Κάπου στο πρώτο τέταρτο του γνωστότερου βιβλίου του, το
Moby Dick, ο
Melville προσπαθεί μάταια να κατηγοριοποιήσει τα τότε γνωστά φαλαινοειδή σε τρεις κατηγορίες, ανάλογα με το μέγεθος τους και όχι την ομορφιά τους -για κάποιο λόγο. Στις γεμάτο τέμνουσες και εφαπτόμενες περιγραφές του, αναφέρει διάφορα είδη, τα περισσότερα φυσικά με τη ναυτική και φαλαινοθηρική ονομασία τους, χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία. Έτσι η πάντα κινούμενή μου περιέργεια ανέτρεξε στα σύγχρονα ψηφιακά κατάστιχα και αφού έσπασε τα σαγόνια μου με γκριμάτσες θαυμασμού για τη νέα αδιάφορη γνώση που θα ξεχαστεί σύντομα για τις διάφορες φάλαινες, υπό εξαφάνιση και μή, ανακάλυψε μια ενδιαφέρουσα οικολογική θεωρία, αυτή της r/K επιλογής (
r/K selection theory αγγλιστί) όπως λέγεται, η οποία εξηγείται με την παρακάτω εξίσωση (χα!):
όπου r είναι η ποσοστιαία αύξηση ενός πληθυσμού Ν στη διάρκεια ενός χρονικού διαστήματος, και Κ η δυνατή έμβια χωρητικότητα ενός οικοσυστήματος, δηλαδή πολύ απλά πόσα είδη έμβιων μορφών και σε τι αριθμό μπορεί να υποστηρίξει ένα οικοσύστημα.
Πιο απλουστευμένα, η εξίσωση και η αντίστοιχη θεωρία της υποστηρίζει πως όταν ένα οικοσύστημα είναι πλήρες και κοντά στον κορεσμό των πόρων του (νερό, φαγητό, ζεστασιά, προφύλαξη από φυσικούς εχθρούς κλπ.), ευνοούνται τα είδη με λιγότερους απογόνους ανά γενιά αφού πιθανολογικά έχουν περισσότερες πιθανότητες να επιβιώσουν δια μέσου της λελογισμένης διαχείρισης των διαθέσιμων πόρων. Αντίστροφα σε ένα οικοσύστημα το οποίο προσφέρει μια πλούσια ποικιλία πόρων για διαβίωση, ευνοούνται τα είδη εκείνα που παράγουν πλήθος απογόνων αφού μπορούν να εκμεταλλευτούν τους αντίστοιχους πόρους σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό. Φυσικά υπάρχουν και οι ενδιάμεσες περιπτώσεις. Ακόμη πιο απλά, η θεωρία προτάσσει σε οποιοδήποτε οικοσύστημα την μεγιστοποίηση της οικονομικής απόδοσης και λειτουργίας αυτού σε σχέση με τα εκάστοτε μέλη του.
Όλα τα παραπάνω με έβαλαν σε σκέψεις, ή για να είμαι πιο ειλικρινής αλλού τριγυρνάει ο οργανικός εν τω κρανίο εγκλωβισμένος σάκος των καταχρήσεων μου, αλλά είναι αυτές οι τέμνουσες και εφαπτόμενες που ακόμη τόσα χρόνια μετά τα αιματηρά γεγονότα των τριγωνομετρικών μου σπουδών, με καταδιώκουν ανηλεώς λες και κάπου κάποτε τις στράβωσα επίτηδες και ανεπανόρθωτα σαν τον
Humpty Dumpty. Όπως και να έχει, είναι σαφές πως ο άνθρωπος είναι από εκείνα τα είδη που προτιμούν να έχουν λίγους απογόνους ώστε η κατανομή των διαθέσιμων πόρων σε αυτούς να είναι πιο συμφέρουσα. Αυτά όσα αναφορά την βιολογία. Τι γίνεται όμως με την ψυχολογία; Διότι το παραπάνω έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με μια από τις πολλές στραβά εδραιωμένες πεποιθήσεις μου, πως το ένστικτο της αναπαραγωγής εξακολουθεί να συνεχίζει στο διηνεκές, πως γενικότερα περισσότεροι απόγονοι είναι καλύτερο από λιγότεροι, πως μέσα στο παραπάνω ορισμένο βιολογικό πλαίσιο οι άνθρωποι θα έπρεπε να προσπαθούν για περισσότερα παιδιά και όχι για λιγότερα. Αντιθέτως όμως, η παραπάνω οικονομετρική θεωρία συμβαδίζει απόλυτα με τα ριζικά μαζικά γονικά προγράμματα που εφαρμόζουν χώρες όπως η Ινδία και η
Κίνα. Λιγότερα παιδιά για πιο αποδοτική και οικονομική εκμετάλλευση των πόρων, μέχρι αυτοί να γίνουν οικονομικές ρυτίδες.
