Pages

Thursday, January 29, 2009

Προκήρυξη Τεμπέληδων

Στους δύσκολους (χαλεπούς για εσάς τους ψαγμένους) καιρούς που ζούμε αναγκαζόμαστε να ρίξουμε νερό στο ξινό κρασί μας, και να ενασχοληθούμε με το παρών κείμενο για να αποκαλυφθούν μερικές αλήθειες, όσο σκληρές κι αν είναι αυτές.


Για πολλά χρόνια, εμείς και μόνο εμείς, άντε και μερικοί άλλοι, με την τίμια και υπεύθυνη στάση μας, συμμετείχαμε με τρόπο αποτελεσματικό σε όλους τους κοινωνικούς αγώνες. Πολεμούσαμε την ανεργία αυξάνοντας πλασματικά τα ποσοστά της, ενισχύοντας έτσι τις λαϊκές πιέσεις για την καταπολέμησή της, αντιμετωπίζουμε με συνέπεια και ευαισθησία το φαινόμενο του θερμοκηπίου αφού κατά παραδοχή καίμε τις λιγότερες θερμίδες, και φυσικά συμβάλλουμε τα μέγιστα στην αποσυμφόρηση του κυκλοφοριακού προβλήματος αφού είμαστε διαρκώς μέσα στο σπίτι. Η αλήθεια, ακόμη κι αν δεν την πιστεύετε ακόμη, είναι πως οι δράσεις όσο αθόρυβες κι αν είναι, πλέον δίκαια αναγνωρίζονται για αυτό που είναι, δηλαδή δίκαιες και αλληλέγγυες.


Τώρα όμως που η οικονομική κρίση ανατέλλει – όχι σαν τον ήλιο της αλλαγής, άλλος αυτός – νοιώθουμε την υποχρέωση να προπαγανδίσουμε τις ιδέες και αξίες μας, και να καλωσορίσουμε το νέο κύμα ανέργων στις τάξεις μας εφ’ όσων φυσικά το επιθυμούνε και δεν φοβούνται την κοινωνική κατακραυγή που κάποτε ασπάζονταν.


Τόσο καιρό δουλεύατε, κολλάγατε ένσημα, σας ίσιωνε ο κώλος και έσκαγε η μέση σας στη καρέκλα, βγάλατε κάλους στα δάκτυλα, για ποιο λόγο, μου λέτε; Για να μπείτε τώρα στο ταμείο; Και με 100 ένσημα μπορούσατε ρε ‘σεις, αλλά ποτέ δε μας πιστεύατε, μας λέγατε αντιπαραγωγικούς και νωθρούς. Τώρα όμως, εμείς σας προσκαλούμε να μάθετε τους τρόπους και τις συνήθειες μας – βέβαια θα πρέπει να τα ανακαλύψετε μόνοι σας αυτά γιατί εμείς βαριόμαστε να σας τα μάθουμε, έχουμε κάτι καναπέδες να διαμορφώσουμε με τα αγύμναστα κορμιά μας.


Αναλαμβάνουμε την υπνωτική επίθεση στο οχτάωρο και υποσχόμαστε πως θα συνεχίσουμε με τον ίδιο ρυθμό, όσο αργός κι αν είναι αυτός. Ευτυχώς για εμάς και δυστυχώς για τους υπολοίπους, δεν προβλέπεται να συνεχίσουμε σε νέες κινήσεις αντι-πληροφόρησης, μιας και η παρούσα προσπάθεια ήδη μας έχει καταβάλλει ανεπανόρθωτα, τόσο πολύ που ήδη δημιουργούνται διασπαστικές κινήσεις ανάμεσά μας.


Έτσι λοιπόν σταματάμε για να συνεχίσουμε.


ΥΓ. Το σαββατοκύριακο δεν μας φτάνει, θέλουμε όλη την εβδομάδα!


Monday, January 26, 2009

Ο καλός ο ΜΑΤας…

(πιο σωστά ΥΑΤας από το Υποδιεύθυνση Αποκατάσταση Τάξης)


… υπακούει τις εντολές των ανωτέρων του.

