέλος ακόμη
και την ίδια την ανθρώπινη ζωή (η).
Δυστυχώς εμπόδιο σε αυτό δε στέκονται
τόσο οι αποσπασματικοί κοινωνικοί
αγώνες στους οποίους κυριαρχεί η ιστορική
ηττοπάθεια της 2011 (το ελληνικό πολιτικό
φάσμα δεν πρόκειται ποτέ να κάνει
μετωπική επίθεση στις τράπεζες), αλλά
τα ετερόκλητα συμφέροντα του κεφαλαίου
με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα τη
σύνθεση και τους εσωτερικούς τριγμούς
της τρόικας, την αποκήρυξη πιθανών
μελλοντικών τραπεζικών διασώσεων από
τους φορολογούμενος (θ), και τις ΗΠΑ οι
οποίες ενοχλούνται από την οικονομική
αποσταθεροποίηση στην Ευρώπη και την
ανταγωνιστική ισχυροποίηση της Γερμανίας
(ι). Δυστυχώς
έχει εμπεδωθεί δογματικά
σχεδόν στην κοινωνία η ιδέα πως πάση
θυσία το τραπεζικό κεφάλαιο δεν πρέπει
να απολέσει την κυριότητα του (κ),
διαιωνίζοντας έτσι τις καταστροφικές
δημόσιες πολιτικές οι οποίες εξυπηρετούν
μονάχα το αρπακτικό κεφάλαιο και στέλνουν
στο απόσπασμα κάθε έννοια κοινωνικής
συνοχής και δημοκρατίας. Κι αν διαρκώς
στα προγράμματα αντιμετώπισης της
κρίσης εντοπίζονται αλλεπάλληλες
αστοχίες (βλ. δημοσιονομικό κενό για
2014) παράγωγα μια βασικά λανθασμένης
πολιτικής και οικονομικής σκέψης που
προκαλούν συνεχόμενες απαξιώσεις, στη
πραγματική οικονομία, κοινωνία και ζωή,
η ζημιά είναι απλά ανυπολόγιστη και
χωρίς σύγκριση μπροστά στις ζημιές
εμμονικών και αποτυχημένων.
Στρατηγικές διαχείρισης υπάρχουν αρκετές, και πολλά περισσότερα εργαλεία (διαργραφή επαχθούς χρέους, κρατικοποιήσεις, στάση πληρωμών, clearing χρεογράφων και χρεών, δημεύσεις, ουσιαστικές μετταρυθμίσεις, τραπεζική ενοποίηση, περίοδη χάριτος, αναστολή τόκων, κεϋνσιανές πολιτικές, διάκριση εξουσιών, αλλαγή πτωχευτικού κώδικα, επαναφορά της διάκρισης μεταξύ εμπορικών και επενδυτικών τραπεζών, περιορισμοί στη διακίνηση κεφαλαίων, συνεταιριστική οικονομία) για αυτές. Εναλλακτικές στο σκοταδιστικά δογματικό ΤΙΝΑ (There Is No Alternative) του νεοφιλελεύθερου κονκλάβιου φυσικά και υπάρχουν, λίγες όμως μπορούν να είναι αντικειμενικά αποτελεσματικές και λειτουργικές στο πραγματικό κοινωνικό ερώτημα του πλούτου, κι ακόμα λιγότερες αυτές που μπορούν να απορρεύσουν από το ίδιο το κοινωνικό σύνολο μέσα από έναν απαγκιστρωμένο δημόσιο διάλογο, μέσα από μια πραγματική άσκηση της δημοκρατίας, μέσα από ένα πλαίσιο αυτονομίας, ισονομίας και ελευθερίας. Όμως σίγουρα δεν υπάρχει καμμία βιώσιμη εναλλακτική η οποία να επιβραβεύει τοκογλύφους, παραχαράκτες και αποτυχημένους.
Σημειώσεις:
α. Αναλόγως που
τοποθετεί κανείς την έναρξη της κρίσης.
Για παράδειγμα αν πάρουμε σαν σημείο
αναφοράς το 2010 όπου γίνεται η αρχική
προσφυγή στο ΔΝΤ μπορεί να δει και μια
μικρή μείωση από 329 δισ.σε 321 δισ., αλλά
αν πάρουμε σαν σημείο αναφοράς το 2008
οπότε επιχειρείται η πρώτη διάσωση των
τραπεζών τότε βλέπει κανείς μια αλματώδη
άνοδο 58 δισ. από 263 δισ.!
