Pages

Tuesday, August 30, 2011

Βρώμαγε μούστο

Ήμουν στον πάτο του βαρελιού και προσπαθούσα να βγάλω μιαν ακίδα από τον κώλο μου μέχρι που ήρθε η μούργα να μου ανακοινώσει πως μου έκανε έξωση. Αντί να την πατάω την έπινα και έτσι αυτή η σχέση δεν οδηγούσε πουθενά, αυτή ήταν μαζοχίστρια κι εγώ ένα πότης χωρίς γούστο. Βρέθηκα λοιπόν στο δρόμο και σήκωσα το χέρι μου να πιάσει ένα σύννεφο να με παρασύρει σε μέρη μακρινά, μέρη εξωτικά. Ένα ταξί σταμάτησε και με ρώτησε που πηγαίνω. Του είπα να με ρωτήσει πάλι σε πέντε χρόνια και έφυγε ψάχνοντας για τουρίστες να γδύσει. Τον μαλάκα.

Άρχισα να περπατάω αφήνοντας τα φανάρια να με οδηγήσουν όπου αυτά θέλανε, ποιος είμαι εγώ να τα αμφισβητήσω, μα βρέθηκα να κάνω τον κύκλο του τετραγώνου. Ένας τροχαίος με πήρε στο κατόπι γιατί λέει περπατούσα στο αντίθετο ρεύμα. Του χαμογέλα και τον αγκάλιασα, ήταν ο πρώτος στη ζωή μου που αναγνώρισε το έργο μου. Εν τω μεταξύ η μούργα μου τηλεφώνησε και με φωνή γλυκιά μου έλεγε να τα ξαναβρούμε. Το έπαιξα σκληρός. Δεν θα γίνω χαλάκι να με πατήσεις κυρία μου. 'Το ακριβώς αντίθετο θέλω' μου είπε και έκλεισα το τηλέφωνο.

Συνέχισα να περπατάω. Αυτή τη φορά μονάχα ευθεία κατά το νότο όπως ο ποιητής ορίζει. Τα χρόνια περνούσαν και ο ήλιος έφτιαχνε αψίδες πάνω από το κεφάλι μου τις οποίες κάθε βράδυ πουλούσα σε άστρα συντροφικά. Μου πήρε τόσο καιρό να μάθω πως είναι πάντα εκεί και δεν χρειάζεται την αγάπη τους να εξαγοράζω αν και νομίζω πως ακόμα πουτάνες είναι και πως με το συντακτικό δεν θα έπρεπε να παίζω. Σε αντίθεση με τα δέντρα που από την αρχή μου το ξεκαθάρισαν πως θα μπορούσα να την αράζω στη σκληρή τους βάση αρκεί το χάραμα να τα προειδοποιούσα για τίποτα φιλόδοξους ξυλοκόπους με ηλεκτρικά μπάντζο. Μια μέρα είδα τον Καλιτζάκη και έτρεξα τόσο γρήγορα να κρυφτώ που δεν πρόλαβα να τα ειδοποιήσω και από τότε το φέρω βαρέως.

Κάπως έτσι θα πρέπει να εξηγείται και η χαρακτηριστική μου καμπούρα, καμιά σχέση με το ύψος μου. Την είχε αποτυπώσει σχετικά καλά ο τυφλός απόφοιτος του ΙΕΚ Μείγμα που είχε φιλοτεχνήσει την καταζητούμενη αφίσα μου. Η βλαμμένη η μούργα τα είχε ξεράσει όλα στον οινοποιό της ο οποίος την είχε στριμώξει για την χαμηλή της περιεκτικότητα σε όνειρα, και τώρα με κυνηγούσε για να τον αποζημιώσω λες και είχα εγώ δικά μου να δώσω. Εγώ ήθελα να φεύγω, και να ξυπνάω κάθε πρωί σε διαφορετική σκιά, και τώρα αυτοί οι αληταράδες με κυνηγάνε και με επικυρρήσουν για μονάχα μερικά ομόλογα του δημοσίου. Τους φτηνιάρηδες.

Μπήκα σε ένα μεταλάδικο να πάρω μια καλή λεπίδα αλλά κατέληξα με μερικούς δίσκους. Κλασσικό λάθος. Με τα βινύλια παραμάσχαλα έκατσα στη μέση του χωμάτινου δρόμου και περίμενα όποιον τολμούσε να έρθει να αναμετρηθεί μαζί μου. Έναν μάλιστα τον είχα ανάμεσα στα δόντια μου σε επίδειξη δύναμης και ουλίτιδας. Είχε ώρα που δεν ήταν πια δώδεκα το μεσημέρι, και έτσι δεν ερχόταν κανείς. Εκμεταλλεύτηκα αυτή τη φοβερή εμμονή στους τύπους και τράπηκα σε τακτική φυγή, η οποία ήταν όντως τακτική αφού ήταν απόφαση καθαρής τακτικής όπως μου είχαν μάθει στο στρατό. Όπως ήταν και η απόφαση του οινοποιού να στήσει μπλόκα με ποιητές στο μονοπάτι μου. Ο πούστης το ήξερε πως δεν μπορούσα να τους κάνω τίποτα, ακόμη χειρότερα πως θα καθόμουν να τους κάνω παρέα και να ανταλλάξουμε απόψεις και στιχάκια και μερικά πικρά ποτηράκια. Το χειρότερο ήταν πως ντρεπόμουν με όλους αυτούς τους μεταλ δίσκους, δεν ήξερα τι να τους κάνω και δεν άντεχα τα αποδοκιμαστικά βλέμματα όλων αυτών των μεγάλων αποτυχημένων καλλιτεχνών. Ήταν φοβερό, είχα καταφέρει να είμαι διπλά αποτυχημένος.

