Pages

Sunday, October 26, 2008

Στις 28/10 απεργώ

Έχω να το λέω, τι είναι αυτό που γράφει στο άγαλμα του Κολοκοτρώνη στην ομώνυμη πλατεία, ‘…δίδαξε στους λαούς πως οι δούλοι γίνονται λεύτεροι’. Οι δούλοι, όχι οι Έλληνες, ή οι ραγιάδες, ή οι Ρωμιοί, αλλά οι δούλοι. Χρόνια μετά το έπος των Αρβανιτών και των κλεφτοκοτάδων, οι παππούδες μας δια βοής μεταξικής είπανε το όχι στους αφελείς μακαρονάδες και έκτοτε τιμούμε την ημέρα εκείνη όπως της αρμόζει, με τεθωρακισμένα και με μαθητικές παρελάσεις δηλαδή, τις οποίες και θα υποστηρίζω μέχρι τα βαθιά μου γεράματα χάρη στην αγωνία γεμάτων με ορμόνες δεκαεξάχρονων μικρών που πασχίζουν με τις μίνι φούστες και τις σκιές. Δεν γνωρίζω ακριβώς όμως ποιός είναι ο κεντρικός άξονας αυτής της μνήμης, η νίκη στο αλβανικό μέτωπο, ή o σπόρος που φυτεύτηκε τότε και βλάστησε στο Ρούπελ, στη Κρήτη και στα βούνα του αντάρτικου.


Μια κουβέντα για το αν είμαστε υποδουλωμένοι ακόμη ή όχι είναι πιο βαρετή και από ταινία με την Bjork και αλήθεια σας λέω, τα έχω δοκιμάσει και τα δύο. Όμως θα ήταν υποκριτικό και αλλότριο στην αξιοπρέπειά μας να πιστεύουμε πως η πολιτεία μας είναι έστω και κοντά στα ιδανικά για τα οποία πολλοί άνθρωποι, άλλοι μορφωμένοι και αφελείς, κι άλλοι αμόρφωτοι και τολμηροί πεθάναν. Βαριές κουβέντες. Υπάρχουν πολλές εκδοχές για το τι σημαίνει ελευθερία, η κάθε μια εφαρμόσιμη στον κάθε ένα ξεχωριστά, ενώ περιστάσεις και συνθήκες συγχρόνως ορίζουν ένα τοπίο αναγκών και συμβιβασμών, πόλων αντίθετων στην πάντα ακόρεστη επιθυμία για ελευθερία. Ίσως όπως τόσα άλλα πράματα στη ζωή μας, δεν φτάνουν οι λέξεις για να την ορίσουν, να τη προσεγγίσουν, τι είναι η ελευθερία και πως την αποκτούμε, αλλά οι πράξεις, η δράση, το αποτέλεσμα. Η ελευθερία δεν αποκτιέται, διεκδικείται, και πιθανώς ορίζεται από το μέχρι που μπορεί κάποιος να φτάσει για να την αποκτήσει και ας μην τα καταφέρει. Η ελευθερία είναι αγώνας, πόλεμος διαρκής.


Με αυτή την απλοϊκή λογική λοιπόν οι περισσότεροι από εμάς στην Ελλάδα είμαστε ελεύθεροι, αφού δεν διεκδικούμε τίποτα και δεν αγωνιζόμαστε για τίποτα. Στις 21 Οκτωβρίου οι απεργιακές κινητοποιήσεις, μπάσταρδα σμιλεμένες με τις απαιτήσεις των εκπαιδευτικών κινημάτων υπενθύμισαν μονάχα την εγκαθίδρυση του παραλογισμού της κλοπής και της συμβιβασμένης κούρασης. Μπορεί τέτοιες δράσεις να είναι μάταιες, ακόμη ίσως και αναχρονιστικές κατά μερικούς, αλλά συγκρίνοντας την τελευταία μαζική απεργία με τις κινητοποιήσεις για το ασφαλιστικό, καταλαβαίνει κανείς πως ο ελληνικός κόσμος είναι ελεύθερος να προφυλάσσει το συμφέρον του πάντα κινούμενος μεμονωμένα, αποσπασματικά και ατομιστικά. Συσπείρωση, μια λέξη κούφια στα δικά μας αυτιά. Εργάζομαι, καταναλώνω, επιβιώνω.


