Pages

Saturday, September 22, 2007

2007 - Day 2

Είμαι κομμάτια.

Having established the above statement thoroughly and entirely, I can now proceed. After a not so close race, my hormones beat mother nature's time by about 20 minutes, an incredible amount of time allowing me to properly smoke one and a half cigarettes before the first movie of the night, Dr. Plonck.
Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τις εποχές του Buster Keaton και του Charlie Chaplin και των υπολοίπων βουβών ηρωών και δημιουργών, αλλά οι επιρροές τους εως και σήμερα, παραμένουν δυνατές και αναλλοίωτες. O de Heer, όπως και ο ήρωας του, συνθέτει και εκτελεί ένα πείραμα μεταφοράς στο χρόνο, ένα κινηματογραφικό πείραμα που προσπαθεί να απαντήσει στο ερώτημα 'Πως θα μας γυρίζαμε και θα μας φαινόταν μια ταινία του βουβού κινηματογράφου σήμερα;' Ίσως να αποφεύγει τις αισθητικές και δημιουργικές προκλήσεις ενός τέτοιου εγχειρήματος, αλλά δεν παύει να είναι χαριτωμένο και διασκεδαστικό, ένα πετυχημένο pastiche των ταινιών της εποχής (πολλών εκ των οποίων σημάδια υπάρχουν εμφανώς και εσκεμμένα). Ολιγαρκές και μινιμαλιστικό, με την πάντα απαραίτητη συμβολογραφία και αναρχική διάθεση του κινηματογράφου της εποχής, το Dr. Plonk δεν είναι ένα ειρωνικό σχόλιο για τη σημερινή μας εποχή, αλλά μια εύθυμη ραψωδία για τις προσπάθειες ενός μονάχα ανδρός να αλλάξει τον κόσμο, θύμα του γνωστών ευφάνταστων παραδόξων μιας λογοτεχνικής ή κινηματογραφικής χρονο-μηχανής. Διακοσμημένο με μια πλειάδα ευτράπελων περιστατικών και τραγικών ειρωνειών (ο βοηθός του Dr. Plonck είναι κωφάλαλος αλλά λίγη σημασία έχει σε μια βουβή ταινία, οι αποδείξεις που συλλέγει ο καθηγητής για το τέλος του κόσμου), στέκεται αρκετά καλά, με βασικές όμως αδυναμίες μονάχα την ελαφρώς μεγαλύτερη από το απαραίτητο διάρκειά του, και την αναπόφευκτη σύγκριση των ερμηνειών με τις αντίστοιχες των αρχών του προηγούμενου αιώνα. Σε γενικές γραμμές λοιπόν το ερώτημα απαντάται, όχι ιδιαίτερα τολμηρά ή εντυπωσιακά, αλλά ... απαντάται, αλλά τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με τις αυθεντικές ταινίες της εποχής.
During the interval I was lucky enough to meet two old classmates and win a free invitation to a screening courtesy of one of the sponsors thank you very much. The cheerful atmosphere did not follow me however into the next movie, entitled The Wrestlers by Buddhadev Dasgupta.
Το γεγονός πως είναι μια ινδική ταινία γυρισμένη σε μια ινδική επαρχία με αρκετά παραδοσιακά και λαογραφικά στοιχεία, σίγουρα δεν επιτρέπει εύκολα στον κοινό θεατή να πλαισιώσει και να αντιληφθεί πλήρως τόσο τα διαπραγματεύομενα θέματα, όσο και την ξεχωριστή κινηματογραφική προσέγγιση. Ίσως ένας εύλογος τρόπος να το αντιμετωπίσεις είναι ως μια παραδοσιακού ρυθμού ψαλμωδία αντιθέσεων, όπως των δύο κεντρικών χαρακτήρων μεταξύ τους, του σιδηροδρομικού σταθμού και της παλαίστρας, του χριστιανισμού και της λαϊκής παράδοσης, της ανδρικής φιλίας και του γάμου, της γυναικείας φύσης και της κοινωνικής της καταπίεσης, του κόσμου των ισχυρών και των ανίσχυρων, των φυσικών και ζωώδων ενστίκτων και της σωφροσύνης, της περηφάνιας και της λογικής, του αρχαιοελληνικού χορού και των 'πρωταγωνιστών', της ευτυχίας και της τραγικής κατάληξης.