Μπέρδεμα μεγάλο ο γονικός προγραμματισμός, (πόσο μάλλον ο χρονικός) διότι παρόλο όλα τα προηγούμενα, είναι αλήθεια πως είναι πιο σύνηθες σε πλούσια περιβάλλοντα να υπάρχουν λιγότερα παιδιά και σε αντίξοες συνθήκες να υπάρχουν περισσότεροι απόγονοι, διαπίστωση που είναι αντιδιαμετρικά αντίθετη στη περί ο λόγος οικολογικής θεωρίας. Για παράδειγμα, άμα πάμε δύο γενιές πίσω ο ένας μου παππούς είχε δέκα αδέρφια, αν και οι οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες ήταν κατά αντιστοιχία με τη σύγχρονη εποχή οι ίδιες αν όχι χειρότερες. Τώρα εγώ έχω δύο. Αδικία. Και γιατί;
Φυσικά υπάρχουν διάφοροι ευκόλως παρατηρούμενοι παράγοντες για αυτή τη διαφοροποίηση όπως η είσοδος της γυναίκας στην εργασία (καταραμένες φεμινίστριες), η υπονόμευση της οικογένειας σαν αξία προς τέρψιν της παραγωγής, η ανάδειξη της επαγγελματικής σταδιοδρομίας ως ανώτερο ιδανικό, η εξάπλωσης της Coca-Cola, και η υψηλή παιδική θνησιμότητα παλαιότερων εποχών η οποία έχει πλέον καταπολεμηθεί σχεδόν ολοκληρωτικά (στον ανεπτυγμένο πάντα κόσμο για να μην ξεχνιόμαστε). Όμως νομίζω πως και από την ψυχολογική όψη του καθενός η δημιουργία απογόνων είναι μια δύσκολη σκέψη, με την έννοια πως δεν είναι κάτι το τόσο επιτακτικό όπως στις παλαιότερες γενιές. Και αυτό σαν ιδέα με ανησυχεί (τόσο πολύ που δεν μπορώ να κοιμηθώ δηλαδή), διότι είναι ένα ακόμη από εκείνα τα αυτοκαταστροφικά χαρακτηριστικά του ανθρώπινου είδους που σε πείθουν απόλυτα πως δεν υπάρχει θεός και πως το θαύμα της ζωής δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια εμποτισμένη με ποτά, ναρκωτικά και πουτάνες βραδιά σε ένα καζίνο της Νεβάδα με μερικές υπερφυσικές δυνάμεις στα όρια της λιποθυμίας να περιμένουν να σκάσει η μπίλια στο νούμερο 42. (1)
Αντιστρέφοντας όμως την r/K θεωρία, κάποιος κακεντρεχής μπορεί να πει πως εφόσον ο ανά γενιά μέσος όρος των απογόνων μειώνεται, τότε αυτόματα αυτό σημαίνει πως η χωρητικότητα K του οικοσυστήματος (το οποίο πλέον σαν έννοια εμπεριέχει το φυσικό περιβάλλον, το τεχνικό ακόμη και το ψυχικό) ολοένα και περιορίζεται, συρρικνώνεται, παρακμάζει και εν τέλει καταρρέει. Θεέ μου, οι πούστηδες οι οικολόγοι είχαν δίκιο, ο καθένας για την πάρτη του και τα παιδιά του και οι άλλοι ας γίνουν θύματα στην εγκεφαλική πυρά τρελλών Ευαγγελιστών.