Έσκυψα το κεφάλι και γύρισα προς τα πίσω, προς την πόλη. Μου λέγανε να κάτσω, περιμένοντας την αμοιβή να πάρουν από τον κρασέμπορα, μα άλλο δεν άντεχα. Έφτασα αργά το βράδυ και έκατσα στη μέση του δρόμου, και άρχισα να πίνω από το φλασκί μου ζεστό ουίσκι μέχρι που με πήρε ο ύπνος. Την άλλη μέρα, στις δώδεκα ακριβώς το μεσημέρι κάποιος που δεν πρόλαβα ποτέ να δω μου τύλιξε ένα πάνινο σακί γύρω από το κεφάλι μου. Βρώμαγε μούστο.

Thursday, August 25, 2011

Μπαμπά, τι σημαίνει άσυλο;

Όλα τα σκληρά υλικά όταν προβάλουν αντίσταση σε μια δύναμη, το πιο πιθανό είναι να σπάσουν τελείως παρά να λυγίσουν. Κάτι αντίστοιχο έγινε και με το χώρο της ανώτερης παιδείας, όπου το μεταπολιτευτικό δώρο του αυτοδιοίκητου υπό προστασία δημοσίου χώρου με την ευρύτερη έννοια μετά από τόσα χρόνια απαξίωσης και στείρου διαλόγου ένθεν και εκείθεν γκρεμίστηκε.

Μόλις την τελευταία στιγμή τα συγγράμματα παρέμειναν δωρεάν, ενώ το φοβερό θέατρο της ευρύτερης συναίνεσης σκότωσε την έννοια του ασύλου. Ταυτόχρονα θεσμοθετούνται φοιτητικά δάνεια με εγγυητή το δημόσιο -το οποίο δεν μπορεί να εγγυηθεί ούτε τον κώλο του- προφανώς στο δρόμο που χάραξαν οι ΗΠΑ με ολόκληρες γενιές να χρωστάνε στις τράπεζες πριν καν ξεκινήσουν να εργάζονται, ενώ τα επιπλέον εξάμηνα περιορίζονται πια στα τέσσερα. Λογικό όμως, διότι μετά από τόσους αγώνες, τόσα κείμενα, τόση καθοδήγηση, τόσες πρωτοβουλίες, τόσες πορείες την μεγαλύτερη ευθύνη την έχει ο ίδιος ο κόσμος του ελληνικού πανεπιστημίου.

Από την μια ο ακαδημαϊκός κόσμος που πρότασσε διαρκώς την ακαδημαϊκή και επαγγελματική καριέρα του υψηλότερα από το δημόσιο συμφέρον, που μπήκε σε διαδικασία υπόγειων συναλλαγών με το φοιτητικό σώμα με εκλογικά ανταλλάγματα, που έχτισε στην άμμο τμήματα, μεταπτυχιακά και έρευνες και έκανε το πανεπιστήμιο μαντρί του και οικογενειακή υπόθεση. Ο ακαδημαϊκός χώρος ο οποίος από τη πρώτη στιγμή αρνήθηκε την αξιολόγηση και που σε ακραίες περιπτώσεις γελοιοποίησε τους πειθαρχικούς κανόνες υποβαθμίζοντας το κύρος των ιδρυμάτων που υποτίθεται υπηρετεί όσο και τη δική του αξιοπιστία φυσικά, που αντιμετώπιζε τους Έλληνες ακαδημαϊκούς του εξωτερικού σαν μιάσματα και απατεώνες. Το ακαδημαϊκό σώμα της χώρας μπορεί να συμπεριλαμβάνει φοβερά μυαλά και σεβαστούς επιστήμονες, μα στο σύνολό του είναι μια κοινωνική απογοήτευση, ένα κενό γράμμα, ένα σώμα εγκλωβισμένο σε αλλότριες σχέσεις και ζητήματα.

Από την άλλη είναι τα βρομόσκυλα των κομματικών παρατάξεων, αυτά τα κτήνη που έχουν μετατρέψει τα αμφιθέατρα σε αρένες και κρίνουν ακαδημαϊκούς με ύφος χιλίων καρδιναλίων χωρίς οι ίδιοι να έχουν καμία πραγματική γνώση, αυτά τα γλοιώδη ανθρωπάρια που μαθαίνουν στο νέο πολίτη την κομματικοποίηση και την κονσερβοποίηση της ιδεολογίας, αυτοί οι ελεεινοί ψηφοθήρες που μιλάνε για σφραγίδες, ψήφους, εκδρομές και πάγκους μετατρέποντας κάθε διάδρομο σχολής στη σύγχρονη αγορά της Ιερουσαλήμ. Πληρωμένοι δολοφόνοι μυαλών, που αντιλαμβάνονται το πανεπιστήμιο σαν ένα χώρο να δικτυωθούν, μια πρακτική εξάσκηση στα ρουσφέτια και στο πολιτικό αλισβερίσι.

Όπως και ο μέσος φοιτητής, ο καθένας μας, ο μελλοντικός μέσος Έλληνας που όσο βρίσκεται στο πανεπιστήμιο θέλει κι άλλα εξάμηνα, ζητά να μην αναγνωριστούν οι συνάδελφοι του από το εξωτερικό αλλά και να αναγνωριστούν το εξάμηνο που έκανε αυτός Erasmus στην Τενερίφη, που γλύφει τον καθηγητή για να τον περάσει και ύστερα από πίσω του τον βρίζει, που δεν θέλει να πληρώνει για τα μεταπτυχιακά, που οποιαδήποτε αλλαγή στον τρόπο εξέτασης το βαφτίζει εντατικοποίηση αγνοώντας πλήρως τις ιδιαιτερότητες της ακαδημαϊκής εκπαιδευτικής διαδικασίας. Αυτός που βγάζει γκόμενες από τα ΤΕΙ αλλά δεν θέλει την ισοτιμία τους, αυτός που εξισώνει τα εξάμηνα με πτυχία, αυτός που δεν σεβάστηκε ποτέ καθηγητή του στην παράδοση με εξευτελιστικές συνθήκες στα αμφιθέατρα, που δεν μπορεί να δουλέψει όσο σπουδάζει αλλά κάνει 3 μήνες διακοπές στα νησιά, που με το που τελειώνει επιτέλους τη σχολή θέλει να βρεθεί η δουλειά μόνη της και αλλάζει απότομα στάση απέναντι στο πανεπιστήμιο και βρίζει που οι κωλοφοιτητές κάθονται και τα ξύνουν και κάνουν καταλήψεις με τα λεφτά των δικών του φόρων. Ο συμφεροντολόγος, ο βολεψάκιας, ο προσαρμοστικός, ο ιδιοτελής, ο καταναλωτής, ο ιδιώτης.