… κουνάει προκλητικά το κεφάλι του στους διαδηλωτές και κουνώντας το δάκτυλο του αλα Bruce Lee αλλά με χαμηλωμένο το χέρι προσκαλεί μεμονωμένα άτομα να τον πλησιάσουν για τσαμπουκά.

… παρέχει προστασία στον συνάδελφο που είναι έτοιμος να πετάξει δακρυγόνο.

… πετάει υποτιμητικές ατάκες αφού τον έχεις προσπεράσει (classic).

… ξέρει τους ‘γνωστούς αγνώστους’ με τα μικρά τους.

… προτιμάει να δέρνει γυναίκες.

… ρίχνει το χημικό από πάνω προς τα κάτω και όχι αντίστροφα.

… μαζεύει πέτρες όταν δεν τον βλέπουν οι κάμερες.

… μένει πάντα χαρμάνης.

… δίνει νερό στους κουρασμένους ‘μπλε’ συναδέλφους.

… δεν δίνει ποτέ εξηγήσεις σε πολίτες κι όταν το κάνει, βγάζει τον σκασμό όταν του την πέφτει ανώτερός του (βλέπε το πρώτο).

… κουνάει τη φυσούνα σε άσχετες στιγμές και με τέτοιο ρυθμό που παραπέμπει σε φροϋδικά σύνδρομα.

… έχει το Glock σε μη εμφανές σημείο.

... δεν μένει ποτέ μόνος του.

… δεν ξέρει ποτέ γιατί γίνεται η διαδήλωση.

… έχει στην κλούβα του τουλάχιστον δύο ελληνικές σημαίες.

… κλωτσάει κάτω από την ασπίδα.

… σε κάθε ντου χτυπάει με το γκλομπ όποιο αμάξι τύχει και βρεθεί δίπλα του.

… ποτέ δεν λέει αυτό που σκέφτεται και ποτέ δεν κάνει αυτό που θα ήθελε.

… έχει φαρδύ φρύδι και προφορά.



(Υ.Σ. και Σ.Σ. … τσαλακώνει το φακό μου με την ασπίδα του. Σκατά, 60 Ευρώ ρε κουφάλες, φρέσκος φακός, έλεος ρε παιδιά, ντροπή δηλαδή ... ούτε χίλιες φωτογραφίες δεν πρόλαβε ο ρημάδης....)

Sunday, January 25, 2009

Μια άλλη θέρμη

Συνεχώς γνωρίζω κόσμο που δεν του αρέσει η βροχή, και όπως και οι σταγόνες της, έτσι και τα επιχειρήματα μου πέφτουν το ένα μετά το άλλο μπροστά στην διάθεσή τους. Εγώ συνέχεια τους λέω πως με τη βροχή ανασαίνει η γης και η βροχή καθαρίζει τα πάντα κι άλλες τέτοιες σαχλαμάρες. Βέβαια, ή σ’ αρέσει κάτι ή δεν σου αρέσει, και ότι και να λέει ένας περίεργος με γυαλιά, δεν έχει και πολύ μεγάλη σημασία. Όπως και η ερμηνεία πολλές φορές είναι σημαντικότερη της ουσίας, ουσιαστικότερη του περιεχομένου.