γ. Η μόνη τράπεζα
που είχε επιστρέψει στο δημόσιο την
ενίσχυση του 3723/2008 ήταν η Αγροτική με
ότι αυτό σημαίνει για την εκ προμελέτης
απορρόφησή της (sic) από
την Τράπεζα Πειραιώς.
δ. Πέραν από το
γεγονός πως το ελληνικό δημόσιο δεν
έχει ασκήσει το δικαίωμα της ανά έτος
απόδοσης του 10% καθ' ολοκληρίαν και στο
ακέραιο, ούτε έχει κάνει χρήση του
δικαιώματος αρνησικυρίας που το έδινε
ο νόμος 3723/2008, ουδέποτε απαίτησε την
διοχέτευση των κεφαλαίων στην πραγματική
οικονομία όπως ο νόμος όριζε.
ε. Δε τίθεται
συζήτηση πως οι ελλειμματικοί
προϋπολογισμοί, προϊόντα παραπολιτικής,
πελατειακών σχέσεων και απλής βλακώδους
κακοδιαχείρισης, η ανισονομία και η
ευρύτερη ανισορροπία της ελληνικής
οικονομίας είναι αναπόσπαστο κομμάτι
του ευρύτερου οικονομικού ζητήματος.
ζ. Όπως δηλαδή
έγινε στις ΗΠΑ, όπου πέραν των bail-out
που έγιναν με κοινές μετοχές, επετράπη
και η κατάρρευση της Lehman
Brothers προς παραδειγματισμό.
η. Χαρακτηριστική
περίπτωση αποτελεί η περίπτωση της
ΠΑΝΓΑΙΑ ΑΕΕΑΠ, θυγατρική της Εθνικής,
η οποία αφού αγόρασε ακίνητα του δημοσίου
(όπου ήδη στεγάζονται υπηρεσίες του
δημοσίου) προς 115,5 εκ. ευρώ
(http://www.tovima.gr/finance/article/?aid=535794
)εξασφαλίζοντας εγγυημένα μισθώματα
από το ίδιο το δημόσιο που θα της
επιτρέψουν να κάνουν απόσβεση σε λιγότερο
από δέκα χρόνια
(http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=26519&subid=2&pubid=113134831
), κινήθηκε προς αναζήτηση στρατηγικού
επενδυτή (Invel Real Estate)
ο οποίος θα αγοράζει το 66% της ΠΑΝΓΑΙΑ
προς 653,1 εκ. δανειζόμενη με επιτόκιο
κάτω του 3% το 418,3 εκ. από την ίδια την
Εθνική (https://www.efsyn.gr/?p=151110
)! Ο σκοπός είναι διττός: από
τη μια το φούσκωμα του ενεργητικού της
τράπεζας για βελτίωση της κεφαλαιακής
της θέσης, και από την άλλη (σε συνδυασμό
με την άρση πλειστηριασμών και τη μείωση
φόρου μεταβίβασης) την συσσώρευση
ακινήτων σε εξευτελιστικές τιμές για
την μελλοντική τους εκποίηση με
υπερκέρδος. Δεν είναι τυχαίο πως πέραν
των κατασχέσεων ακινήτων, καταθέσεων
και μισθών υπάρχει και η πρόταση ακόμα
και για κατάσχεση επιχειρήσεων.
θ. Το αποτυχημένο
πείραμα της Ελλάδας δεν έχει αφήσει
ερμηνευτικά περιθώρια και για αυτό στην
περίπτωση της Κύπρου επιλέχτηκε το
βίαιο κούρεμα καταθέσεων, όπου ευτυχώς
δεν προκρίθηκε το κούρεμα και των
εγγυημένων καταθέσεων. Με το μοντέλο
αυτό να κρίνεται εξίσου αποτυχημένο
λόγω της υψηλής διαφυγής κεφαλαίων που
προκαλεί, πλέον έχει επικρατήσει το
(αυτονόητο) μοντέλο πρωταρχικής
επιβάρυνσης των ίδιων των μετόχων των
τραπεζών
(http://www.reuters.com/article/2013/07/10/us-eu-banks-idUSBRE96907Z20130710
).
κ. Το ΕΤΧΣ είναι
δομημένο με τέτοιο τρόπο ώστε όχι μόνο
να έχουν πλειάδα ευκαιριών οι μέτοχοι
να επανακτήσουν το μετοχικό τους ποσοστό,
αλλά και αυτή τους η επιθυμία να ταυτίζεται
με τα δημόσια συμφέροντα, αφού όσο
μικρότερη είναι η συμμετοχή του ΕΤΧΣ
στην ανακεφαλαιοποίησή τους, τόσο
μικρότερος είναι και ο δανεισμός της
χώρας απέναντι στο ΕΤΧΣ.