Όπως αναπόφευκτα ευθύνες πολλές έχουν τα πρωτοποριακά και ριζοσπαστικά στοιχεία της κοινωνίας που κατά καιρούς πλαισιώνουν, ακόμη και καταχράζονται πολύ πιο σπάνια το χώρο του πανεπιστημίου κυρίως χάρη στο άσυλο, η κατάχρηση του οποίου οδήγησε σε μαθηματική ακρίβεια στην τερατώδη άγνοια γύρω από τη σημασία του και τη κοινωνική του χρησιμότητα. Όσο οι δυνάμεις αυτές ορθά οικιοποιούσαν τους υλικούς χώρους ως έσχατο ιδεολογικό καταφύγιο και ορμητήριο ενάντια στις δυνάμεις καταστολής, τόσο το ευγέρτημα ταυτιζόταν επικοινωνιακά με ποινικά και περιθωριακά στοιχεία, τόσο η πρόνοια αυτή αναχωρούσε από τη συνείδηση των πολιτών. Εν ολίγοις, η διαχείριση του ασύλου από εκείνους που το έχουν μεγαλύτερη ανάγκη αποδείχτηκε καταστροφική, επιτρέποντας πια στην κρατική βια να κάνει την εμφάνιση της παντού τρομοκρατώντας και ποδοπατώντας την λαϊκή έκφραση.

Δεν είναι να απορεί κανείς. Επιχειρηματολογίες όπως οι παραπάνω θα γίνουν προπαγάνδα και πιπίλα από τους μελλοντικούς υπουργούς και γενικούς γραμματείς της ΠΑΣΠ και της ΔΑΠ για να περιοριστούν οι αντιδράσεις στους γνωστούς ... αντιδραστικούς, στους 'αριστερούς', τους ελιτιστές, τους αναρχικούς, στα φρικιά και τους κομπλεξικούς, για αυτό άλλωστε και η εντυπωσιακή συναίνεση των 250, για αυτό άλλωστε και οι διαρροές της ΝΔ περί κατάργηση των κομματικών παρατάξεων στα ΑΕΙ και ΤΕΙ. Η πραγματικότητα όμως είναι πως ακόμα και αν σχεδιαστικά η δομή των πανεπιστημίων είχε ορισμένα κραυγαλέα λάθη, σε αντίθεση με τις μεταπολιτευτικές μεταρρυθμίσεις που εκδημοκράτισαν την ανώτερη παιδεία και εν πάση περίπτωση έθεσαν μια σωστή κατεύθυνση τόσο θεσμικά όσο και λειτουργικά, αυτή η μεταμνημονιακή μεταρρύθμιση είναι αυταρχική και απαξιωτική του χαρακτήρα και της λειτουργίας του πανεπιστήμιου. Με την άκαμπτη όμως και χωρίς φαντασία δημόσια τοποθέτησή του, το πανεπιστήμιο έχει από καιρό θέσει τον εαυτό του εκτός κοινωνίας και έτσι καταλήγει τελείως απροστάτευτο σε πολιτικές πρωτοβουλίες του είδους.

Όσους σχεδιασμούς, όσους κανονισμούς και νόμους όμως κάποιος και να σκαρφιστεί, όπως και πολλά άλλα που αφορούν το δημόσιο βιο, το ελληνικό πανεπιστήμιο δεν πρόκειται να αλλάξει παρά θα συνεχίσει στο δρόμο της παρακμής και της σταδιακής άλωσης του από τους όρους του κεφαλαιού. Οι νόμοι δεν αλλάζουν νοοτροπίες, αυτές αλλάζουν μόνο με την παιδεία και την αντιπαράθεση. Η μεν πρώτη θα γίνεται σταδιακά προνόμιο των λίγων και έτσι αυτόματα ο αποκλειστικός της χαρακτήρας την υποβαθμίζει, ενώ η δεύτερη γίνεται ακόμη πιο δύσκολη με την άρση του ασύλου και την αδιάκοπη επικοινωνιακή και ιδεολογική ακαμψία.

Είναι λοιπόν η ηττοπάθεια η μόνη επιλογή, η αποδοχή ενός ακόμη ανουσιουργού νομοθετήματος, μιας ακόμη νεοφιλελεύθερης βαρβαρότητας; Είναι η παθητικότητα και η λειτουργικότητα, τα σκυμμένα κεφάλια, η σίγουρη μόνη στάση; Ίσως, αλλά δεν είναι σίγουρα η πιο αξιοπρεπής. Το πανεπιστήμιο και οι πολίτες του, οι ζώντες οργανισμοί του, οι φορείς της λειτουργίας του, φοιτητές, ακαδημαϊκοί και διοικητικοί έχουν υποχρέωση να αναγνωρίσουν τα λάθη τους, τις υποχρεώσεις τους και να δράσουν ανάλογα. Όχι να οραματιστούν το πανεπιστήμιο που θέλουν και να το ζητήσουν από διοικούντες και αφεντικά, αλλά να σχεδιάσουν και να συνθέσουν το πανεπιστήμιο που χρειάζεται το σύνολο της κοινωνίας, το πανεπιστήμιο που μπορεί να σταθεί περήφανα και αποτελεσματικά στα σημεία των καιρών. Χρειάζεται να σταματήσουν να απαιτούν και να αρχίζουν να παράγουν, και να πολεμήσουν τους μεγαλύτερους εχθρούς τους, την αφέλεια και την ιδιοτέλειά τους. Απαιτείται να αφοπλίσουν τα νομοθετικά εκτρώματα των δουλοπάροικων υπαλλήλων της κερδοσκοπίας, να διεκδικήσουν τον διαχωρισμό τους από τους άρπαγες και τους κηφήνες και να διεκδικήσουν την αξιοπρέπεια τους, να δημιουργήσουν νέες εσωτερικές σχέσεις εκ του μηδενός και να αποτελέσουν παράδειγμα πρωτοπορίας απέναντι στην παρακμάζουσα κοινωνία που έχει ανάγκη την παιδεία και τον πολιτισμό όσο ποτέ άλλοτε.

