Pages

Wednesday, September 10, 2008

Λα, λα, λα, ρι, λα, λο, πάμε να δούμε το Σαλό


Για μια ακόμη φορά, με μόνα όπλα την ημιμάθεια και την αλαζονεία μου, θα ασελγήσω πάνω σε ένα πολυσύνθετο θέμα, γράφοντας διάφορα εκλαϊκευμένα και συγχρόνως αστήριχτα και ασυνάρτητα αποσπάσματα της αχαλίνωτα συνειρμικής μου σκέψης. Σαν εισαγ
ωγή βέβαια το προηγούμενο δεν είναι απαραίτητο, οπότε καλύτερα να θεωρηθεί ως μια υπενθύμιση.

Εν αρχή είναι το Εκείνο (Id). Σκεφθείτε ένα μικρό μωρό του οποίου η συμπεριφορά είναι τουλάχιστον ανάγωγη: αρπάζει συνεχώς ένα βυζί, χέζει ασύστολα και τρώει -τα πάντα- σε άτακτα χρονικά διαστήματα. Σχεδόν σαν κυβερνητικός λειτουργός ακούγεται, αλλά το Εκείνο υποτίθεται πως περιέχει όλα τα ένστικτα, τα πάθη και τις επιθυμίες μας, και φυσικά τη libido μας. Είναι άγριο, ασυγκράτητο, εξαντλητικά απαιτητικό και κτηνώδες, και δεν δίνει σημασία σε τίποτα παρά μόνο στην ευχαρίστησή του.


Μετά είναι το Εγώ. Μαθαίνω πως στους ψυχαναλυτικούς και ψυχοδυναμικούς όρους το εγώ δεν αναφέρεται τόσο στον εγωισμό και την αυτοπεποίθηση του ατόμου, όσο σε εκείνο το τμήμα της ψυχοσύνθεσής μας στο οποίο εδρεύει το συνειδητό, και συγχρόνως μεσολαβεί μεταξύ του Εκείνου και του Υπέρ-εγώ (περισσότερα παρακάτω) και του μοραλιστικού και ανταγωνιστικού εξωτερικού κόσμου. Έχει αρκετά δύσκολη δουλειά, αφού προσπαθεί από τη μια να ικανοποιήσει το Εκείνο και τις παράλογες (;) επιθυμίες του, από την άλλη να αντισταθμίσει την κριτική, συντηρητική και αντιδραστική στάση του Υπερ-εγώ και συγχρόνως πρέπει να καταφέρει να μην φαίνεται σαν τελείως παλαβός στους γύρω του.


Τέλος είναι το Υπερ-εγώ. Για αυτό το κομμάτι, όσο και να φαντάζει απίστευτο, ξέρω ακόμη λιγότερα πράματα. Βασικά, άμα το έχω καταλάβει καλά, που φυσικά δεν το έχω καταλάβει, εμπεριέχεται με τέτοια στοιχεία, όπως προκαταλήψεις, φοβίες και ταμπού, ώστε ο ρόλος του να είναι εκ διαμέτρου αντίθετος του Εκείνου, δηλαδή, να μετριάζει, και να απαγορεύει την εκπλήρωση των επιθυμιών προβάλλοντας διάφορες προφάσεις και αιτάσεις.


Φανταστείτε λοιπόν τι συμβαίνει μέσα στο κεφαλάκι του καθενός με όλα τα παραπάνω. Αναλογισθείτε το χάος. Πόσο μπερδεμένο πρέπει να είναι το μυαλουδάκι μας, είναι αδιανόητο. Για το λόγου το αληθές, παραθέτω πραγματικό, συνειδητό, υποσυνείδητο και ασυνείδητο διάλογο:


(Εγώ: Ε, Υπερ-εγώ: Υ, Id)


Ιd: Θέλω να φάω.

Εγώ: Μα καλά πριν μισή ώρα φάγαμε. Τι θες να φας:

Ι: Πεινάω. Αγριογούρουνο με σαντιγί μαριναρισμένο με αμελέτητα από καγκουρό σε σάλτσα από λιωμένες αχοιβάδες και ξυνόγαλα.

Ε: …

Υπερ-εγώ: Δεν μπορεί να το φας αυτό. Δεν βγάζει νοήμα.

Ι: Σκασμός!

Ε: Ψυχραιμία παιδία. Η αλήθεια να λέγεται μόλις φάγαμε πρωινό πριν μισή ώρα. Μήπως καλύτερα ένα φρουτάκι;

Ι: Πεινάω. Τούρτα σοκολάτα με τρία μικρά κουνελάκια στο γλάσο. Κεράσια χωμένα στον κώλο μιας κατσίκας. Πεινάω λέμε. Φαί! Τώρα!

Υ: Δεν μπορείς να το φας αυτό. Και δεν μπορείς να τρως συνεχώς. Θα γίνεις σαν γουρούνι.

Ι: Σκασμός, θα σε σκίσω! Θα κάνω ότι θέλω!

Υ: Δεν μπορείς να κάνεις ότι θέλεις. Καταρχήν δεν μπορείς, κατά δεύτερον δεν πρέπει.

Ι: Φάε σκατά ανίκανε. Άλλο πρέπει, κι άλλο Πέπη. Την γάμαγα την Πέπη εύκολα.