Είναι κάπως περίεργο να βλέπεις τον εαυτό σου να πηγαίνει πίσω, το σώμα σου δεν είναι συνηθισμένο, τα μάτια σου δεν μπορούν να προσανατολιστούν, το δεξιά γίνεται αριστερά και το αριστερά δεξιά, όλα είναι παλιά, ξεπερασμένα. Βέβαια σε μια χώρα που πηγαίνει κι αυτή πίσω – γιατί δεν έχουμε πια ελληνικά παιδικά προγράμματα; – το αίσθημα δεν είναι τόσο παράξενο, αλλά παραμένει σίγουρα το ίδιο απογοητευτικό, κάτι σαν το αίσθημα που έχω αυτή τη στιγμή για Classical Festival Vol. 1 από το Vienna Master Series τις Pilz, ένα από τα πολλά CD που έχω κλέψει από κάπου, νομίζω τον αδερφό μου. Δεν με απογοητεύει φυσικά το περιεχόμενο, άλλωστε έχει όλα τα καλά για έναν άσχετο όπως Haydn, Mozart, Beethoven, Schuber, Wagner κι άλλες αιμοφιλικές ιδιοφυίες, άλλα το ίδιο το μέσο το οποίο αποφάσισε να είναι λίγο πιο γρατζουνισμένο από τι θα έπρεπε και από ότι θα ήθελα. Αναθεματίζω και ψάχνω νέο CD να βάλω όσο ακούω κάτι τυχαίες σειρήνες.


Από κουραστικό, έχει γίνει θλιβερά βαρετό το αίσθημα της ανασφάλειας και του φόβου, έχουμε πλέον γίνει ένα λαμπρό παράδειγμα του κοινωνικού ανταγωνισμού και της προσωπικής απομόνωσης, ένα κακέκτυπο των κοινωνικών διαγνώσεων της Χ. Τρικούπη. Το δυσάρεστο ίσως είναι πως δεν μπορείς να τα φορτώσεις όλα στα μέσα μαζικής εξημέρωσης, αφού η στάση τους και μόνο είναι ένα από τα πολλά συμπτώματα και όχι απαραίτητα μια από τις αιτίες. Το ίδιο και με την αργοκίνητη πολιτική λέρα που μας περιβάλλει. Και οι δύο θεσμοί απλά τα κονομάνε όπως μπορούνε από τη πραγματικότητα. Πως μπορώ και ασχολούμαι με αυτές τις αηδίες, με εκνευρίζει, είναι σαν να προσπαθείς να φτιάξεις γλυπτό από λάσπη με ένα χέρι. Μάλλον ήδη έχω αρχίσει να ανησυχώ για το καλοκαίρι, να ‘ανησυχώ’, τέλος πάντων, τρόπος του λέγειν αλλά όχι του πράττειν. Όλοι αναρωτιούνται για το πώς θα κινηθεί ο τουρισμός, η πιο βαριά και από τρύπιο μπαλόνι βιομηχανία της χώρας, και για να είμαστε ‘μέσα’, όλοι μας, εμείς οι δήθεν σχετικοί, λέμε πως σίγουρα ένα -10% θα το δεχτούμε με στωικότητα και υπομονή.


Καλά και τα λεφτά, αλλά δεν είναι το μόνο ζητούμενο. Υπάρχει βέβαια εκείνο το ρητό ‘τα λεφτά δεν φέρνουν την ευτυχία, αυτή τρέχει από πίσω τους’, αλλά είναι περισσότερο ένας λανθάνων μανδύας που κρύβει λίγο την γύμνια μας, προσωπική, κοινωνική, ψυχολογική. Ο φόβος είναι το πραγματικό οξυγόνο που αναπνέουμε, ο φόβος έχει την πραγματική αξία στη ζωή μας, και δύσκολα μπορώ να σκεφτώ πότε δεν ίσχυε αυτό. Φόβος για την εργασία, φόβος για το τι θα πουν οι άλλοι, φόβος για το μέλλον, φόβος για το τι θα φορέσουμε, φόβος μήπως και δεν ανήκουμε κάπου, φόβος για το δάνειο, φόβο μη σε πούνε μαλάκα, φόβος, φόβος, φόβος. Πλέον καταντάει ενοχλητικό και αποπνικτικό, γιατί μεταδίδεται χειρότερα και από σύφιλη σε κάποιο λιμάνι του Καββαδία, το συναντάς συνεχώς και από πίσω υπάρχουν διάφοροι μυστήριοι και αόρατοι υπαίτιοι, το κράτος, οι τράπεζες, το σύστημα, οι πολιτικοί, ο ανταγωνιστής, η γειτόνισσα, αυτός που κοιτάει λοξά στο λεωφορείο, αυτός που κλέβει και χαμογελάει, καθημερινοί τύποι με βρώμικα προσωπεία, όλα φτιαγμένα από το ίδιο υλικό. Ποιος θα κοροϊδέψει ποιόν, ποιος θα βγει από πάνω, ποιος είναι πιο μάγκας, πιο ξύπνιος.