Επιβάλλεται να αφουγκρασθούν τις οργισμένες φωνές της ιστορίας και από καχεκτική αντανάκλαση του παρόντος να αποτελέσουν φωτεινό σηματοδότη στο βάθος του χρόνου.

Wednesday, August 24, 2011

Μερικές εθνικού επιπέδου λύσεις για την κρίση

Α' Σενάριο: Πουστιά στις εταίρες

Έκδοση λαϊκών ομολόγων, από τα έσοδα των οποίων το δημόσιο αγοράζει όσα Credit Default Swaps γίνεται. Μετά την εξάντληση και του τελευταίου σεντ, βγαίνει ο ΓΑΠ από το Καστελόριζο (συμβολικά) και κηρύσσει πτώχευση. Η ευρωζώνη συνταράσσεται και το δημόσιο χέζεται στο τάλιρο με την ρευστοποίηση των CDS. Πιθανή έξοδος της Ελλάδας από το Ευρώ, αλλά υιοθέτηση διπλού νομίσματος από την αγορά – ευρώ για τις μεγάλες συναλλαγές και τις συναλλαγές εξωτερικού, νεοδραχμή για τις μικρότερες και καθημερινές του εσωτερικού. Άμα λάχει γινόμαστε και φορολογικός παράδεισος για το ευρωπαϊκό κεφάλαιο εκτινάσσοντας το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας σε μυθολογικά ύψη.

Β' Σενάριο: Καν' το όπως ο Πανιώνιος και η Swiss Air

Μέσα από ένα απίστευτο χαρτομάνι, κηρύσσουμε όχι τη πτώχευση αλλά τη διάλυση της χώρας και την άμεση επανασύσταση της ως Νέα Ελλάδα με νέο σύνταγμα και ύμνο από τον Νταλάρα. Τα χρέη διαγράφονται και εξακολουθούμε να παίζουμε στο ίδιο πρωτάθλημα και άσε τους πιστωτές να κουρεύονται.

Γ' Σενάριο: Ανεξαρτητοποίηση τώρα

Με την εμπλοκή ορισμένων φευγάτων, ανεξαρτητοποιείται η Μύκονος, η οποία με ειδικές συμβάσεις φορτώνεται κι όλο το δημόσιο χρέος. Αναπόφευκτα, το νέο κράτος της Μυκόνου δίνει ως εγγύηση την εδαφική της ακεραιότητα σε τουριστικούς πράκτορες για την επόμενη χιλιετία. Σε περίπτωση που τολμήσει να το 'παίξει' φορολογικός παράδεισος επιδεικνύουμε τις ιμπεριαλιστικές μας διαθέσεις και

Δ' Σενάριο: Πουλάμε τα πάντα και μετά αντάρτικο νούμερο 3

Αφού στη δημόσια διοίκηση δεν τα καταφέρνουμε καλά, πουλάμε τη χώρα στους ξένους που ξέρουν από μάνατζμεντ. Έτσι κι αλλιώς πότε μας ένοιαξε η εθνική κυριαρχία στα της πολιτικής; Η διαδικασία γίνεται τμηματικά και υπό τη μορφή 'έξυπνου πλειστηριασμού με αποτέλεσμα οι τσέπες των πολιτών να γεμίσουν ευρώ και να μην έχουν ανάγκη να δουλέψουν σαμποτάροντας τη παραγωγική διαδικασία και μετατρέποντας τη χώρα σε μια απέραντη Ικαρία. Οι νέοι κυβερνώντες αμέσως θέτουν υψηλή φορολογία στις αποταμιεύσεις για να ενεργοποιήσουν το εργατικό δυναμικό, κίνηση η οποία σε συνδυασμό με το ανθελληνικό τους αίμα προκαλεί εθνική επανάσταση από όλες τις πλευρές η οποία παρόλο τους απανταχού την ιστορία παρόντες ρουφιάνους και δοσίλογους, στέφεται με φοβερή επιτυχία χωρίς καμία ταξική αναδιαμόρφωση. Διώχνουμε με τσαμπουκά το ξένο κεφάλαιο που μας έφαγε το φυσικό πλούτου και εγκαθιδρύουμε πάλι το εθνικό κεφάλαιο γιατί έτσι γουστάρουμε. Αποτέλεσμα; Είμαστε όλοι πλουσιότεροι, χωρίς χρέη, και έχουμε προσθέσει μερικές χρυσές σελίδες ακόμη στην ένδοξη ιστορία μας γιορτάζοντάς τες με φέτα ΠΟΠ, τζατζίκι νορμάλ και θρούμπες.

Ε' Σενάριο: Η άθεη προσέγγιση

Καταργούνται όλες οι επιδοτήσεις και μισθοδοσίες προς όλες τις εκκλησίες (ανεξαρτήτως θρησκεύματος για να μην παρεξηγιόμαστε) και δημεύεται η περιουσία της Εκκλησίας η οποία και πωλείται κατά το δοκούν. Επαναφέρουμε τα διονυσιακά όργια και τα Ελευσίνια μυστήρια για καθαρά πρακτικούς λόγους.