Υ: Έκφυλε!

Ι: Κομπλεξικέ!

Ε: (Ψιθυριστά) Εγώ δεν θέλω την Πέπη. Δίπλα στην Αγγελική θέλω έστω να κοιμηθώ.

Υ: Σε άκουσα! Δε το περίμενα αυτό από εσένα.

Ι: Άσε ρε φλώρε! Πήγαινε από εκεί να της βγάλεις τα μάτια. Αλλά για τώρα πεινάω. Αστακός γεμιστός με βατράχια σε σάλτσα λιωμένης γλώσσας αρνιού. Φαί!

Υ: Δεν έχεις καμιά πιθανότητα με την Αγγελική. Ξέχνα το.

Ε: Καλά, ας το αφήσουμε για τώρα αυτό. Νομίζω έχω μια καλή συμβιβαστική λύση. Μπορούμε πιο μετά να πεταχτούμε στο φούρνο να πάρουμε καμιά πάστα που λέει ο λόγος.

Υ: Πάστα; Δεν πιστεύω να είσαι αδερφή.

Ι: Ότι θέλει θα είναι! Λογαριασμό θα σου δώσει ρε κωλο-σκοταδιστή; Και μιας και το ‘φερε η κουβέντα, θέλω να γαμήσω.

Υ: Πρωτότυπο. Και άμα θέλεις να ξέρεις, εσύ είσαι η σκοτεινή δύναμη εδώ μέσα.

Ι: Σκασμός. Πεινάω. Έχω καύλες.

Ε: Πεινάς ή θέλεις να γαμήσεις; Αποφάσισε.

Ι: Και τα δύο. Θέλω σαδομαζοχιστική παρτούζα πάνω σε μια τεράστια τούρτα φτιαγμένη με καραμέλα σοκολάτα, τουρσί, μπανάνες και παϊδάκια. Έχεις δει το Salo;

Ε: Όχι.

Ι: Δεν ξέρεις τι χάνεις. Και γαμώ.

Ε: Μάλλον ναι.

Υ: Αίσχος!

Ε: Το Salo, ή η επιθυμία του Εκείνου;

Υ: Και τα δύο!

Ι: Σκασμός! Το βρήκα. Εκεί απέναντι, τέλειος συνδυασμός.

Υ: Εγώ λέω να πάμε σπίτι να διαλογιστούμε για τη θέση μας απέναντι στη κοινωνία, και ύστερα να σκεφθούμε πως μπορούμε να τελειοποιήσουμε την ηθική μας.

Ε: Κοίτα, μεταξύ μας τώρα, αλλά θα διαφωνήσω.

I: Βυζιά, βυζιά, κώλος, κώλος, βυζιά, αίμα.

Ε: Μα τι λέει;

Υ: Να μην σε απασχολεί. Μην τον ακούς, θα μας καταστρέψει.

Ι: Αααααααα!!! Σκασμός! Εκεί απέναντι λέω! Το ζευγάρι που κάθεται στο αντικρινό τραπέζι. Θα πάμε εκεί, θα τουλουμιάσουμε τον φλωράκο, θα ξεσκίσουμε τη γκόμενα, και συγχρόνως θα τρώμε το φαγητό τους. Επίσης θα του βγάλουμε τα άντερα και θα τα κρατήσουμε για τη συλλογή μας.

Υ: Θεέ μου. Φωτιά θα πέσει να μας κάψει.

Ε: (Φωναχτά, προς το γκαρσόνι). Το λογαριασμό παρακαλώ, και σβέλτα!

Πάντως άμα θέλετε να ακούσετε πραγματικά πολύ καλό διάλογο των παραπάνω χαρακτήρων, δοκιμάστε να βρείτε ένα stand up του Robin Williams από την εποχή που έπαιζε στο Mork and Mindy, που είχε κάνει σε ένα Πανεπιστήμιο και κάποιος τον γιουχάρει. Άπαιχτο.

3 comments:

Anonymous said...

mipws na kaneis kai esy stand up?

;-P

Iasonas said...

Μήπως το καταλληλότερο κοινό για τ αδικά μου αστεία θα ήταν μονάχα όσοι έχουν πυρετό ή χαλασμένο το αρκουδίσιον; Μήπως;

Soul Harvester said...

Βλέπω άρχισες να ασχολείσαι και με τους μυστικιστικούς και δαιδαλώδες δρόμους της ανθρώπινης ψυχολογίας, διατηρώντας πάντα το χιουμοριστικό σου approach. Ομολογώ πάντως πως με δυσκόλεψε η αρχική ανάλυση σου… αν και υποστηρίζεις ότι γράφεις εκλαϊκευμένα, μάλλον υπερδιαχυτικά μπερδεμένα θα ήταν ο σωστός ορισμός για το είδος γραφής σου.

Το σκετς ήταν ιδιαίτερα διαφωτιστικό σαν παράδειγμα, δύσκολα όμως βγάζει γέλιο όταν το διαβάζεις, άλλωστε στο stand-up comedy δεν είναι πάντα το σενάριο που μετράει, πολλές φορές όλο το βάρος πέφτει στον τρόπο που το αποδίδεις πάνω στη σκηνή.