Ξέρω πως υπάρχει η πεντατονική κλίμακα χωρίς φυσικά να γνωρίζω τι σημαίνει αυτό. Τα μάτια μου προσπαθούν μάταια να μου εξηγήσουν πως χρησιμοποιείται για αιώνες ακόμη και στα ηπειρώτικα τραγούδια, αλλά η μνήμη μου ανακαλεί την ασχετοσύνη μου στο μάθημα της μουσικής όσο τα αυτιά μου παραπονιούνται που δεν μπορούν εν γένει να καταλάβουν και πολλά παραπάνω από το Be There των UNKLE. Α, το μάθημα της μουσικής, ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης φάλτσων νοτών, και το τέλος της ψυχικής υγείας μιας δασκάλας.
Ένας φίλος μου πρόσφατα, μεταξύ τυρού και αχλαδιού, αναρωτιόταν περί της φυσικής έλξης των έμβιων προς την αρμονία της μουσικής, και τη σχέση της ανατομίας του αυτιού και της λειτουργίας του κεντρικού νευρικού συστήματος προς αυτή. Λίγα μπορούσα να σκεφτώ, το θεωρούσα αυτονόητο και φυσιολογικό, από την ίδια λάσπη το μυαλό και το αυτί, το θρόισμα των φύλλων, και το πάφλασμα των κυμάτων, τα μουρμουρητά και τα δάκρυά μας, από την ίδια λάσπη οι ιαχές των κτηνών, τα τιτιβίσματα των πτηνών, ίδιος ο πόνος και η μιζέρια στα ζωντανά, ίδια η αγάπη και το αίμα, ίδιος ο φόβος της βροντής. Θυμάμαι μικρός στο σχολείο, (πάλι) που ένας μεγαλύτερος για να εντυπωσιάσει μια άσχημη χοντρή γκόμενα, της είχε πει ότι δεν πίστευε στον θεό, αλλά θρησκεία του ήταν η φύση και το ανεξήγητό της. Βλακεία αλλά σίγουρα εντυπωσιακό για γυμνασιόπαιδα.
Πολλά από τα εκπληκτικά ονόματα της μουσικής έμαθαν το όργανο με τα οποίο έγιναν πρόσκαιρα αθάνατοι από μόνοι τους, δίχως να ξέρουν από κλίμακες, τόνους και τα υπόλοιπα που τόσο περίεργα ξεδιπλώνονται σε μια παρτιτούρα. Έτσι λοιπόν όπως στραβά σκέφτεται η κουτουρού μου, αναρωτιέμαι τι θα γινόταν άμα σε ένα παιδί του δίναμε ένα πιάνο και έναν μετρονόμο. Άλλα όχι έναν οποιοδήποτε μετρονόμο, όπως τον αναλογικό μαύρο Wittner 806, αλλά έναν μετρονόμο διαφορετικό, βγαλμένο από τις ταινίες του Tim Burton, έναν μετρονόμο που δεν κρατά το ρυθμό σωστά, μα αντίθετα, από κάποια μνήμη ξύλινη σκέφτεται τις εξεζητημένους πρωτογονισμούς του Geoff Barrow, κι άλλες φορές μεθάει πλήρως κι δίνει στίγμα μουσικό ασύλληπτο και παράδοξο. Πως ακριβώς θα μάθαινε το παιδικό ταλέντο, τι θα γινόταν; Πες μου, ξέρεις τι θα γινόταν;
Άραγε και το μυαλό σαν ένα αποσπασματικό εκκρεμές δεν λειτουργεί, έτσι σαν μια ναυαγημένη βαρκούλα που στο έλεος μιας απλής φουσκοθαλασσιάς γέρνει και χορεύει σαν μικρό παιδί. Άραγε γιατί κάνω συνεχώς παρομοιώσεις; Υπεκφυγές μάλλον. Σίγουρα δηλαδή. Αλλά έτσι το ρημάδι το μυαλό μου, μια εδώ και μια εκεί, ποτέ κάπου σταθερά, πάντα σχεδόν τυχαία. Μέχρι φυσικά στόχους να βρω, γρήγορα να απογοητευτώ και να αποχωρήσω, ωσότου πάλι ο κύκλος επαναληφθεί. Όμως ποτέ με τον ίδιο ρυθμό, ούτε με το ίδιο μέτρο, κι ας αλλάζουν οι άνθρωποι, οι εποχές, οι στιγμές, κι ας μένουν όλα ίδια. Τώρα με φαντάζομαι πάνω σε αυτό το εκκρεμές, βίαια να ταλαντεύεται πέρα δώθε, κι εγώ παγιδευμένο πιθηκάκι πάνω του, μια να ουρλιάζω τρομαγμένος σε βοήθεια, μια να τραγουδώ μεθυσμένος, μια να μονολογώ με εμμονή. Άλλη μια παραβολή για τη ζωή, ατυχής, φθηνή και γελοία.
Κάτι ήθελα να γράψω τώρα, αλλά δεν θυμάμαι τι.
Ύστερα όμως, έρχεται η βροχή, με τη δική της μουσική και ρυθμό, και το βλέμμα μου καρφώνεται, στον τρόπο με τον οποίο τυλίγει τα πάντα και τα γλύφει, στη δικιά της γλυκιά μουσική έτσι όπως την θνητή μου και μάταια μου φύση θυμίζει, όπως το φως από τη φλόγα ενός αναπτήρα παλεύει με τις σκιές στο πρόσωπό της. Με την δική της λοιπόν υπεροχή, ηρεμώ και σωπαίνω.
Ένας φίλος μου πρόσφατα, μεταξύ τυρού και αχλαδιού, αναρωτιόταν περί της φυσικής έλξης των έμβιων προς την αρμονία της μουσικής, και τη σχέση της ανατομίας του αυτιού και της λειτουργίας του κεντρικού νευρικού συστήματος προς αυτή. Λίγα μπορούσα να σκεφτώ, το θεωρούσα αυτονόητο και φυσιολογικό, από την ίδια λάσπη το μυαλό και το αυτί, το θρόισμα των φύλλων, και το πάφλασμα των κυμάτων, τα μουρμουρητά και τα δάκρυά μας, από την ίδια λάσπη οι ιαχές των κτηνών, τα τιτιβίσματα των πτηνών, ίδιος ο πόνος και η μιζέρια στα ζωντανά, ίδια η αγάπη και το αίμα, ίδιος ο φόβος της βροντής. Θυμάμαι μικρός στο σχολείο, (πάλι) που ένας μεγαλύτερος για να εντυπωσιάσει μια άσχημη χοντρή γκόμενα, της είχε πει ότι δεν πίστευε στον θεό, αλλά θρησκεία του ήταν η φύση και το ανεξήγητό της. Βλακεία αλλά σίγουρα εντυπωσιακό για γυμνασιόπαιδα.
Πολλά από τα εκπληκτικά ονόματα της μουσικής έμαθαν το όργανο με τα οποίο έγιναν πρόσκαιρα αθάνατοι από μόνοι τους, δίχως να ξέρουν από κλίμακες, τόνους και τα υπόλοιπα που τόσο περίεργα ξεδιπλώνονται σε μια παρτιτούρα. Έτσι λοιπόν όπως στραβά σκέφτεται η κουτουρού μου, αναρωτιέμαι τι θα γινόταν άμα σε ένα παιδί του δίναμε ένα πιάνο και έναν μετρονόμο. Άλλα όχι έναν οποιοδήποτε μετρονόμο, όπως τον αναλογικό μαύρο Wittner 806, αλλά έναν μετρονόμο διαφορετικό, βγαλμένο από τις ταινίες του Tim Burton, έναν μετρονόμο που δεν κρατά το ρυθμό σωστά, μα αντίθετα, από κάποια μνήμη ξύλινη σκέφτεται τις εξεζητημένους πρωτογονισμούς του Geoff Barrow, κι άλλες φορές μεθάει πλήρως κι δίνει στίγμα μουσικό ασύλληπτο και παράδοξο. Πως ακριβώς θα μάθαινε το παιδικό ταλέντο, τι θα γινόταν; Πες μου, ξέρεις τι θα γινόταν;
Άραγε και το μυαλό σαν ένα αποσπασματικό εκκρεμές δεν λειτουργεί, έτσι σαν μια ναυαγημένη βαρκούλα που στο έλεος μιας απλής φουσκοθαλασσιάς γέρνει και χορεύει σαν μικρό παιδί. Άραγε γιατί κάνω συνεχώς παρομοιώσεις; Υπεκφυγές μάλλον. Σίγουρα δηλαδή. Αλλά έτσι το ρημάδι το μυαλό μου, μια εδώ και μια εκεί, ποτέ κάπου σταθερά, πάντα σχεδόν τυχαία. Μέχρι φυσικά στόχους να βρω, γρήγορα να απογοητευτώ και να αποχωρήσω, ωσότου πάλι ο κύκλος επαναληφθεί. Όμως ποτέ με τον ίδιο ρυθμό, ούτε με το ίδιο μέτρο, κι ας αλλάζουν οι άνθρωποι, οι εποχές, οι στιγμές, κι ας μένουν όλα ίδια. Τώρα με φαντάζομαι πάνω σε αυτό το εκκρεμές, βίαια να ταλαντεύεται πέρα δώθε, κι εγώ παγιδευμένο πιθηκάκι πάνω του, μια να ουρλιάζω τρομαγμένος σε βοήθεια, μια να τραγουδώ μεθυσμένος, μια να μονολογώ με εμμονή. Άλλη μια παραβολή για τη ζωή, ατυχής, φθηνή και γελοία.
Κάτι ήθελα να γράψω τώρα, αλλά δεν θυμάμαι τι.
Ύστερα όμως, έρχεται η βροχή, με τη δική της μουσική και ρυθμό, και το βλέμμα μου καρφώνεται, στον τρόπο με τον οποίο τυλίγει τα πάντα και τα γλύφει, στη δικιά της γλυκιά μουσική έτσι όπως την θνητή μου και μάταια μου φύση θυμίζει, όπως το φως από τη φλόγα ενός αναπτήρα παλεύει με τις σκιές στο πρόσωπό της. Με την δική της λοιπόν υπεροχή, ηρεμώ και σωπαίνω.
No comments:
Post a Comment