Ζ' Σενάριο: Το παραμύθι χωρίς δράκο


Λαϊκή επανάσταση, εθνικοποίηση τραπεζών και ΔΕΚΟ, αποχώρηση από το ευρώ, δήμευση περιουσιών για 'φιλανθρωπικούς σκοπούς', κατάργηση του χρηματιστηρίου, ανατροπή του φορολογικού χάρτη με βάση τη μείωση της ανεργίας και μείωση της υπεραξίας, καθιέρωση ανοιχτού και ελεύθερου λογισμικού σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες και λειτουργίες, προλεταριοποίηση των μικροαστών, περικοπή των αμυντικών δαπανών στο ένα τέταρτο, άμεση στροφή σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας περιφερειακά κατανεμημένες, νομιμοποίηση της κάνναβης και ενίσχυση της παραγωγής της, διάσπαση της χώρας σε αυτοδιοίκητες περιφέρειες, υιοθέτηση διπλού οικονομικού χαρακτήρα με την επιστροφή στη παραγωγή, αγροτική και βιομηχανική, αναδιανομή προς τα κάτω των αστικών γαιών και απαλλοτρίωση των εγκαταλελειμμένων κτιρίων.

 Ή Σενάριο: Το παραμύθι με δράκο


Γινόμαστε παράρτημα της Κίνας και τότε οι Αμερικανοί χρωστάνε σε εμάς.

Monday, August 22, 2011

Ένα τσουβάλι φράγκα


Στη μητριά του καπιταλισμού, τα κουστουμάτα παλικάρια σκεφτήκανε ένα ακόμη φοβερό τηλεοπτικό σόου το οποίο πραγματικά πρέπει να φυλαχθεί σε κάποια μελλοντική ταινιοθήκη προς υπενθύμιση των νεκροζώντανων και διαπαιδαγώγηση των παίδων. Διέπεται όχι μόνο από τα τυπικά μεταμοντέρνα στοιχεία και την αυτόματη ειρωνεία την οποία δεν μπορείς να αποφύγεις, αλλά και από μια αδυσώπητη κοινωνική κριτική, η οποία βγαίνει στην επιφάνεια διακριτικά και πονηρά, αφοπλίζοντας τις αντιστάσεις.

Στο 'A Ton Of Money' -με σήμα έναν Άτλα που σηκώνει στοίβες χαρτονομίσματα- μια ντουζίνα και βάλε 'όμορφοι' επί τω πλείστον και καταχρεωμένοι στις τράπεζες και στις πιστωτικές άνθρωποι τσακώνονται και ψηφίζουν ο ένας τον άλλο on camera για να κερδίσουν ιδανικά ένα εκατομμύριο δολάρια, αν και χάρη στις διάφορες δοκιμασίες στη διάρκεια των οποίων κουβαλάνε τα χαρτονομίσματα σε δύσβατες περιοχές, το ποσό αυτό μειώνεται σημαντικά. Το πρόγραμμα το παρουσιάζει ένας πλαστικός παίχτης του NFL (η θεοποίηση του ναρκισισμού, της πολυτέλειας και του ηδονισμού) ενώ ακόμη και οι ψηφοφορίες γίνονται με ματσάκια των των δέκα χιλιάδων, από τις οποίες προκύπτουν δύο υποψήφιοι προς αποχώρηση και διαπόμπευση, και εν τέλει ένας μετά από μια ακόμη δοκιμασία, το 'Prove your worth' (πόσο αξίζεις). Ιδιοφυές.

Εκ πρώτης όψεως ο θεατής καλείται να γελάσει και να ειρωνευτεί τους διαγωνιζόμενους και φυσικά να παίρνει μάτι κάνα κωλαράκι και κάνα σιλικονάτο βυζί που σκάει να σκίζει το φανελάκι που θαρραλέα το συγκρατεί. Εν συνεχεία βέβαια αρχίζεις να ταυτίζεσαι, να εμπλέκεσαι, να συμπαθείς και να αντιπαθείς, και φυσικά να θέλεις κι άλλο, όσο οι τσακωμοί εντείνονται και τα φασώματα φουσκώνουνε (σωστό, γιατί οι διαγωνιζόμενοι πρέπει να σκεφτούν την καριέρα τους και μετά το σόου). Μα όπως και σε όλα τα ριάλιτι (1), έτσι κι εδώ υπάρχει η πιο σοφιστικέ ματιά, το τρίτο μάτι στο σφαγείο, η οποία δεν είναι μονάχα μια ενδοσκόπηση στον χαμηλότερο παρανομαστή της ανθρώπινης φύσης, αλλά και στα απίστευτα μετέριζια μιας κοινωνίας που βρίσκεται σε αποβολή, η επιστροφή στα θρανία για τους μαθητές της Τι-Βι όπου τα κορμιά τους ανακυκλώνονται και χρησιμοποιούνται για τους νέους σπουδαστές του παρακμάζον καταναλωτισμού.

Πρώτο μάθημα, οι ωραίοι έχουν χρέη. Από τους εκλεκτούς ανταγωνιζόμενους, μόνο δύο είναι 30 και άνω, ένας εκ των οποίων είναι ο μόνος μαύρος ο οποίος ειρήσθω εν παρόδω είναι ο πρώτος που φεύγει από το σόου με βαλίτσες δεμένες στους καρπούς και στους αστραγάλους με χειροπέδες. Φοβερή εικόνα με άμεση αναφορά στην ιστορία του ρατσισμού στις ΗΠΑ, προσπαθώντας ίσως να πείσει το λευκό κοινό πως ο ρατσισμός είναι εργαλείο των αφεντάδων και πως στο χρήμα είμαστε όλοι δούλοι.

Μάθημα δεύτερο. Το χρήμα μπορεί να είναι στη ρίζα του προβλήματος, ταυτόχρονα όμως είναι και η σωτηρία, χέρι-χέρι με την τι-βι. Κάποτε ο Andy Warholl υποσχόταν 15 λεπτά φήμης, τώρα η ιντελιγκέντσια της επικοινωνίας προσφέρει ακόμη και την οικονομική σωτηρία για όποιον φανεί άξιος. Με το που ο παρουσιαστής αποκαλύπτει στα κρέατα το διεκδικούμενο ποσό -αφού πρώτα τους έχει υπενθυμίσει τα χρέη που έχουν- αλαλιάζουν με χαρά και ελπίδα πλανώμενοι πως επιτέλους θα ξεφορτωθούν τα δεσμά τους και όλα θα πάνε καλά όπως στις διαφημίσεις. Όμως, όπως και στο Χαΐλαντερ, μόνο ένας μπορεί να κερδίσει το τελικό ποσό, όποιο κι αν είναι αυτό, αν και ομολογουμένως οι πιθανότητες είναι αισθητά καλύτερες από ότι στην πραγματική οικονομία.