Το επαρχιακό και φυσικό περιβάλλον της ταινίας, εκφρασμένο μέσα από τα τεράστια στατικά κάδρα, με μονάχα κάποιες μικρές ανθρώπινες συνήθως λεπτομέρειες να κινούνται στο βάθος, παραδείγματα φοβερής ομορφιάς και σύλληψης, είναι η αρχή και το τέλος της ταινίας και της ζωής των χαρακτήρων, η τεράστια αυτή δύναμη που στα σπλάχνα της κρύβει κινδύνους, ακόμη και τον θάνατο. Στον αποκομμένο κόσμο στον οποίο εμείς οι θεατές είμαστε επισκέπτες, οι αστικές κοινωνικές συμβάσεις καταρρέουν, όπως η σταθερή εργασία, η κερδοσκοπία, ο γάμος και ιδιαίτερα οι κοινωνικές σχέσεις. Όσοι προσπαθούν να τις εξασκήσουν πεθαίνουν υπό το βάρος της λαϊκής παράδοσης και των καστών, με εξαίρεση το μικρό παιδί της ιστορίας.
Σε αυτό το απέραντο, αλλά ψυχικά απελπιστικά μικρό τοπίο λοιπόν, οι δύο φίλοι εγκλωβίζονται ακόμα περισσότερο, οι δύο πιο δυνατοί και πλησιέστεροι στο σύγχρονο κόσμο (δια μέσω του σιδηροδρόμου), αλληλοκλειδώνονται σε μια αιώνια πάλη διεκδικώντας το δικαίωμά τους στη γυναίκα αυτής της ατελέσφορης τριάδας. Όμως στη πραγματικότητα η ιστορία δεν τους ανήκει, αφού στη πραγματικότητα εξιστορεί τα δεσμά της πρωταγωνίστριας και ηρωίδας του έργου, η πιο ζωντανή και ενάρετη εκ των χαρακτήρων. Η Uttara (το εναλλακτικό όνομα της ταινίας) όπως αρμόζει σε μια τραγωδία, είναι και το πραγματικό θύμα, αφού με το που διεκδικεί την ελευθερία της, βρίσκει φρικτό θάνατο, θύμα όχι μόνο των διωκτών της αλλά και των ειρωνικά όμορφων κάδρων του σκηνοθέτη, θύμα και των αντρών που τη διεκδικούσανε.
Ο Dasgupta, με αργά και προσεκτικά βήματα αποκαλύπτει την ιστορία του, και ακόμα και σε ένα ελληνικό κοινό βρίσκει διαύλους επικοινωνίας χάρη στις λαϊκές παραδόσεις και συνήθειες, και ιδιαίτερα σε κάτι που φαντάζομαι πως είναι το ινδικό αντίστοιχο των δημοτικών τραγουδιών, προσφέροντας συχνά σε επεξηγηματικό και ερμηνητευτικό ρόλο ένα χορό από μασκοφόρους μουσικούς και χορευτές, ο οποίος παραδόξως ενεργεί και σε μια σκηνή, και μάλιστα καταλυτικά. Ίσως κάποια πλάνα (όχι σκηνές) να μοιάζουν ασύνδετα, περιττά ή προϊόντα μιας συγκρατημένης εκκεντρικότητας, ή η συμβολογραφία να προκαλεί ερωτηματικά κατά διαστήματα, αν και η νοητική υπόθεση η οποία γίνεται, είναι αρκετά σαφής. Η ουσία είναι πως στο τέλος αυτές οι αμφιβολίες ή ανυσηχίες πρέπει να παραμεριστούν όταν για πρώτη φορά επιτέλους η κάμερα κινείται αφήνοντας το χορό να συνεχίσει την πορεία της στην αιωνιότητα και να μεταφέρει την ιστορία σε άλλα μέρη, δείχνοντας από απόσταση για τελευταία φορά τους παλαιστές για πάντα παγιδευμένους στο μικρόκοσμό τους, τη λανθάνουσα ζωώδη φυλακή τους.
Σίγουρα δεν είναι μια ταινία που θα πρότεινα σε κάποιον, ή την οποία ευχαριστήθηκα δεόντως, ίσως να είναι υπερβολικά ποιητική και αφαιρετική, ποιός ξέρει, αλλά πολύ σπάνια σου δίνεται η ευκαιρία να παρακολουθήσεις μια τόσο διαφορετική συγγραφή και για αυτό και μόνο με ικανοποίησε.
Following The Wrestlers, I wasted my spare time smoking and drinking coffee, while others tormented the director with questions and stuff. I met up with my classmates again, commented on the film and the bunch of creeps that ask directors questions, impressed them with my obsession of watching as many movies as possible, and went back in for Pas Douce.
Into the first minutes of the film, I was struggling with myself to relax and just watch, forget everything else and just watch. Contrary to my previous experience with The Wrestlers, Ι felt that seeking out and exploring, attempting to explain a work of art to myself demystifies the whole damn thing. I prefer getting dumbfounded any time of the day, impressed and affected, momentarily or longer, in inexplicable and profound ways rather than analysing and solving puzzles.