Οι φλόγες δεν είναι τελείως σβηστές, ποτέ δεν σβήνουν ευτυχώς, αλλά φυσάει πολύ και πλέον έχει καταντήσει κουραστικό. Η πόλη μου ξεθωριάζει από όνειρα απατηλά, βρωμιά που δεν την αγγίζει η βροχή, προαστιακό marketing με νέον λάμπες που μια μια καίγονται, αστικοί παράδεισοι εγκλωβισμένοι ανάμεσα σε πίνακες ανακοινώσεων και μικροαστικές φιλοδοξίες, άδεια παρκινγκ και αφίσες η μια πάνω στην άλλη, μπαλώματα μιας κενής επικοινωνίας. Ανασφάλεια, άγχος, απογοήτευση είναι οι νέες κονσερβοποιημένες λέξεις που χρησιμοποιούμε, αντικαθιστώντας την πρόθεση με την πραγματικότητα την χειρότερη πιθανή στιγμή. Η γκρίνια και η ηττοπάθεια τριγυρνάνε σαν μύγες γύρω από κάποιο πτώμα, διεισδύουν σαν σκουλήκια σε χαλασμένο κρέας. Κι όμως οι φλόγες ακόμη υπάρχουν, κάπου εκεί έξω, κάπου μέσα μας, δεν μπορεί να γίνει κι αλλιώς άλλωστε. Ο χειμώνας φεύγει σε λίγο, μη γελιέστε από τις βροχές που έχουμε τώρα, δυστυχώς φεύγει, και η θέρμη της άνοιξης και του καλοκαιριού θα επιστρέψουν, μα όσο περνά ο καιρός, είναι μια άλλη θέρμη που πρέπει να διατηρήσουμε και να ζωντανέψουμε. Με κάτι καλό, με ένα χαμόγελο, με μια αλήθεια, με ένα αναγκαίο ψέμα, με κάτι. Όσοι από εμάς μπορούμε.



Thursday, January 22, 2009

Δεν ξεχνάμε τα καρότα στα ντουλάπια

Θέλω να αλλάξω ζώδιο. Μπορώ; Ποιες είναι άραγε οι διαδικασίες και που πρέπει να απευθυνθώ; Με βλέπω μέσα από τη τηλεόραση του μυαλού μου, έρχομαι σε ένα γκισέ και πρέπει να σκύψω για να μιλήσω στο άνοιγμα του βρώμικου γυαλιού. Από πίσω ένας τύπος πενήντα παρά κάτι, μουστάκι, κοιλίτσα, ριγέ πουκάμισο με τα δύο πάνω κουμπιά ανοιχτά, τσιγάρο στο δεξί, χαμηλά στο σύνδεσμο μεταξύ δείκτη και μέσου. Ο γιός του πρέπει να παίρνει στο σχολείο όλο δεκατρία, δεκατρία, δεκατρία.


Με συγχωρείτε.

Ναι.

Θα ήθελα να αλλάξω το ζώδιο μου.

Α.

Εεεε, τι πρέπει να κάνω;

Σίγουρα δεν θες να αλλάξεις τη ζωή σου;


Αυτό είναι το πρόβλημα όταν ξεκινάς να γράφεις και ύστερα ξαναρχίζεις αλλά έχεις αφήσει το προηγούμενο στη μέση και δεν θες στ’ αλήθεια να το συνεχίσεις. Η αφέλεια των παραδοπιστιών βασανίζει τους υπολοίπους μας που πάντα πέφτουν με τα χέρια απλωμένα. Αλήθεια, τα ζώδια είναι το τελευταίο πράμα που με απασχολεί.