Μάθημα τρίτο. Η επιβίωση είναι επιτυχία, η ανθρωπιά και αλληλεγγύη είναι εμπόδια στην επιτυχία. Στην πρώτη δοκιμασία, ο ευτραφής μαύρος ανταγωνιζόμενος παθαίνει θερμοπληξία, αλλά κανείς δεν τρέχει να τον βοηθήσει πλην του ιατρικού τιμ της παραγωγής, κι αυτό αφού έχουν σιγουρευτεί πως πρώτα έχει παραμιλήσει και παραπατήσει μπροστά στην κάμερα για αρκετό και χρήσιμο για το μοντάζ χρόνο.


Μάθημα τέταρτο. Δεν έχει σημασία τι πραγματικά είσαι και κανείς, αλλά πως το περιβάλλον σου σε εκλαμβάνει και σε αντιμετωπίζει. Είσαι μέλος της ομάδας; Είσαι κανονικός; Έχεις καλύτερες πιθανότητες να κερδίσεις στις ψηφοφορίες. Αν όχι, ετοιμάσου να ακολουθήσεις το ντροπιαστικό δρόμο της επιστροφής. Μπουυυυυυυ! Επέκταση του μαθήματος: τα σκληρά αρσενικά και τα θελκτικά θηλυκά, οι υπηρέτες της κατασκευασμένης νόρμας παλαιότερων δεκαετιών έχουν πολύ καλύτερες πιθανότητες να επιβιώσουν.

Bonus μάθημα οπτικής παραίσθησης. Οι δύο όψεις του νομίσματος είναι ίδιες. Οι ανταγωνιζόμενοι 'κουβαλάνε' στη πλάτη τους χρέη, τα οποία για να ξεπληρώσουν θα πρέπει να κουβαλήσουν στην πλάτη τους χρήματα, όπως και στο σύμβολο της εκπομπής. Δηλαδή ότι και να κάνεις ένα λουμπάγκο δεν το γλυτώνεις.

Τα επιμέρους μαθήματα είναι ακόμη πολλά, και αν κάποιος παρακολουθήσει την τηλεοπτική αυτή αρένα θα χρειαστούν τόμοι για να τα αποδελτιώσει και εν τέλει δεν υπάρχει και λόγος να ασκείς μια διαρκής λοβοτομή για να της ασκήσεις κριτική εκ του δεινοπαθούς. Το κυριότερο μάθημα παραμένει αναλλοίωτο όπως και στις υπόλοιπες εκπομπές του είδους. Τα πάντα είναι αναλώσιμα, και πόσο μάλλον οι άνθρωποι που προσφέρονται τόσο εύκολα, θύματα της ίδιας τους της απελπισίας, συνεχιστές της ίδιας τους της κοροϊδίας και απαξίωσής τους. Ο καταναλωτής γίνεται προϊόν για τον ίδιο του τον εαυτό, καλωσήρθατε στον καλωδιωμένο κανιβαλισμό με χορηγό την πιστωτική κάρτα που χρωστάτε τα ρουχαλάκια του παιδιού σας. Σίγουρα, οι παραγωγοί αυτών των εκπομπών είναι χασάπηδες και κρετίνοι, μα ποτέ μου δεν έχω ακούσει για ζώα που μπαίνουν οικειοθελώς στο σφαγείο και τρώγονται μεταξύ τους, ένα θέαμα που θα έκανε σίγουρα τον κάθε πραγματικό χασάπη να κλάψει με θλίψη.

Μια άλλη αδιάφορη παρατήρηση ή ανάκληση του ψηφιακού παρελθόντος άμα θες, είναι πόσο πολύ η εκπομπή θυμίζει το Runing Man του 1987 (βασισμένο στο ομότιτλο βιβλίο του Stephen King), όπου ο διαγωνιζόμενος πάλευε όχι για τα λεφτά, αλλά για την ελευθερία του, την οποία τελικά κερδίζει κάνοντας το ακριβώς αντίθετο από το απαιτούμενο από την παραγωγή. Σαμπόταρε το σενάριο, σταμάτησε να τρέχει και στο τέλος με τη βοήθεια άλλων γκρεμίζει τους αναμεταδότες της τηλεόρασης, ένα ξεκάθαρο μήνυμα του συγγραφέα για τον τρόμο της κοινωνίας της πληροφορίας και του θεάματος.



Στο 'A Ton of Money' τίποτα από όλα αυτά δεν πρόκειται να γίνει φυσικά, κι στο μέλλον, αυτό ή τα παράγωγά του θα γίνονται ολοένα πιο βίαια και γλαφυρά προς τέρψιν των ανομολόγητων επιθυμιών του κοινού και του κέρδους των καναλαρχών και των διαφημιστών. Όπως λέει και ο Τσακ, ο πριζωμένος από τα στεροειδή body-builder από το New Jersey, 'We are here to make the most money possible.' Πες τα δικέ μου.

  1. Άξιος της εποχής μας ο διπλά ειρωνικός χαρακτηρισμός ως 'reality' μιας κατηγορίας εκπομπών που ουδεμία σχέση έχουν με τη καθημερινότητα όπως τη βιώνουμε, αλλά ταυτόχρονα την αποτυπώνουν τόσο πιστά όσο αυτή κατασκευάζεται, πακετάρεται και πωλείται.

Sunday, August 21, 2011

Καταραμένο μάρκετινγκ

Δεν πιστεύω πως είμαι ιδιαίτερα καταναλωτικός, ούτε από εκείνους που γκρινιάζουν και παραπονιούνται για ανούσια πράματα. Αλλά άνθρωπος είμαι και έχω κι εγώ τις αδυναμίες μου. Ακουστικά και φακούς.