Pas Douce did that for me. It cannot be classified as a bad or a good movie, such a task would be pointless. For the time being, let's just say it does not have any outstanding bad features in it. As the storyline goes, the presentation does not make any assumptions at all (not as far what the viewer knows, but what he/she can learn), but it is not kind to the story either. In fact it could have been easily adapted for a fantastic situational comedy; instead, it is used to explore only a few traits and scars of it's characters, offering no illusions, but with no tragic overtones either, reminding me a lot of Red Road from last year, especially in it's use of confined spaces and dark shadows. As I watched the character build-up progress, all I could think of was the word 'disturbing'. Again it is important to understand that the story itself is not very disturbing (cinematically speaking of course). The characters however are.
As I am writing my notes just before the last movie starts, Radiohead's 'Climbing Up the Walls' blasts in my headphones, a rather appropriate song for what I am putting down on paper. It is not easy to describe how an existential character portrait can upset you or worry you. Possibly because you have no one to cling on. The never ending riddle and enigma, the nurse (acted out in brilliance by Isild Le Besco), her father, the spoiled brat, his parents, all of them seem stricken by a bizarre illness making subtly creepy, scary even, determinedly flawed and unwelcome to our psyche. Although the melancholic and somber atmosphere starts to dilute towards the end, where the two main characters receive their absolution in their own ways, you are left with a definitely bitter taste, a good number of huge question marks hanging from on top of your head, probably realising that these are the kind of people you like to avoid for no particular reason. Managing, still in a bizarre fashion, to be warm and perhaps sardonic at the end, Pas Douce pocceses a very particular intangible quality that makes it stand out without being pompous, didactic or critical in any way. Arguably, the most noticeable movie I have seen this year so far.
Now, about the fourth movie I made the mistake to watch, I would usually spend a considerable amount of time unleashing my critical vengeance (with furious anger?) upon Daywatch, but I will contain myself in describing it as complete junk, and possibly marginally better or worse than Blade (which by the way is shit, but you probably guessed that...). Thankfully (now that can be argued!) after that cinematic torture, I met up with Χ, Χ, Α, Ν, Α, Ε, Β, for a few drinks, before finding myself at six o' clock in the morning trying to stick beer stickers (you know, the ones on the bottle) on my shirt in Decadence. Good times, good times.


Didn't like:

- The way time flies when you are trying to have a fag in between movies.
- My minimal approach towards sleeping hours.

Liked:

- The fact that I interpret 'disturbing' as a good thing for a film!

Blackberry award for the night:


- Daywatch. The end. Whatever happened to Baywatch by the way?

Best movie of the night:

- The French are good in making cinema, cheese and wine. They are especially good at making the first of the three.
Pas Douce, without being direct at all, manages to be much more direct than the 'more than bloody obvious' The Wrestlers. A person's taste is a weird thing.

Best movie so far:

- Pas Douce has the goods, but Persepolis is on a different level all together.

Blackberry award so far:

- Eagle vs. Shark, Shark vs. Eagle, whichever way you say it, it still sucks bad.

Schedule pamphlet status at the time of writing:

- Confusing and still untamed.

No comments: