Pages

Sunday, March 21, 2010

Λυπάμαι...

... που δεν είχα το θάρρος να σε παρασύρω στη λίγη μα ειλικρινή μου ομορφιά μωρό μου.


Είμαστε μια σειρά παρεξηγήσεων, που διαρκώς αλλάζουν, πότε καθόλου δεν ταιριάζουν και πότε μαζί μπορούν να κάτσουν, μα υπάρχουν και φορές που τόσο αρμονικά τα λάθη μας και οι αφέλειες μας τραγουδούν το τραγούδι της προσδοκίας, έτσι όπως γίνεται ένα αθώο χαμόγελο στα ηλιοβαμμένα στάχυα της ζωής για εμάς να μοιραστούμε. Είμαστε νότες μιας μελωδίας χωρίς μουσουργό, μια ορχήστρα χωρίς μαέστρο, χρώματα και σκιές σε ένα καμβά χωρίς ζωγράφο.


Είμαστε μια συγκυρία την οποία μοχθούμε να εξουσιάσουμε. Το πιο ζωντανό και φωτεινό μας παράδειγμα, ο εξαθλιωμένος τζογαδόρος που έχει εγκαταλείψει παιδιά και γυναίκα για να πέσει θύμα των τοκογλύφων στη διαδρομή του τελεφερίκ. Οι σοφιστείες των αρχαίων δραματουργών άλλοτε βγαίνουν αλήθεια και άλλοτε σκουπίδια τις κάνουμε, τσαλακώνοντάς τες με το θράσος μας, γλεντώντας με την αφέλεια μας. Όποτε μπορούμε, προσπαθούμε, μήτε από υποχρέωση, μήτε από επιθυμία, μα από ανάγκη. Τι άλλο θα μπορούσαμε να κάνουμε άλλωστε;


Πλουτίζουμε με τα λάθη μας, είναι το συνάλλαγμα των ψυχών βλέπεις, και ο έρωτας μια πράξη αντίστασης, μια ληστεία, μα πολύ πιο επικίνδυνη από ‘κείνες που ξέρουμε. Για αυτό και αθώα παιδιά δεν έχουν ελπίδα καμιά σε αυτόν. Πλουτίζουμε με τις αδέξιες κινήσεις μας, μέχρι κάποτε σωστά να περπατήσουμε με σιγουριά και καμάρι σε μια διαδρομή ευθεία. Ή έτσι θέλουμε να πιστεύουμε. Οι χάρτες των επιθυμιών μας, ένας θησαυρός που μονάχα άλλοι μπορούν να βρουν.

Είμαστε απίστευτες συμπτώσεις σε ένα ταχυδακτυλουργικό κόλπο του συνόλου μας, τυχαίες σημειώσεις σε ένα θέαμα φαντασμαγορικό, για μικρά παιδιά και μόνο. Μα δεν προλάβαμε καλά να εκπαιδευτούμε σε δρόμους ξένων πολιτειών και σε πλατείες μικρές, και όλο μας πέφτουνε τα αυγά και γινόμαστε γελοίοι και ακόμα πιο τραγικοί στη φτώχεια μας. Είμαστε γλυκές αποτυχίες που πασχίζουμε να κάνουμε παρέα η μια στην άλλη, χωρίς να μιλάμε πολύ, μονάχα να μοιραζόμαστε τη σιωπή μας και την κατανόηση όλων των πραγμάτων μικρών και μεγάλων, σημαντικών και ασήμαντων, όλα μια υποσημείωση σε μια στιγμή γαλήνης, η συνήθεια ο πιο γλυκός μας σύντροφος.


Είμαστε εικόνες, πολλές και επάλληλες που τίποτα δεν συνθέτουν. Είμαι αυτό που θα ήθελες, είμαι αυτό που δεν είμαι στα μάτια σου, είσαι αυτό που νομίζω, είσαι αυτό που θέλω να βλέπω, είμαι αυτό που κάποτε θα μπορούσα να είμαι, είμαι αυτό που θέλω να γίνω, είμαι αυτό που θέλεις να βλέπεις. Πως με ειλικρίνεια και λογική να αναταποκριθούμε στις ψευδαισθήσεις; Τα μάτια μας, ένα αδιάφορο όργανο, που όμως με τρόπο ειρωνικό τη φαντασία μας γεφυρώνουν, ποτέ σωστά μα πάντα συγκινητικά. Και στον ύπνο μας ζωντανεύουν, κι άμα το θέλουν, ιστούς πλέκουν, θαυμάσια μεταξωτά μηνύματα που ανοίγουν πόρτες και παράθυρα, πλανώνται στο ύψος των μπαλκονιών μας, πάνω από τη βρώμική μας πόλη, πάνω από τους δρόμους της ημέρας. Ένα πλέγμα με το λευκό της νύχτας, μια ιδέα αληθινή με παγίδες μα και προσκλήσεις. Μα με το φως του πρωινού σβήνουν και εξαϋλώνονται, αφήνοντας μας άτσαλα να σκιαγραφήσουμε την περασμένη τους παρουσία.


Δεν υπάρχουν ούτε ανοιχτά, ούτε κλειστά χαρτιά, δεν υπάρχουν καν χαρτιά. Υπάρχουν όμως γράμματα, τόσα πολλά γράμματα που ποτέ τους δεν στάλθηκαν, κι άλλα, ακόμη περισσότερα που ποτέ τους δεν γράφτηκαν. Εκεί που εγώ βλέπω μια αλυσίδα από χέρια που δεν απλώθηκαν και λόγια που δεν ειπώθηκαν, εσύ βλέπεις σημεία επαφής, βλέπεις ανατολές εκεί που βλέπω δύσεις. Η ειλικρίνεια δεν κατάφερε ποτέ της τίποτα, παρά μόνο να γκρεμίσει υπέροχα ψέματα τα οποία ελάχιστή τους επιθυμία είναι να ομορφαίνουν εμάς και τη ζωή μας. Πίστεψε με, η αλήθεια είναι φοβερά υπερτιμημένη, η δικαιολογία των αναίσθητων.


Μα στην φτηνή ευγλωττία της δειλίας, όχι, εκεί δεν υπάρχει κάτι όμορφο, μήδε στη γνώση που τόσο κακό σπέρνει στον άπειρο νου και τη χαμένη καρδιά. Είναι βλέπεις που τα λόγια είναι περιττά, έτσι όπως μολύνουν τις πράξεις και τα αισθήματα με τον θόρυβό τους. Τον θυμάσαι εκείνο τον θόρυβο που είχαμε παλιά, όταν μας έπαιρνε ο ύπνος στον καναπέ, με τις παλιές βιντεοκασέτες και ξυπνούσαμε νωρίς το πρωί με τον στατικό λευκό θόρυβο της τηλεόρασης; Έτσι είναι και τα λόγια, οι λέξεις, οι ματαιόπονες σκέψεις. Αρκετά.


Άπλωσε λοιπόν το χέρι σου στο νέφος των σκέψεων, κούνησε το και σκόρπισε τα λόγια, προχώρα και ψάξε να βρεις εκεί που οι υδρατμοί του πρωινού κάθονται σε μια επιφάνεια ζεστή, εκεί που εξατμίζονται, στις παρυφές μια σπηλιάς που κρύβει μια φωνή και μια ψυχή. Και όταν φτάσεις, μονάχα μη φοβηθείς ένα σπίρτο να ανάψεις και μέσα να μπεις.


Μετά από τόσα χρόνια, φίλε ΚΒ ξέρω τι ήταν το παζλ που κοιτούσες στον αέρα.

1 comment:

Κολοκύθι said...

χιπ_socked