Όσο αφορά τα ακουστικά, πρέπει στη ζωή μου να έχω αγοράσει πάνω από 30 ζευγάρια τα οποία όλα έχουν σπάσει ή χαλάσει με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο. Μεγαλύτερη αποτυχία τα πρόσφατα 404 της AKG τα οποία αν και puffs διπλώνουν με τέτοιο τρόπο ώστε να χωράνε σε μια απαλή τσέπη, αλλά λόγω του μεταλλικού ελάσματός τους σε τιμωρούν κάθε φορά που τα βγάζεις με το ένα χέρι, μέχρι που έσπασαν τα πλαστικά στο δεξί και ησύχασα. Παρήγγειλα τα αντίστοιχα πλαστικά αλλά πολύ πιο στιβαρά Κ450 που κάθονται τέλεια και κάτι σιλικόνες της Sony για να συνεχίσω τη σειρά βασανιστηρίων στα μικρά και αρνητικά προς τις κλασσικές 'ψείρες' αυτιά μου.

Στους φακούς τώρα, τα πράματα είναι πολύ χειρότερα. Θεωρώ τον εαυτό μου έναν μέτριο φωτογράφο (μπρρρρρ) που ακόμα έχει πολλά να μάθει, όπως και χρόνο πολύ για να χτίσει τον εξοπλισμό του. Έχω δύο μηχανές Nikon, την απαράδεκτη D40x και την αγέρωχη και πολύ πιο πρακτική D90 η οποία λογικότατα έχει παροπλίσει πλήρως την πρώτη. Αντίστοιχα ο κλασσικός bundle 18-55mmf/3.5-5.6G φακός έχει μείνει κουμπωμένος στη παλιά μηχανή και αχρησιμοποίητος για παραπάνω από ένα χρόνο όπως και ο συμβιβαστικός 'σκοτεινούλης' 55-200mm f/4-5.6 DC της Sigma, και οι δύο δολοφονημένοι πισώπλατα από τον ελβετικό σουγιά των φακών, τον κλασσικό από τη δεκαετία του '90 'Streetsweeper' 24-120mm f/3.5-5.6 AF-D ο οποίος όμως με τη σειρά του έχει κι αυτός τα όρια του.

Υπάρχει λοιπόν ένας νόρμαλ zoom φακός οποίος δυνητικά μπορεί να σκοτώσει όλους τους παραπάνω και με έκπτωση στέλνοντας τουλάχιστον τους δύο από τους τρεις στην χρηματική απόσυρση. Ο διαβόητος (που συμπεριλαμβάνεται και στα ακριβά bundles) AF-S DX 18-200mm f/3.5-5.6VR G ED. Ο Άτλας της φωτογραφίας στο internet Ken Rockwell μόνο που δεν έρχεται σε οργασμό για αυτό το φακό, μα υπάρχει το ζήτημα της τιμής και του πως καταλήγει κάποιος να τον αγοράσει. Και εξηγούμαι.

Με τον 'Streetsweeper' αμετακίνητο από το σώμα της D90, η λογική προτάσσει μια εναλλακτική για τις μεγαλύτερες αποστάσεις (χρήσιμο όταν δεν μπορείς να αναπνεύσεις, λέμε τώρα...) οπότε πολύ γρήγορα οι επιλογές πέφτουν μεταξύ του AF-S VR 70-300mm f/4.5-5.6G IF-ED και του πιο φθηνού AF-S VR 55-300/4.5-5.6G DX. Κάπου εδώ λοιπόν είναι που αρχίζουν τα marketing κόλπα των DX φακών και μηχανών.

Πως γίνεται ένας φακός με τα ίδια χαρακτηριστικά και διευρυμένο εύρος εστιακού μήκους (αν και το εύρος 50-70mm είναι ψιλο-αδιάφορο σε DX μηχανές εδώ που τα λέμε) να είναι φθηνότερος; Απλό. Είναι μικρότερος και κάνει μονάχα για DX μηχανές (όπου το είναι 15.8mm x 23.6mm επιτρέποντας μικρότερο και φθηνότερο σένσορα από τον αντίστοιχο 24mm x 36mm των full frame μηχανών και έτσι αντίστοιχα οι DX φακοί έχουν μικρότερα κρύσταλλα). Ταυτόχρονα, είναι και φτωχότερης ποιότητας, αργός, και δεν έχει Α/Μ mode (αναγκάζοντας το χρήστη να χρησιμοποιεί 2 κουμπάκια, ένα στο σώμα και ένα στο φακό, για να αλλάξει από manual focus σε auto focus εκτός κι αν έχεις τη βλαμμένη D40x που έχει γυρίσει την ασθενική της πλάτη στους AF φακούς).

Μικρό το κακό βέβαια, αφού για να πάρει κανείς μια full frame μηχανή θέλει τουλάχιστον 2500 δολάρια, κατατάσσοντας τες αυτόματα στην κατηγορία των επαγγελματικών, και αφήνοντας τις ερασιτεχνικές D-SLR να πελαγοδρομούν στα μικρότερα καρέ. Τα προβλήματα όμως ξεκινούν όταν πια διαχωρίζονται και οι φακοί. Ένας DX φακός είναι οικονομικός και αποδοτικός σε μια DX μηχανή και ουσιαστικά παντελώς άχρηστος σε μια full frame (1). Αντίστροφα ένας FX (ο χαρακτηρισμός της Nikon για φακούς που ταιριάζουν σε full frame μηχανές) φακός είναι φτιαγμένος για μια full frame μηχανή, αλλά περιορίζεται αισθητά σε μια DX, αυξάνοντας το πραγματικό εστιακό μήκος, μειώνοντας την γωνία κάλυψης και το βάθος πεδίου.

Όμως εγώ, όπως φαντάζομαι και οι περισσότεροι ερασιτέχνες, δεν έχω πρόβλημα με τη δεύτερη περίπτωση. Βαθιά κάπου μέσα μας φανταζόμαστε έναν πολύ χοντρό κουμπαρά ο οποίος μέρα με τη μέρα αποταμιεύει τα χρήματα για μια άξια full frame μηχανή, κατατάσσοντας έναν DX φακό ως πισωγύρισμα και αναδεικνύοντας τον στόλο των FX φακών μας χωρίς επιπρόσθετο κόστος κι ας αδικούνται πάνω στα DX σώματα. Έλα μου όμως που η Nikkon-Nikkor θέλει σώνει και καλά να παγιδέψει το κοινό της σε κατηγορίες. Μπορεί να μην τα κατάφερε με την αλαζονική entry-level D40x (η αντιπάθεια είναι αισθητή, έτσι;), αλλά με τις οικογένειες φακών που φτιάχνει τα καταφέρνει περίφημα.