Ευτελίζοντας ακόμη περισσότερο τον παραπάνω συλλογισμό -διότι τίποτα δεν έχει αξία στις μέρες μας αν δεν είναι φθηνό- η συνολική πορεία της ανθρωπότητας προς το παρόν δε με απασχολεί καθόλου. Βαδίζουμε με σιγουριά στα σκατά και ούτε ο Ομπάμα θα μας σώσει, ούτε το τζακ ποτ στην Ιταλία. Όση ώρα γράφω εγώ αυτές τις μπούρδες, γύρω μου καίγεται η Αττική - Βαρνάβας, Γραμματικό, Μαραθώνας και Διόνυσος έχουν θυσιαστεί για αυτό το αρρωστημένο πύρινο κίτρινο του ουρανού ενώ πλέον η μύτη μου έχει συνηθίσει στη μυρωδιά της ξεροψημμένης παρακαταθήκης και του καταστραμμένου βουνού. Πέρα όμως από τις αλά 2007 πυρκαγιές, αυτό που με δυσκολεύει να το αντιληφθώ και να το ερμηνεύσω είναι πως μπορούμε και καυχιόμαστε για τις επιστημονικές μας προόδους, τους φιλοσοφικούς και ηθικούς διαφωτισμούς μας, την πολιτισμική μας λάμψη ανά το πέρασμα των αιώνων, πως μπορούμε να υψώνουμε τις υπεράνθρωπες ιδεολογικές μας κατακτήσεις άμα προτού καν χάσουμε τη διάθεση να ζούμε έχουμε ήδη αρχίσει να χάνουμε τη διάθεση να αφήσουμε άλλους να ζούνε για εμάς. Άμα το σύμβολο της εποχής μας είναι το δυσλειτουργικό i-Phone (το οποίο παρεπιπτόντως εκρύγνεται) και όχι η διαπίστωση πως η αναπαραγωγή έχει καταστεί πολύ πιο δύσκολη άκομη και σαν έννοια, τότε συγνώμη, αλλά εμένα προσωπικά κάτι δε μου κολλάει. Άμα ένα σύστημα προτάσσει μια ποικιλία χαρακτηριστικών, αλλά αδυνατεί να στηρίξει το ένα το οποίο το διατηρεί στη βασική του αναγκαιότητα, τότε κάτι δεν πάει καλά γενικότερα πέρα από εμένα φυσικά.
Βέβαια υπάρχει και μια πιο θετική προσέγγιση στο όλο θέμα, άμα αναλογιστεί κανείς (ποιός άραγε;) πως ο άνθρωπος από ζώο έχει εξελιχθεί σε ον. Η κωδικοποιημένη στα γονίδια μας διάθεση για αναπαραγωγή, όσο και αν καταδιώκεται από πουριτανισμούς, σεμνοτυφίες, ψυχοπαθείς νταντάδες και κακά εκπαιδευτικά συστήματα, δεν είναι απαραίτητο να ικανοποιηθεί με τους στενούς βιολογικούς όρους. Αν και η μονοδιάστατη θεώρηση του βιολογικού και κοινωνικού ανταγωνισμού για την εύρεση καταλληλότερων συντρόφων ώστε οι απόγονοι μας να έχουν καλύτερες πιθανότητες διαβίωσης και ούτω καθεξής (2) μπορεί ισοπεδωτικά να ερμηνεύσει τα πάντα, δεν είναι απαραίτητο πάντα να ακολουθείται. Ο άνθρωπος πλέον δεν έχει ανάγκει να αναπαραχθεί βιολογικά, αλλά ξεπερνώντας τα στενά δεσμά της σάρκας, μπορεί και εμπλουτιζεί τους αναπάντητους χρόνους με δημιουργίες δικές του, με ενστάσεις και σπονδές πρωτότυπες απέναντι στη παράδοση του φυσικού κόσμου Πέρα από το να αντιμετωπίζει τη πραγματικότητα, πλέον τη δημιουργεί με όρους και προσταγές δικές του.
Πέραν αυτού όμως, δεν θα πρέπει να ξεχνά κανείς (ο ίδιος που αναλογίστηκε λίγο πιο πριν) πως πολύς κόσμος αποκλείει τον εαυτό του από την όλη διαδικασία εξαρχής για ποικίλους λόγους, οι οποίοι λογικά μπορούν να διαχωριστούν σε δύο κατηγορίες. Η μια είναι η απαξίωση του εγώ, δηλαδή η προσωπική αντίληψη μιας λανθάνουσας κρινόμενης ακαταλληλότητας για διαιώνιση του εγώ, και η άλλη αντιδιαμετρικά αντίστροφα, η συνεχής διερεύνηση και εξυπηρέτηση του εγώ η οποία (πιθανώς) υπερσκελίζει τις ανάγκες που μπορεί η αναπαραγωγή να καλύπτει. Και άμα κάποιος μπερδεύεται για το πως μπορεί να υπάρχει η σεξουαλική επιθυμία αλλά όχι η επιθυμία για τεκνοποίηση, να έχει υπόψη του πως ο άνθρωπος ανήκει σε εκείνα τα τυχερά θηλαστικά όπου τα δύο διαχωρίζονται, και το σεξ αποτελεί ευχαρίστηση πολυδιάστατη πέραν της ευρύτερης αναζήτησης και εξυπηρέτησης της διαιώνισης και εξέλιξης του είδους. Όπως επίσης και εμπορικό προϊόν στις διαθέσεις του εκάστοστε παραγωγού.
Τώρα τι τα έχω πιάσει και τα έχω μπλέξει όλα μαζί αυτά θα με ρωτήσει μια φωνή στο μυαλό μου. Ώπα, μόλις το έκανε. Το πρόβλημα όμως είναι πως η άλλη φωνή που υποτίθεται πως δίνει τις απαντήσεις, ανεξαρτήτως αξιοπιστίας, απουσιάζει και η παράδοξη συμβίωση της σιωπής και της ανυπαρξίας είναι αυτό που παραμένει. Έτσι, όπως φαντάζει λογικό (σκεφτείτε για λίγο το παράδοξο) τα μονοπάτια των νευρωνικών δικτύων είναι μπουκωμένα με παραλθούσες επιθυμίες, ξεχασμένες αναμνήσεις και σκόρπιες σκέψεις με αποτέλεσμα την αδυναμία συγκρότησης μια ολοκληρωμένης πρότασης ή έστω απορίας. Οποιαδήποτε προσπάθεια αποκατάστασης αυτής της κατάστασης (άμα δεν προσέξατε κι αυτό το παράδοξο, ε άντε μου στο διάολο!) είναι μεταξύ θλιβερού διαλλείματος ποδοσφαιρικού παιγνίου και διασκεδαστικού σκοντάματος.
Μισό λεπτάκι να καλέσω το μηδέν. Όχι, τίποτα. Κάτσε να αλλάξω κάρτα, ή να φορτίσω τη μπαταρία. Όχι, μισό να μπω στο Internet. Τίποτε. Διαολεμένη τεχνολογία, μονάχα ξέρεις να ξεπλένεις την πραγματικότητα με φτηνές προφάσεις.
Connection lost. Connect to another network?
(1) Κάποιοι κακόβουλοι συκοφάντες θα βιαστούν να πουν πως η ρουλέτα έχει αριθμούς από το 0 μέχρι το 36. Αυτή όμως η κοσμική ρουλέτα που τη συναντά κανείς και στο εστιατόρια στο τέλος του σύμπαντος, έχει όλους τους αριθμούς, ρητούς, πραγματικούς και φανταστικούς.
(2) The meaning of life is more life.