Monday, January 19, 2009

The cat with a grudge

Licking you own anus trying to get rid of your competitor’s blood is one thing. Having nothing to do with their eventful expulsion from the world of the living and being an innocent observer in what in the past could have been one of your greatest masterpieces is quite another. Obviously both are rather pathetic but the cat with the grudge had no time to feel sorry for herself, she had done so for quite some time, and it was those fucking pigeon’s fault all along.


It was not like yesterday or anything, but she could still remember even the finest of details. When she was handed out the assignment to kill that freaking panda, she was more than pleased with the job, so much she could do it even for nothing, although she never quite figured it out why the pigeons wanted it out of the picture. She assumed that they were probably annoyed like everybody else, just like she was, annoyed by the obnoxious creature’s habits, its smell, the disproportionate attention relative to its importance it was receiving by the guards. Everybody hated that sloth of a bastard animal, that ridiculous lump of fat, but nobody could make a move without the pigeon mafia agreeing to it. Those were the rules and everybody abided it to them otherwise you would get a beating, or worse a visit by the cat. And seriously, you did not want that cat to visit you. Not in those days anyways.


Her first attempt was characterized by anger and blood thirsty instincts, going in there without much of a plan, just yearning to jump on the beast and scratch its lazy eyes out. All good and well you might think, after all a master assassin cat like the one we are talking about against a panda – a panda for god’s sake! – should be an easy win to predict. On the other hand it is true that over-confidence can lead to shitty results, and the cat learned that the hard and literal way. After entering the cage of the black and white fallacy of Darwin’s theory, she went straight for the kill mastering an incredible jump for the panda’s head, which impervious to it’s surroundings as usual, bent just a little bit to scratch its filthy toe, a challenging task to say the least. The result was a higher than needed jump, and an even worse crash land on the panda’s toilet whose size allowed for the over-jealous cat to slide through forty meters worth of shitty pipe work before swimming for her life in a strongly bamboo flavored cesspool. She was disgraced and her ego was badly injured, not to mention that she stank for three whole days. It was humiliating and she had to make up for it.


Her second attempt, well it is rather difficult to put it simply, it was rather brutal. It had all the aesthetic characteristics of what the operation should look like but the gory details were splattered all along the wrong directions. She had construed an elaborate plan, a devilish work really, that involved all kind of tricks, ropes, lasers, mechanisms, gizmos and stuff hopefully culminating to the equivalent of a work of art in the world of animal assassins. That is, animals that are assassins, not assassins that kill animals, they are a whole different breed altogether. Yet, as you would expect from any such elaborate scheme, there is always some small detail that will ruin even the greatest of all intentions, and true to all karmic traffic, there was such a small detail. The cat weary of the elevated danger set by her own traps, moved into what seemed to be a faulty hinge that could possibly screw up her orchestrated scenery of panda death. When she got close enough, she sniffed it a bit, moved her head in all possible ways trying to figure out a remedy for the still undefined problem. As she reached out her pawn to try and get a pawns-on mind set on the situation, she felt some of her brain cells sweating, feeling her new fallacy, going for quantity rather than quality. Now, even more brain cells were realizing that the operation was not slick at all, they were agonizing at the prospect of the cheap Chinese materials. Chinese! ‘Chinese’ now the majority of her lethal brain cells were screaming inside her tiny head. Pandas were Chinese, and it would be such a great irony if that fat menace would be hacked by compatriot materials, but could they be trusted? Did they bear the engineering excellence and tolerance to do in one of their own? Fuck no.