Ουσιαστικά λέει στον πελάτη της, πως με τον 'σατανικό' (και ανώτερης ποιότητας σε σχέση με αρκετούς άλλους DX φακούς) AF-S 18-200mm f/3.5-5.6VR G DX δεν χρειάζεται να αγοράσει ποτέ ξανά άλλο φακό για την ερασιτεχνική μηχανή του πέρα φυσικά των όποιων σταθερών. Άμα από την άλλη έχεις ψώνιο και θες να γεμίζεις τα ράφια σου με φακούς θα πρέπει να συνδυάσεις τον AF-S VR 24-120mm D (ο σύγχρονος διάδοχος του 'Streetsweeper' (2)) και τον AF-S VR 70-300mm f/4.5-5.6 με υπερδιπλάσιο κόστος, χωρίς να έχεις το χρήσιμο (αν και 'petite') εύρος των 18-24mm και μακαρίζοντας την σπατάλη στο αχρείαστο 200-300mm (το οποίο κάνει μονάχα για ματάκηδες όταν πρόκειται για DX μηχανές). Και άντε μετά να γεμίσεις τον κουμπαρά σου για το υγρό full frame όνειρο, χωρίς καν να σκεφτούμε πως π.χ. σε μια πορεία μέχρι να τους αλλάξεις αυτούς έχεις χάσει τα αυγά και τα πασχάλια.

Κάποτε, με ένα φίλο αστειευόμενοι είχαμε σκεφτεί τον καλύτερο δυνατό φακό, τον AF-S DC 12-180mmf/1.8 ED VRII, ο οποίος φυσικά δεν υπάρχει και ούτε πρόκειται να υπάρξει ποτέ, ειδικά με το εξεζητημένο defocus control το οποίο το θέλουν μονάχα άρρωστοι με το bokeh, αρνούμενοι να το ελέγξουν με το διάφραγμα. Όμως άμα υπήρχε ένας AF-S 18-200mm f/3.5-5.6 VR ED 30% ακριβότερος από τον αντίστοιχο υπαρκτό DX όλα θα ήταν μια χαρά ή τουλάχιστον έτσι θα νόμιζε κάποιος(3). Η Nikon όμως προτιμά να μας βασανίζει και ο AF-S DX 18-200mm f/3.5-5.6VR G ED ήταν η αναπόφευκτη εξέλιξη στον ανταγωνισμό των bundles ικανοποιώντας τις ορέξεις του καταναλωτικού κοινού που ήθελε ζουμ, ζουμ, ζουμ στέλνοντας τον φτωχό πλην άριστο για εκπαίδευση 18-55mm f/3.5-5.6G στα τάρταρα των αποθηκών.

Το πιο εκνευριστικό όμως είναι πως εκτός από χρήσιμος, ο συγκεκριμένος φακός είναι όντως οπτικά καλός, γρήγορος και πολύ δελεαστικός αφήνοντας τα διλήμματα να αιωρούνται αναπάντητα. Άμα όμωες υπολογίσει κανείς πως σε αυτούς τους χαλεπούς καιρούς ούτε σε τέσσερα χρόνια δεν θα μπορώ να πάρω full frame σώμα (άσε που εν πολλοίς θα πάει και χαμένο σε μένα...), ο 'σατανικός φακός' γίνεται ολοένα πιο θεμιτός. Και να σκεφτεί κανείς πως όταν τον έβλεπα συσκευασμένο με την D90, θεωρούσα το πακέτο σκέτη απάτη.

Τώρα που γκρίνιαξα σαν κακομαθημένος καταναλωτής, μπορώ να κλείσω όλα τα παράθυρα από το ebay, το (φοβερό) kenrockwell.com το dpgr.gr και το adorama, και να γυρίσω στη δουλειά. Υπέροχα.


  1. Ένας DX φακός πάνω σε μια full frame μηχανή λόγο του μικρότερου κύκλου εικόνας (image circle) δημιουργεί μαύρες γωνίες, το γνωστό κι ως vignetting, αν και σχεδόν όλες οι FX μηχανές κάνουν αυτόματο κροπάρισμα. Επιπλέον τα εύρη εστιακού μήκους σε έναν DX φακό είναι σχεδόν παραπλανητικά αφού αναφέρονται στα αντίστοιχα των FX φακών όπως θα λειτουργούσαν σε ένα DX σώμα, τα οποία όμως δεν αναπαράγουν σε ένα FX σένσορα αφού η συμβατότητα είναι μονοκατευθυντήρια. Μπέρδεμα όντως!
  2. Βέβαια, ένας 'Streetsweeper' πάνω σε μια full frame έχει σχεδόν το ίδιο εύρος εστιακού μήκους πεδίου στα χαμηλά όσο και ένας DX 18-200mm πάνω σε μια DX μηχανή, εκλογικεύοντας τα 'παντρέματα' σε σημαντικό βαθμό.
  3. Βέβαια, στα αλήθεια υπάρχει ο αντίστοιχος FX, και είναι ο AF-S 28-300mmf/3.5-5.6 G ED VR ο οποίος είναι όντως 30% ακριβότερος, και πάνω σε μια FX μηχανή -με όλα τα άλλα ίδια- βγάζει σχεδόν το ίδιο ακριβώς καρέ όπως ο AF-S DX 18-200mm f/3.5-5.6VR G ED πάνω σε μια DX μηχανή. Πρόκειται δηλαδή για δύο τελείως διαφορετικούς φακούς που με τους κατάλληλους συνδυασμούς βγάζουν σχεδόν το ίδιο αποτέλεσμα.