Στο φτωχό μου το μυαλό έρχεται η λογική του αναρχικού που ψηφίζει δαγκωτό δεξιά μέχρι να φτάσουν τα πράματα στο αμήν, μέχρι να αφυπνιστούν οι λαϊκές μάζες –τι λέξη και αυτή- και να απορρίψουν τα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας, μέχρι η αγανάκτηση να γίνει ολοκληρωτική και σαρωτική. Μέχρι να πουν πως δε γουστάρουν πια αυτή τη κατάσταση όπως κάποτε έκανε ο Κολοκοτρώνης και τόσοι άλλοι ‘ελληναράδες’, ρωμιοί, βλάχοι, ραγιάδες και αρβανίτες. Αυτουνού, η μάνα πατρίδα του το ανταπέδωσε με δύο χρόνια στη φυλακή στο όμορφο Ναύπλιο για να έχει χρόνο να σκεφθεί ποια πατρίδα αγαπά. Η ίδια μανούλα μετά μοντελάρισε πάνω στο πατρόν της φουστανέλας του την ένδοξη των Χιτών στολή για τα τάγματα θανάτου. Ο πόλεμος δεν τελειώνει ποτέ, μονάχα πιστεύουμε πως τελειώνει όταν κερδίζουν οι πολλοί.


Μπέρδεμα πάντως, από τα απόκρυμνα όρη της Αρκαδίας, στα λασπωμένα χιόνια της Πίνδου και στα σπασμένα πεζοδρόμια του Συντάγματος, ελευθερία ή θάνατος, νοίκι ή δάνειο, φραπέ ή freddo. Τώρα που θα τιμήσουμε τους νεκρούς μας για μια ακόμη χρονιά, θα προσθέσουμε άλλη μια γραμμή στο μνήμα της αποτυχίας μας, όση ώρα με στρας και λακ θα διακοσμούμε τα κουρέλια μας. Κι αν κάποτε θέλαμε τις μεγάλες δυνάμεις για να γίνουμε αποικία τους και λίρες χρυσές εθνοδιχαστικές για να έχουμε τηλε-κυβερνήσεις, τώρα σπόνσορες της ζωής μας είναι η τι-βι, η αγωνιώδης δασκάλα με τις ψηφιακές μπούκλες, και οι πιστωτικές κάρτες, τα φιλελεύθερα κεφάλια της μοντέρνας Λερναίας Ύδρας. Στα αλήθεια, πόσο πιο πολύ μπορούμε να τους ντροπιάσουμε όταν τόσο αλόγιστα την λεφτεριά μας σπαταλάμε;

1 comment:

Soul Harvester said...

Άλλες εποχές, άλλα ήθη. Η απληστία, ο μεγαλοϊδεατισμός, ο διχασμός και η επίκληση των «μεγάλων προστάτιδων δυνάμεων» (τα εισαγωγικά ταιριάζουν περισσότερο στο προστάτιδων) αποτελούσαν ανέκαθεν αδυναμίες του φτωχού πλην «τίμιου» έθνους μας. Στο παρελθόν όμως αυτά τα πάθη συνοδεύονταν με αγώνες και θυσίες για ιδέες, ελευθερία και ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Ακόμα και ένας στυγνός, οπισθοδρομικός και μιλιταριστής δικτάτορας συνειδητοποίησε πως υπάρχει ένα όριο στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια πέραν του οποίου ο άνθρωπος αντιστέκεται σθεναρά όσο δυνατοί και αν είναι οι αντίπαλοι του, όσο παθητικοί και αν είναι οι «σύμμαχοι» του. Σήμερα οι ιδεολογίες, ο προβληματισμός και πολλές βασικές ανθρώπινες αξίες οι οποίες είναι αλληλένδετες με τη κοινωνική συνοχή έχουν ατονήσει.

Οι περισσότεροι αντί να γιορτάσουν με περηφάνια την εθνική επέτειο θα μετρούν με αγωνία τις απώλειες τους σε πραγματικούς μισθούς και συντάξεις, στο χρηματιστήριο, στην «ελεύθερη» αγορά, στο τζόγο, σε «υπόγειες» δουλείες και θα κοιτούν με έντονη ανασφάλεια και απαισιοδοξία το μέλλον. Τα ανδραγαθήματα των ηρώων του παρελθόντος στα αιματοβαμμένα πεδία των μαχών δεν «πουλάν» πια, δεν παραδειγματίζουν, δεν εμπνέουν απλώς αποτελούν ίσως μια μακρινή γλυκιά ανάμνηση παρηγοριάς για τις δυσκολίες του παρόντος.