The moment the cat regretted her intentions, the hinge didn’t; it collapsed in a dull and severely harmful way. Blades, wires and machetes flew in all directions, their whizzing sounds so sharp and horrible that even the fucking panda woke up staggering to understand what was going on in front of him. The cat tried to do her best, she really did, but it would be foolish even to wish for an unscathing outcome. Unfortunately her killing instincts had outperformed her survival skills. The end result was pitiful, one eye (the left) and one leg (the front right) less, just to mention some of all the injuries, with the worst being her pride. For a moment she stood there all bloody and disgusting, her right front leg resting ten feet away and her left eye nowhere to be seen (catch the irony?), but the real terrifying sight for ever to imprint on someone’s soul was her other eye, empty, void, in shock of ever experiencing something like that, something so low and demeaning. Through that eye everything she was and stood for departed for ever, leaving her hurt and empty like a broken sea shell on a dirty shore.


Anyone with a heart should not even bother with her third and final attempt. It did not lead to any further amputation, but rather served as a seal to her fate of humiliation. It did not make things any better or worse, but verified an already established trend, making her situation even more miserable. Think of Mike Tyson’s last few bouts, something like that. So, there she was, yet another player of lesser than humane intelligence but with equally complex psyche, a seemingly uninvolved bystander to the unfolding saga of the monkey and the bear, but in fact, like the thin smelly rat, a small but still crucial participant in what would follow. What about the panda bear one might think. Well, it wasn’t that hard for the three ninja pigeons. All they had to do is date a couple of Chinese pigeons, and then shit all the time at the panda. Chinese bird flu works in mysterious but yet effective ways. It was that kill that established them as the number one assassination service in the zoo and the near streets, condemning the cat to a miserable life of envy and shame.


All in all then, it is not that bad licking pigeon blood of your anus. Surely, it seems sad to have your major antagonists slaughtered by factors other than the ones you pursued, but after all they are out of the picture either way! Was the cat back in the game? In all truthfulness no, she was not, she had to train again both mentally and physically, but the chance just lay there, small albeit, a chance nonetheless. Who knows, the monkey and the bear had already caused enough trouble, and the pigeons might feel upset about it, they might want to do something about it. Ambition and positive thinking were not her best attributes, but still managed to feel hopeful future. She was given another chance and she was not about to let it go. No matter how weak and battered she was she would try for one last time, she would try and built up on the legend she once had established. The cat was back!

Tuesday, January 13, 2009

Ιδρωμένα λεμόνια

Το λεμόνι και τα πιτ μπουλ τρέχουνε, αλλά όποιο και να βγει πρώτο, σίγουρα θα κερδίσει ξανά το μανταρίνι. Στημένοι όλοι οι διαγωνισμοί, διότι έτσι πρέπει και όταν το λέει ο μεγάλος σκηνοθέτης, όλοι οι άλλοι γύρω του πρέπει να τρέχουν. Ναι, να τρέχουν όπως κυλούν και τα γρανάζια, αυτά οι κανονιστικοί άσχημοι τροχοί που κάνουν τα αθώα κομμάτια παζλ να τρέπονται με τον ελλειμματικό δυναμισμό τους. Βέβαια όταν ιδρώνουνε τα σκυλιά έχουμε ένα πρόβλημα, κι όταν ιδρώνουνε τα λεμόνια έχουμε λεμονάδα, και όταν δεν τελειώνεις ένα παζλ απλά είσαι ανυπόμονος άνθρωπος.


Τα κουτάλια επαναστατήσανε, δεν τους άρεσε λέει που έπρεπε κάθε φορά να μπαίνουν σε καυτά τσάγια και πικρούς καφέδες, και τα πιρούνια καλέσανε τα μαχαίρια να λύσουνε την αντίδραση και να την κρεμάσουνε με μανταλάκια στο μπαλκόνι της κυρά-Σούλας. Βαρετές καταστάσεις και οι διαπραγματεύσεις προχωρούσανε αργά. Την τελευταία φορά που τους άφησα, είχαν συμφωνήσει τα μικρά παιδιά να τρώνε τον πουρέ με το μαχαίρι και τα πρεζάκια να χρησιμοποιούν μονάχα αλουμινόχαρτο. Ακόμα μιλάνε τα μαχαίρια με τα κουτάλια, ενθαρρυντικό είναι αυτό αν και κατά βάθος τα μαχαίρια δεν ξέρουν ποια πλευρά των κουταλιών να εμπιστευτούν, την κοίλη ή την κυρτή.


Τα μάτια μου ακόμα παραπονούνται για τα μπατσο-χημικά, μια το δεξί και μια το αριστερό, αλλά πιο πολύ το αριστερό, χημεία και τέρατα κανονικά, και στην ανάγκη φαίνεται ο σωστός ο προμηθευτής. Τι περίεργες εποχές είναι αυτές, με μανταρίνια που στήνουν κυνοδρομίες με τα κουτσά σκυλιά του Woods, τα λεμόνια να ιδρώνουν και τις βερυκοκιές να κάνουν ροδάκινα και να μην παθαίνουν τίποτα. Σκάνδαλα, σκάνδαλα παντού και το μεγαλύτερο και πρώτο θύμα όλων τα Wendys που κάποιοι ακόμα πιστεύουν πως έφτιαχνε τετράγωνα burgers. Αλήθεια, ποιόν παντρεύτηκε η Wendy τελικά; Κάποιον προικοθήρα ή μήπως κάποιο αντιδραστικό τζόβενο;


Είναι φοβερό πως όλοι επιθυμούμε αυτό που δεν μπορούμε να έχουμε, είναι πάρα πολύ ωραίο γιατί σε κάνει καλύτερο, σε πηγαίνει πιο μπροστά, σε θέτει αντιμέτωπο με την πρόκληση όσο μάταιο κι αν είναι, όσο μάταιο κι αν φαίνεται. Σκεφθείτε για παράδειγμα τα αεροπλάνα. Τόσες αποτυχημένες προσπάθειες και τόσοι θάνατοι, αλλά κι από την άλλη σκεφθείτε όλους αυτούς τους άθλους της μηχανολογίας και της αεροπλοΐας που μας επιτρέπουν να πετάμε τώρα με άνεση και ασφάλεια δίπλα σε μια γριά που κλάνει ασταμάτητα. Είμαι σίγουρος πως θα υπάρχει μια μύγα που αυτή τη στιγμή σκέφτεται πως θα ήταν δυνατόν να κάνει bungee jumping. Άραγε θα προσπαθήσει ποτέ να κόψει τα φτερά της; Άτιμη βαρύτητα, δεν είναι σταθερή ξέρετε, αλλάζει απειροελάχιστα, αλλά αλλάζει. Δεν θα είχε πλάκα αν η σταθερά της βαρύτητας άλλαζε όπως και ο καιρός;


Τελικά και οι πυξίδες μεθούν, να το θυμάστε αυτό, θα φταίει εκείνο το υγρό που έχουν, είμαι σίγουρος πως είναι ρακί φτιαγμένη από χοιρινό. Έτσι παίρνεις τις πρωτεΐνες, αλλά αλήθεια τώρα πως είναι δυνατόν μια πυξίδα να μην είναι μεθυσμένη; Τις έχετε πως πηγαίνουν, από εδώ κι από εκεί κι όλο τρέμουν; Κλασσικές περιπτώσεις! Άτιμες πυξίδες, σε λίγο θα βγαίνουν από τα μαγαζιά και θα κάθονται στο δρόμο με μια πινακίδα που θα λέει: Will point to North for booze.’


If I want to kill a panda, does that make me a bad person?


Νομίζετε πως όλα τα παραπάνω είναι παλαβά και παράλογα; Ίσως, ίσως και να ‘ναι, ίσως ακόμη να είναι όλα ψέματα, αλλά τα διέπει μια συνέπεια δεν συμφωνείτε; Θα φταίει μάλλον η πολύ τηλεόραση που έβλεπα μικρός και το ατύχημα του Τσερνόμπιλ.

Monday, January 05, 2009

Τα κτήνη επέστρεψαν

Τα κτήνη, τα κτήνη είναι εδώ , επέστρεψαν, ήρθαν για τη δεύτερη πράξη, ήρθαν για να βιάσουν τη ψυχή μας, να ποτίσουν με δηλητήριο το μυαλό μας, να ξεριζώσουν τις συνειδήσεις μας και να τις βαφτίσουν στο αίμα. Ήρθαν να σπείρουν τον τρόμο, ήρθαν να επιβάλλουν την αρρωστημένη φαντασία τους, ήρθαν να σκοτώσουν την ελευθερία μας, ήρθαν να ισοπεδώσουν τις αξίες μας, να επιτεθούν στη ζωή μας.

Τα κτήνη είναι πάντα θρασύδειλα, είτε κρύβονται πίσω από ένα σήμα, είτε κρύβονται πίσω από μια υπουργική καρέκλα είτε πίσω από τη λαϊκή οργή. Όλα τα κτήνη είναι ίδια γιατί και τα κίνητρά τους είναι ίδια, γιατί πάντα αναζητούν στους υπολοίπους προφάσεις και πιασίματα για να δικαιολογήσουν την μισάνθρωπη ύπαρξη και δράση τους. Δεν υπάρχει καμία εξίσωση, καμία εκδίκηση, καμία αιτιολογία ή δικαιολογία καν, καμία ιδεολογία, καμία δίκαιη αντίδραση, καμία κινηματική ή εξεγερτική υποστήριξη, κανένα σθένος πίσω από μια σφαίρα. Οι θρασύδειλοι με τα καλάσνικοφ της 5ης Ιανουαρίου είναι το ίδιο ποινικοί και το ίδιο τρομοκράτες με τους δολοφόνους της 17 Νοέμβρη, είναι το ίδιο καθάρματα με τους δολοφόνους της 6ης Δεκεμβρίου. Οι ταυτότητες των θυτών και των θυμάτων μπορεί να έχουν σημασία εν καιρώ σημειολογική, πρόσκαιρη ακόμα, αλλά πάντα το νόημα είναι το ίδιο: ένας δολοφόνος εκ προμελέτης είναι ασυνείδητος, είναι ξένο σώμα, είναι μίασμα, κάθαρμα που πατάει στην ανθρωπιά των υπολοίπων, στην ίδια ανθρωπιά που σκοτώνει με κάθε ριπή του όπλου του είναι το χειρότερο είδος ανθρώπου.


Όπως συνένοχοι στην εγκληματική αδικία που υπάρχει γύρω μας είμαστε όλοι όταν σιωπούμε, έτσι συνένοχοι θα είμαστε και τώρα αν όλοι σιωπήσουμε μπροστά στη νέα κτηνωδία. Τα εγκλήματα της 6η του Δεκέμβρη και της 5ης του Γενάρη δεν έχουν σημαντικές ή αξιόλογες διαφορές, είναι και οι δύο εξίσου αποτρόπαιες, ντροπιαστικές, άνανδρες, απάνθρωπες και καταστροφικές. Δεν υπάρχει τίποτα αξιότερο και σημαντικότερο από την ανθρώπινη ζωή και την ελευθερία της, κι όμως κάποιοι, σαν φυσικοί ή ηθικοί αυτουργοί, τρομοκρατούν, κραδαίνουν όπλα, δολοφονούν. Ελπίζω - πάντα μονάχα μπορώ να ελπίζω - πως όπως και τον Δεκέμβρη είπαμε όχι στο θάνατο, είπαμε όχι στους άνανδρους, είπαμε όχι στην καταστολή, έτσι και τώρα δεν θα επιτρέψουμε στα κτήνη να μας μολύνουν, δεν θα τους προσφέρουμε καμία κάλυψη, καμία ανοχή. Καμία ανοχή σε κανέναν τρομοκράτη, σε κανένα φονιά, σε κανένα που μηδενίζει την αξία της ζωής μας. Είμαστε άνθρωποι που να πάρει η οργή!

Τώρα, οι σκέψεις και ευχές μας πρέπει να είναι μονάχα με τον τραυματία αστυνομικό και την οικογένειά του.